Η αβεβαιότητα που σχετίζεται με τον πόλεμο στην Ουκρανία και οι υψηλές τιμές στην ενέργεια, οι πρώτες ύλες και τα επιτόκια είναι οι κυριότεροι παράγοντες που οδήγησαν στην αύξηση του ποσοστού των πτωχεύσεων των επιχειρήσεων στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη το 2022.
Ο αριθμός των πτωχεύσεων σε άλλες χώρες αυξήθηκε σε άλλες μειώθηκε ενώ οι κλάδοι της οικονομία που φέρουν το υψηλότερο ρίσκο για πτώχευση είναι οι κλάδοι που σχετίζονται με την ενέργεια, των τροφίμων, της ξυλείας, των χημικών, του χάρτου.
Η περιοχή της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (CEE) έχει υποστεί σημαντικές οικονομικές αλλαγές τα τελευταία τρία χρόνια, σύμφωνα με την ασφαλιστική πιστώσεων Coface με την ανομοιογένεια που επικρατεί, τα διάφορα μέτρα στήριξης και τις νομικές αλλαγές να έχουν επηρεάσει σημαντικά τις τάσεις των πτωχεύσεων. Η πανδημία του Covid-19 και η επακόλουθη οικονομική επιβράδυνση, καθώς και οι οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, προκάλεσαν ανησυχία όχι μόνο σε σχέση με τις μακροοικονομικές δραστηριότητες και την αγορά αγαθών, αλλά επίσης στα επίπεδα ρευστότητα των εταιρειών.
Όσον αφορά στις πτωχεύσεις, τα οικονομικά μέτρα στήριξης που εισήγαγαν οι κυβερνήσεις το 2020 συνεισέφεραν στην πτώση του αριθμού τους. Η διαδικασία του τερματισμού αυτών των μέτρων ήταν σταδιακή με τις εταιρείες να εξακολουθούν να επωφελούνται εν μέσω χαμηλών επιτοκίων το 2021. Παρά ταύτα στα μέσα του 2022, υπήρξε αύξηση των πτωχεύσεων καθώς οι επιχειρήσεις ήρθαν αντιμέτωπες με τα προβλήματα που προκάλεσαν οι υψηλές τιμές στην ενέργεια, η αύξηση των τιμών των πρώτων υλών, οι αυξήσεις των επιτοκίων και εκτόξευση του πληθωρισμού.
Σε αυτό το πλαίσιο σύμφωνα με τις εκτιμήσει ς της Coface ο συνολικός αριθμός των εταιρικών πτωχεύσεων στις χώρες της κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης αυξήθηκε από 25.917 το 2021 σε 36.090 το 2022, αύξηση 39,3%. Οκτώ σημείωσαν υψηλότερο ρυθμό πτωχεύσεων το 2022 σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά (Βουλγαρία, Κροατία, Ουγγαρία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία, Ρουμανία και Σερβία) και τέσσερις χώρες σημείωσαν πτώση (Τσεχία, Εσθονία, Σλοβακία και Σλοβενία). Η μεγαλύτερη αύξηση πτωχεύσεων σημειώθηκε στη Σερβία και την Ουγγαρία (+106% και +86%, αντίστοιχα) ενώ η υψηλότερη πτώση ήταν στην Εσθονία (κατά -17%).
Οι πτωχεύσεις δεν ήταν χαρακτηριστικές μόνο για τους κλάδους της οικονομίας που σχετίζονται άμεσα με την ενέργεια, αλλά για όλους τους κλάδους. Αναμενόμενα, οι ενεργειακά απαιτητικοί κλάδοι είναι αυτοί που υπέφεραν περισσότερο από την αύξηση των πρώτων υλών, συνεπώς και υψηλότερου λειτουργικού κόστους. Για παράδειγμα, στην Πολωνία, οι κλάδοι των χημικών, μετάλλων, χάρτου, ξυλείας και τροφίμων σημείωσαν υψηλότερες καθυστερήσεις πληρωμών από το μέσο όρο, με την πλειοψηφία αυτών να βιώνουν αυξήσεις καθυστερήσεων σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Αυτοί οι κλάδοι εμφανίστηκαν εκτεταμένα στα στατιστικά των πτωχεύσεων: μεταλλευτικά, χαρτί, ξυλεία και αγροτρόφιμα βίωσαν υψηλούς και αυξανόμενους ρυθμούς πτωχεύσεων.
Ο κατασκευαστικός κλάδος επίσης επηρεάστηκε σημαντικά. Ο ρυθμός πτωχεύσεων ήταν ιδιαίτερα αυξημένος σε Κροατία, Εσθονία, Ουγγαρία, Λετονία, Λιθουανία και Πολωνία, λόγω του υψηλού κόστους δομικών υλικών και πρώτων υλών. Ταυτόχρονα η κτηματαγορα΄ κατέβασε ρυθμούς ανάπτυξης λόγω των υψηλών επιτοκίων και του πληθωρισμού ενώ και η έλλειψη προσωπικού αποτέλεσε εμπόδιο.
Το λιανεμπόριο είναι ένας ακόμη κλάδος με σημαντικό μερίδιο πτωχεύσεων στις περισσότερες χώρες, αν και ο ρυθμός και ο όγκος παρέμειναν σχετικά περιορισμένοι το 2022. Ο επίμονος πληθωρισμός επιβαρύνει όλο και περισσότερο την καταναλωτική δαπάνη, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο αριθμό πτωχεύσεων.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Coface η οικονομική προοπτική τους επόμενους μήνες θα παραμείνει αβέβαιη, ενώ ο πληθωρισμός θα παραμείνει υψηλότερα από τους στόχους των κεντρικών τραπεζών. . Συνεπώς τα επιτόκια θα συνεχίσουν να αυξάνονται και αυτό θα έχει αρνητικές συνέπειες για τις επιχειρήσεις.
Εν κατακλείδι σύμφωνα πάντα με την Coface ο αριθμός των πτωχεύσεων θα συνεχίσει να αυξάνεται στην περιοχή της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης το 2023΄