Το μετεκλογικό πλαίσιο συγκλίσεων και αποκλίσεων άρχισε να σκιαγραφείται στο debate των πολιτικών αρχηγών, όπου άπαντες είχαν διαφορετικές ατομικές και πολιτικές επιδιώξεις, όπως φάνηκε από τη ρητορική που υιοθέτησαν και τα θέματα που -ανεξαρτήτως ερωτήσεων- προσπάθησαν να προβάλουν.
Κεντρικό συμπέρασμα είναι η πρόθεση του Κυριάκου Μητσοτάκη να οδηγήσει τη χώρα σε δεύτερες εκλογές με στόχο την επίτευξη αυτοδυναμίας. Επίσης, ο πρόεδρος της ΝΔ επέμεινε εμονικά στην ανάδειξη της προσωπικής ηγετικής του ικανότητας ως εχέγγυο για την επιτυχία την επόμενη τετραετία, σε αντιπαράθεση με την προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα να προβάλλει την υποχώρηση του “εγώ” έναντι της ανάγκης για αποκατάσταση της κυβερνησιμότητας, με συμβιβασμούς, υπό την πολιτική ηγεμονία του ισχυρότερου κόμματος.
Να ξεκαθαρίσουν το τοπίο σχετικά με τις επιδιώξεις τους από την πρώτη κάλπη της 21ης Μαΐου επιχείρησαν οι πολιτικοί αρχηγοί στο debate την Τετάρτη 10 Μαΐου, ξεδιπλώνοντας όχι τόσο τα προγράμματά τους, αλλά προβάλλοντας τους μεταξύ τους συσχετισμούς και προθέσεις. Κυριάκος Μητσοτάκης, Αλέξης Τσίπρας και Νίκος Ανδρουλάκης “χόρεψαν” για ώρα γύρω από τη συστημικότητα, τη συνέχεια του κράτους και το σενάριο της συγκυβέρνησης.
Εκτός debate έμειναν οι τράπεζες, με αποσπασματικές αναφορές στα κόκκινα δάνεια και χωρίς καμία αναφορά στο μοντέλο χρηματοδότησης της οικονομίας. Επίσης, επιδερμικές ήταν οι αναφορές στην ενεργειακή κρίση. Η συζήτηση εστιάστηκε, όσον αφορά την οικονομία, στις παροχές, τις αυξήσεις και την αντιμετώπιση του πληθωρισμού. Ελάχιστα ειπώθηκαν για το παραγωγικό μοντέλο και τη δημοσιονομική συμμόρφωση με βάση το νέο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο.
Η διάρθρωση του debate δεν έδινε χώρο και χρόνο για εμβάθυνση σε ζητήματα και έτσι τα συμπεράσματα δεν εντοπίζονται στα θέματα αλλά στο προφίλ και τις ατάκες και προθέσεις των πολιτικών αρχηγών.
Αν μη τι άλλο και σε συνδυασμό με τα δημοσκοπικά ευρήματα, ο αρχηγοί των κομμάτων επέλεξαν να δείξουν τις προθέσεις τους για την επομένη των εκλογών, διεκδικώντας την οριακή δυναμική που θα τους δώσει η ψήφος των αναποφάσιστων, που φαίνεται ότι 10 μέρες πριν από τις κάλπες παραμένουν αρκετοί και κινούνται στον χώρο του Κέντρου και της κεντροαριστεράς.
Η ηγεμονική εγωπάθεια του Μητσοτάκη
Ωστόσο, τελικά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκαθάρισε την επιδίωξή του για επαναληπτικές εκλογές, αφήνοντας την προοπτική συνεργασιών στις πρώτες κάλπες μεταξύ των υπολοίπων. Ο πρόεδρος της ΝΔ επένδυσε στην προβολή της ηγετικής του φυσιογνωμίας, χρησιμοποιώντας το πρώτο πρόσωπο για όλες τις κυβερνητικές επιτυχίες, με προεξάρχουσα την αντιμετώπιση της Τουρκίας και διαχέοντας και εξαντλώντας την ευθύνη για τα λάθη στους επιτελείς του, όπως με τις υποκλοπές και με τα Τέμπη.
Το πολιτικό lifting του Τσίπρα
Ο Αλέξης Τσίπρας, αφού έδωσε ρεσιτάλ συστημικότητας, αναδεικνύοντας την εποικοδομητική στάση του ΣΥΡΙΖΑ στα εξοπλιστικά, επιχείρησε αμφίπλευρα ανοίγματα. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έδειξε ξεκάθαρη προτίμηση στον Νίκο Ανδρουλάκη, προσπάθησε να βρει έδαφος προσέγγισης με τον Δημήτρη Κουτσούμπα, ενώ δεν αντιμετώπισε εχθρικά τον Γιάνη Βαρουφάκη. Βέβαια, τοποθετήθηκε ξεκάθαρα απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αλλάζοντας modus operandi ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, απέφυγε τα αυτοαναφορικά, μιλούσε συλλογικά και έκανε ανοίγματα. Ακόμα και στην απορριπτική στάση του Νίκου Ανδρουλάκη στο πρόσωπό του ως δυνάμει πρωθυπουργός, επέλεξε να απαντήσει εμμέσως μέσω της λαϊκής βούλησης καταδεικνύοντας διάθεση να κατεβάσει το “εγώ” για να δώσει χώρο σε συγκλίσεις.
Ο θεσμικός συνομιλητής Ανδρουλάκης
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, απέφυγε να χαιρετήσει τόσο τον Κυριάκο Μητσοτάκη όσο και τον Αλέξη Τσίπρα, ακόμα και off camera, αντιστάθηκε στα ανοίγματα, επιμένοντας όμως στην προοπτική δημιουργίας κυβέρνησης από τις πρώτες κάλπες. Επέμεινε στις θεσμικές μεταρρυθμίσεις, τις οποίες χρησιμοποίησε και ως “τάφρους” για να καταδείξει το κενό που τον χωρίζει με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ενώ έθεσε όρους για ενδεχόμενη συνεργασία με τον Αλέξη Τσίπρα, εστιάζοντας στον Νίκο Παππά και αφήνοντας εκτός συζήτησης -για την ώρα- τον Παύλο Πολάκη.
Ο (ευρω)σκεπτικιστής Βαρουφάκης
Σε αυτό το πλαίσιο ο Γιάνης Βαρουφάκης αποδέχθηκε την προοπτική κυβερνήσεων συνεργασίας, λέγοντας όμως ότι φυσικοί συμμέτοχοι θα ήταν ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ, οι οποίοι έχουν αποφύγει τις συζητήσεις προεκλογικά και ότι μετεκλογικά δεν υπάρχει επαρκής χρόνος για προγραμματικές συγκλίσεις. Με τον τρόπο αυτό, ο επικεφαλής του ΜέΡΑ 25 απέκλεισε την προοπτική συμμετοχής σε κυβέρνηση συνεργασίας, όχι όμως την ανοχή. Ο γραμματέας του ΜέΡΑ 25 απέφυγε να παίξει φουλ αντισυστημικά, επενδύοντας λιγότερο στον ευρωσκεπτικισμό και υποβαθμίζοντας τα σχέδια διπλού νομίσματος και περισσότερο στην κριτική στο σύστημα και τη διερεύνηση χώρων εντός του υφιστάμενου πλαισίου.
Ο αντιφατικός Κουτσούμπας
Ο Δημήτρης Κουτσούμπας σπατάλησε αρκετό χρόνο προσπαθώντας να αποδείξει ότι διαθέτει θετική ατζέντα και ταυτόχρονα όταν δεν πρόκειται για στηρίξει, ούτε να δώσει ανοχή σε καμία συγκυβέρνηση. Μάλιστα, έκανε ένα ακόμη βήμα, πιο μακριά, αναφέροντας ότι για να κυβερνήσει το ΚΚΕ δεν απαιτείται μόνο πλειοψηφία, αλλά να ενεργοποιηθεί ο λαός και να συμμετάσχει ενεργά στη διαχείριση της εξουσίας, θέτοντας έτσι αναχώματα σε οποιαδήποτε τέτοια προοπτική. Προβληματισμό προκάλεσαν οι αναφορές του στην άρση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, η υποβάθμιση της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία σε πόλεμο Ρωσίας – NATO και η ανάγκη διαφοροποίησης της εθνικής στρατηγικής στα πρότυπα της Τουρκίας.
Ο “ψαράς” Βελόπουλος
Ο Κυριάκος Βελόπουλος επένδυσε ξεκάθαρα στο αντισυστημικό μέτωπο. Επιχείρησε να ανοίξει ζητήματα επανεξέτασης της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και των στρατηγικών συμμαχιών, ακόμα και της προσκόλλησης στο NATO, την ΕΕ και παραδέχθηκε την ύπαρξη plan b για παράλληλο νόμισμα. Μίλησε για συμμαχίες με Κίνα, Ρωσία και άλλους παίχτες. Αντιτάχθηκε στην προοπτική επαναπροσέγγισης με την Τουρκία. Επίσης, ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης επιχείρησε να ψαρέψει στα θολά νερά της ακροδεξιάς με το γνωστό μότο “πατρίς, θρησκεία, οικογένεια”, με δημόσιες δηλώσεις φρονημάτων και αποφεύγοντας να απαντήσει σε ερωτήσεις για την ποιότητα της Δημοκρατίας.