Η ΕΚΤ θα συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια, η Fed δεν θα τα μειώσει άμεσα. Αυτές είναι οι δύο παραδοχές της νομισματικής πολιτικής που κερδίζουν έδαφος αναγκάζοντας τις αγορές να ανατιμολογήσουν τα σενάρια και το ρίσκο της συγκυρίας και της προοπτικής.
Ο έλεγχος του πληθωρισμού απαιτεί την προσαρμογή των προσδοκιών, η οποία θα επιφέρει αλλαγές στην καταναλωτική συμπεριφορά και θα περιορίσει την ταχύτητα διακίνησης του χρήματος. Για να συμβεί αυτό οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να λειτουργήσουν την οικονομία σε περιοριστική κατάσταση για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, ώστε η ανάκαμψη να μην επηρεάσει άμεσα τις μεσοσταθμικές τιμές.
Πλέον, ακόμα και τα “περιστέρια” της ΕΚΤ όπως ο Γιάννης Στουρνάρας παραδέχονται ότι ο κύκλος αυξήσεων δεν έχει ολοκληρωθεί και ότι αυτό θα συμβεί, αλλά όχι άμεσα. Αντιστοίχως, από τα πρακτικά της Fed προκύπτει ότι ούτε ένας από τους αξιωματούχους δεν προσδοκά μειώσεις επιτοκίων το 2023. Συνδυαστικά, τα επιτόκια Fed και ΕΚΤ αναμένεται να παραμείνουν σε περιοριστική περιοχή για παρατεταμένο χρονικό διάστημα.
Εν αντιθέσει με τους δείκτες ανάπτυξης και πληθωρισμού, της αγοράς εργασίας και των μισθών, που εστιάζουν οι κεντρικοί τραπεζίτες προκειμένου να ανεβάσουν τα επιτόκια, όταν έρχεται η ώρα για μειώσεις αναζητούν ενδείξεις από τον M2, δηλαδή την ταχύτητα διακίνησης του χρήματος.
Το Crisis Monitor επισήμανε κατ επανάληψη τη δυναμική αυτή, αναλύοντας τις ανακοινώσεις των κεντρικών τραπεζών και τις αντιδράσεις της αγοράς. Μέχρι στιγμής, πολλοί αναλυτές χρησιμοποιούν τις προβλέψεις ως όπλο, θέλοντας να καθυποτάξουν την ορθολογική σκέψη των τραπεζιτών στην αναγκαιότητα της ευμάρειας των αγορών. Ωστόσο, οι κεντρικοί τραπεζίτες προκειμένου να αντισταθούν σε αυτές τις πιέσεις, που πολλές φορές καθίσταντο πολιτικές επέλεξαν την data driven προσέγγιση.
Τί λένε στην ΕΚΤ
Είναι ενδεικτικό ότι αρκετά στελέχη της Φρανκφούρτης έχουν αρχίσει ανοιχτά να αμφισβητούν την αποτελεσματικότητα των δύο δρομολογούμενων παρεμβάσεων στις συνεδριάσεις του Ιουνίου και του Ιουλίου, θεωρώντας ότι δεν πρόκειται να επιλύσουν το πρόβλημα των αυξημένων τιμών.
Αυτό σημαίνει ότι τείνουν να υποστηρίξουν ακόμη μία αύξηση επιτοκίων, δηλαδή την τρίτη συνεχόμενη έπειτα απ’ αυτή του Μαΐου, με τις παρεμβάσεις της ΕΚΤ να συνεχίζονται έως και το φθινόπωρο.
Σήμερα, το επιτόκιο καταθέσεων βρίσκεται στο 3,25%, έχοντας αυξηθεί κατά 375 μονάδες βάσης από το καλοκαίρι του 2022. Οι traders, μέχρι πρότινος, θεωρούσαν ότι η ΕΚΤ θα προβεί σε ακόμη δύο αυξήσεις των 25 μονάδων βάσης, προτού ολοκληρώσει τον τρέχοντα κύκλο της σύσφιγξης τον προσεχή Ιούλιο.
Ο οδικός χάρτης
Ωστόσο, εφόσον επικρατήσει η άποψη για νέα παρέμβαση τον Σεπτέμβριο, αυτό θα οδηγήσει το επιτόκιο καταθέσεων στο 4% και το βασικό επιτόκιο στο 4,25% (σήμερα βρίσκεται στο 3,5%).
Βέβαια μέχρι το φθινόπωρο, μεσολαβούν δύο επιπλέον γύροι προβλέψεων από την ΕΚΤ, τέσσερις επιδόσεις πληθωρισμού κι ακόμη μία τριμηνιαία έρευνα για τη δανειοδοτική δραστηριότητα στην Ευρωζώνη. Εν ολίγοις, πολλά στοιχεία, τα οποία μπορούν να γείρουν την πλάστιγγα της ΕΚΤ είτε προς τη μία πλευρά, είτε προς την άλλη.
Σε κάθε περίπτωση, η αίσθηση που επικρατεί αυτήν την στιγμή στις αγορές είναι ότι ο τρέχων κύκλος σύσφιγξης δεν βρίσκεται ακόμη κοντά στα όρια της ολοκλήρωσής του.
Τα “γεράκια” επικρατούν
Το Crisis Monitor έχει εξ αρχής επισημάνει την διελκυστίνδα “γερακιών” – “περιστεριών” στην ΕΚΤ και τη δυναμική επικράτησης των πρώτων… με τους οποίους έχει συνταχθεί άλλωστε η Κριστίν Λαγκάρντ.
Η πλέον προφανής παραδοχή για επιπλέον αυξήσεις επιτοκίων προήλθε από τον Λετονό τραπεζίτη, Μάρτινς Κάζακς, ο οποίος σε συνέντευξή του υποστήριξε ότι οι επενδυτές δεν πρέπει να υποθέτουν ότι η σύσφιγξη της ΕΚΤ θα σταματήσει τον Ιούλιο. «Δεν νομίζω ότι είναι ξεκάθαρο. Έχουμε ακόμη αρκετό έδαφος να καλύψουμε και απαιτούνται νέες αυξήσεις επιτοκίων για την αναχαίτιση του πληθωρισμού» σημείωσε, μεταξύ άλλων.
Οι απόψεις του Κάζακς συνήθως αντηχούν και των υπόλοιπων τραπεζιτών από τις Βαλτικές χώρες, οι οποίες κατά παράδοση τάσσονται υπέρ μιας πιο επιθετικής πολιτικής, καθώς ο πληθωρισμός στη Βαλτική είναι υπερδιπλάσιος σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Ο Σλοβάκος Πίτερ Καζίμιρ, ακόμη ένας θιασώτης της σφιχτής πολιτικής, δήλωσε τις προηγούμενες ημέρες ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να διατηρήσει τον ρυθμό αύξησης των επιτοκίων για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Αλλά ακόμη και ο δικός μας, Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος παγίως τάσσεται κατά των υψηλών επιτοκίων -δεδομένων των αρνητικών επιπτώσεων στην οικονομία- απέφυγε να προσδιορίσει το χρονικό τέλος των αυξήσεων, αν και διαβεβαίωσε ότι θα γίνει πραγματικότητα μέσα στο 2023.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Γάλλος Φρανσουά Βιλερουά Ντε Γκαλό, ο οποίος εξέφρασε την «ισχυρή πιθανότητα» να έρθουν και νέες αυξήσεις επιτοκίων. Ο Ολλανδός Κλάας Κνοτ, δε, εξήγησε ότι θα μπορούσε να στηρίξει μια δυναμικότερη άνοδο των επιτοκίων έως και το 5% ή και ακόμη πιο ψηλά.
Στροφή 180 μοιρών έκανε και ο ισχυρός τραπεζίτης της Γερμανίας, Γιοακίμ Νάγκελ, ο οποίος μιλώντας στο Bloomberg δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο οι αυξήσεις των επιτοκίων να συνεχιστούν και μετά το καλοκαίρι.
Από την πλευρά της, η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, έχει αρνηθεί να ξεκαθαρίσει πόσες επιπλέον αυξήσεις επιτοκίων θα χρειαστούν, αρκούμενη να υποδείξει ότι απαιτούνται τουλάχιστον δύο (τον Ιούνιο και τον Ιούλιο).
Μιλώντας την Τετάρτη στο ιαπωνικό Nikkei, η Γαλλίδα προειδοποίησε ότι ο πληθωρισμός συνεχίζει να είναι πολύ υψηλός, ενώ επεσήμανε ότι υπόκειται σε σημαντικά μεγάλους ανοδικούς κινδύνους.
Υπενθυμίζεται ότι τον Απρίλιο ο γενικός δείκτης τιμών σκαρφάλωσε στο 7% από 6,9% τον Μάρτιο, ενώ ο «δομικός» πληθωρισμός (εξαιρεί τις τιμές σε ενέργεια και τρόφιμα) επιβραδύνθηκε στο 5,6% από 5,7% τον προηγούμενο μήνα.
Τί παίζεται στην Fed
Ενώ η απόφαση της Fed να επιβραδύνει τον ρυθμό σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής στην τελευταία συνεδρίαση, αποφασίζοντας 25άρα αύξηση επιτοκίων αντί για 50, αύξησης των επιτοκίων (παρ)ερμηνεύτηκε ως ένα πρώτο βήμα προς μια λιγότερο επιθετική πολιτική από ορισμένους παρατηρητές, τα πρακτικά της FOMC στη συνάντηση του Δεκεμβρίου έδειξαν ότι οι πιθανότητες για ένα τέτοιο pivot είναι πολύ μικρές. Η πεποίθηση αυτή δεν έχει αλλάξει ακόμη, αν και οι αγορές είχαν αρχίσει να τιμολογούν ότι οι μειώσεις επιτοκίων θα ξεκινήσουν τον Ιούλιο.
Ενώ ήταν πάντα ξεκάθαρο ότι η Fed επρόκειτο να χαλαρώσει όσον αφορά περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων φέτος, όσοι ελπίζουν σε μια πλήρη ανατροπή θα πρέπει πιθανότατα να περιμένουν λίγο περισσότερο.
Τα στοιχεία που περιμένει η Fed για να αλλάξει πολιτική και να ανιίξει κύκλο μείωσης του κόστους δανεισμού, δεν περιορίζονται στην επιβράδυνση του πληθωρισμού, αλλά στη βιώσιμη σταθεροποίηση του σε καθοδικό κανάλι. Η Άνοιξη, δεν είναι η κατάλληλη περιοχή για τη λήψη τέτοιων αποφάσεων, καθώς ο πληθωρισμός υποχωρεί λόγω της μείωσης του κόστους της ενέργειας, που είναι απόρροια της μικρότερης κατανάλωσης. Το καλοκαίρι και ιδιαίτερα το τέλος του, έχουν περισσότερες ενδείξεις να προσφέρουν, ενώ το Φθινόπωρο η εικόνα μπορεί να είναι σαφώς πιο ολοκληρωμένη.
Το βλέπουν και οι αγορές
Οι αναλυτές των Goldman Sachs και Barclays Plc επικαιροποίησαν τις συστάσεις τους προς τους πελάτες, υπογραμμίζοντας πως οι αγορές υπερεκτιμούν την πιθανότητα μείωσης των επιτοκίων της Fed φέτος.
Σημειωτέον πως, σύμφωνα με το Bloomberg, τα swap contracts τα οποία χρησιμοποιούν ως σημείο αναφοράς τις ημερομηνίες συνεδριάσεων της Fed εκτιμούν επιτόκια 70 μονάδες βάσης χαμηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα μέχρι το τέλος του έτους.
Οι αναλυτές της Goldman Sachs υπογραμμίζουν πως η τακτική την οποία ακολουθεί η Fed και η οποία συμπεριλαμβάνει σωρεία αυξήσεων των επιτοκίων και αναστολή της σύσφιξης για δύο συνεχόμενες συνεδριάσεις, δεν υποδεικνύει θέληση για χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας αλλά για μία κατάσταση αναμονής.
Τα επικαιροποιημένα δεδομένα της Commodity Futures Trading Commission υποδεικνύουν πως τα hedge funds αναμένουν πως η Fed θα κρατήσει τα επιτόκιά της σε υψηλό επίπεδο για περισσότερο από το αναμενόμενο.