Το πολιτικό ρίσκο αναγνωρίζει σε ανάλυσή της για την Ελλάδα η JP Morgan, ενώ αναφέρει ότι η πρόσφατη υπεραπόδση στης περιορίζει τις προοπτικές και παράλληλα ανοίγει το χρονοδιάγραμμα για την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας έως τις αρχές του 2024.
Να σκιαγραφήσει την πολιτική και οικονομική πραγματικότητα στην Ελλάδα, όπως διαμορφώνεται παραμονές των εκλογών και για το δεύτερο εξάμηνο του έτος επιχειρεί με ανάλυσή της η JP Morgan. Οι αναλυτές διατηρούν ουδέτερη σύσταση, επισημαίνοντας την πρόσφατη υπεραπόδση της αγοράς, τον πολιτικό θόρυβο λόγω της διπλής, όπως προβλέπει, πολιτικής αναμέτρησης και επιμηκύνει την προοπτική για την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας έως και τις αρχές του 2024.
Ο οίκος προβλέπει διπλές εκλογές, καθώς επισημαίνει ότι οι πρώτες -της απλής αναλογικής- δεν θα δώσουν βιώσιμη κυβέρνηση-, ενώ η ΝΔ αναμένεται να επανεκλεγεί στις δεύτερες, αλλά ο οίκος αναφέρει ως βασικό σενάριο την κυβέρνηση “με την ηγεσία της ΝΔ”.
Ο οίκος κάνει νέα αναφορά στις δημοσκοπήσεις αναφέροντας ότι η κεντροδεξιά ΝΔ (35%) κατέχει σταθερό προβάδισμα 6%-6,5% έναντι του αριστερού και λαϊκίστικου ΣΥΡΙΖΑ (29%), με το κεντροαριστερό ΚΙΝΑΛ να δημοσκοπείται γύρω στο 10,5% και το ακροαριστερό κομμουνιστικό ΚΚΕ γύρω στο 6,5%.
«Δεδομένων των πρόσφατων δημοσκοπήσεων αλλά και της έλλειψης μπόνους 50 εδρών, η κοινή προσδοκία είναι ότι οι εκλογές του Μαΐου είναι απίθανο να δώσουν μια βιώσιμη πλειοψηφία. Ως εκ τούτου, μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, με βάση το νέο κανόνα πριμοδότησης στην πλειοψηφία, παραμένει το πιο πιθανό σενάριο. Η προσδοκία μας είναι ότι η Νέα Δημοκρατία θα σχηματίσει είτε πλειοψηφία είτε κυβέρνηση συνεργασίας με το ΚΙΝΑΛ, μετά τις δεύτερες εκλογές, και θα συνεχίσει να εφαρμόζει μια εποικοδομητική πολιτική ατζέντα», επισημαίνει η τράπεζα.
Κίνδυνοι
«Βλέπουμε κινδύνους αυξημένης μεταβλητότητας της αγοράς ενόψει των εκλογών του Μαΐου, ιδίως εάν η διαφορά μεταξύ της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ αρχίσει να ‘σφίγγει’ ενόψει των εκλογών. Ωστόσο, συνολικά διατηρούμε μια σε γενικές γραμμές εποικοδομητική μεσοπρόθεσμη προοπτική για τα ελληνικά ομόλογα, υπό το βασικό μας σενάριο για ενδεχόμενη κυβέρνηση υπό την ηγεσία της ΝΔ», συνεχίζει η JP Morgan.
Όπως συζητήθηκε στις πρόσφατες δημοσιεύσεις της αμερικανικής τράπεζας, παραμένει σε γενικές γραμμές εποικοδομητική για τα ελληνικά ομόλογα και προβλέπει ότι η Ελλάδα θα διαπραγματεύεται στενότερα από την Ιταλία μέχρι το τέλος του 2023, δεδομένων των ισχυρών μακροοικονομικών/δημοσιονομικών και θεμελιωδών μεγεθών και την υψηλή πιθανότητα η Ελλάδα να επιτύχει αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας έως τις αρχές του 2024.
«Ωστόσο, παραμένουμε ουδέτεροι όσον αφορά την Ελλάδα βραχυπρόθεσμα, δεδομένης της ισχυρής υπεραπόδοσης πρόσφατα και επίσης για τους κινδύνους αύξησης του πολιτικού θορύβου καθώς πλησιάζουν οι εκλογές της 21ης Μαΐου. Για τους επενδυτές που επιθυμούν αυξημένες θέσεις στην Ελλάδα, θεωρούμε ελκυστικό τα ομόλογα 8-10 ετών, καθώς διαπραγματεύεται ελκυστικά σε σχέση με άλλες περιφερειακές χώρες», εξηγεί η JP Morgan.
«Στην περιφέρεια, παρόμοια με τα spreads του πυρήνα, έχουμε μια σε γενικές γραμμές εποικοδομητική μεσοπρόθεσμη προοπτική. Εντός της περιφέρειας, η Ισπανία είναι η αγαπημένη μας επιλογή για αυξημένες θέσεις επί του παρόντος, με ουδέτερη στάση για την Ελλάδα ενόψει των εκλογών και τακτική στάση μειωμένων θέσεων σε Ιταλία και Πορτογαλία», καταλήγει η αμερικανική τράπεζα.