Σε αναζήτηση διακυβεύματος και διλημμάτων παραμένουν τα κόμματα, 13 ημέρες πριν από τις κάλπες στην Ελλάδα, καθώς όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις και επιβεβαιώνει το Χρηματιστήριο, οι διαφορές ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ στα μείζονα ζητήματα οικονομικής πολιτικής και καθημερινότητας δεν επαρκούν για την επίτευξη υψηλών συσπειρώσεων.
Καθώς οι εκλογές έχουν εισέλθει στην τελική ευθεία, διαπιστώνεται έντονα σημαντικό χάσμα πολιτικής σκηνής και κοινωνικής πραγματικότητας, καθώς μεγάλες ομάδες πολιτών δεν αναγνωρίζουν την κρισιμότητα της αναμέτρησης, κάτι που αποτυπώνεται μερικώς στις δημοσκοπήσεις, που καταγράφουν μεγάλα ποσοστά αναποφάσιστων και “γκρίζας ζώνης”. Τη απεικόνιση αυτή επιβεβαιώνει -με τον δικό του τρόπο- το Χρηματιστήριο, όπου το πολιτικό ρίσκο παραμένει χαμηλό και υφέρπων, παρά τα σενάρια για κυβέρνηση “ηττωμένων”, κυβερνήσεις συνεργασίας, ακόμα και αδυναμία συγκρότησης αυτοδύναμης κυβέρνησης μετά τις δεύτερες εκλογές.
Οπως και στις εκλογές του 2019, έτσι και σε αυτές της 21ης Μαΐου 2023, βασική παράμετρος για τη διαμόρφωση του εκλογικού αποτελέσματος είναι η διεκδίκηση του κεντρώου χώρου. Σημείο, όμως, στο οποίο η κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει εν μέρει κλονιστεί, κυρίως εξαιτίας του σκανδάλου των υποκλοπών. Μπορεί ο αντίκτυπος του σκανδάλου αυτού να καταγράφεται περιορισμένος, δεν είναι όμως αμελητέος και θα μπορούσε -υπό συνθήκες- να κάνει τη διαφορά. Μείζον θέμα αποτελεί και η στάση της νεολαίας, η οποία συσπειρώνεται αντι-κυβερνητικά και δευτερευόντως αντισυστημικά με αφορμή το δυστύχημα στα Τέμπη. Δημοσκοπικά, η οργή φαίνεται να έχει εκτονωθεί, σε μεγάλο βαθμό, αλλά η καταγραφή αυτή δεν είναι απόλυτα αξιόπιστη, καθώς μεγάλο τμήμα της νεολαίας είναι de facto εκτός δημοσκοπικής κάλυψης.
Το πρόβλημα για την κεντροαριστερά είναι ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ κινδυνεύουν να καταστούν συγκοινωνούντα δοχεία. Γι’ αυτό και στην Κουμουνδούρου, επιλέγουν να χρεώνουν στην Χαρ. Τρικούπη κοινή στάση με τη ΝΔ σε μια σειρά από ζητήματα. Από την άλλη πλευρά, ο Νίκος Ανδρουλάκης, ποντάρει σχεδόν μονολιθικά στο αφήγημα του King Maker και της δύναμης που απορρέει από την de facto συμμετοχή σε οποιαδήποτε κυβέρνηση.
Στη ΝΔ, το πρόβλημα εστιάζεται στην ακροδεξιά, η αποσυσπείρωση της οποίας ήταν κεντρικός στόχος -και μάλλον επιτυγχάνεται- και στη νεολαία, όπου τα ερείσματα είναι περιορισμένα. Οι προσπάθειες να βρεθούν δίαυλοι μέσα από επικοινωνιακά τεχνάσματα δεν φαίνεται να αποδίδουν τους προσδοκώμενους καρπούς και εσχάτως επιστρατεύονται οι παροχές, καταδεικνύοντας ότι η εργαλειοθήκη εξαντλείται…
Κοινωνία – δημοσκοπήσεις και Χρηματιστήριο
Παρά την σεναριολογία για το μετεκλογικό σκηνικό, την προοπτική επαναληπτικών εκλογών, ακόμα και τρίτες προσφυγής στις κάλπες, η κοινωνία παραμένει βουβή. Οι πολιτικές συζητήσεις είναι ελάχιστες, ενώ ακόμα και η κινητικότητα στα social media περιορισμένη και σε σαφώς χαμηλότερους τόνους από το 2019.
Ρόλο σε αυτό παίζει η συνειδητή και πολιτικά συμφωνημένη αποστείρωση των εθνικών θεμάτων και του πολέμου στην Ουκρανία. Έτσι, χωρίς ζητήματα ευρείας βάσης και αφού τα τρία μείζονα κόμματα αποδέχονται τα όρια που τίθενται από το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, την Βορειοατλαντική Συμμαχία και τις σχέσεις με την Κίνα, τα μέτωπα που απομένουν για να τροφοδοτήσουν την πολιτική αντιπαράθεση είναι περιορισμένα.
Το τοπίο που δημιουργείται -αφαιρετικά- μετά από αυτές τις παραδοχές εκτιμάται ότι δεν μπορεί να παράσχει τεκτονικού τύπου ανακατατάξεις. Αυτό προκύπτει από τη χαλαρή κοινωνική ανταπόκριση στα προεκλογικά διλήμματα και από την πορεία και τον τζίρο στο Χρηματιστήριο, το οποίο παραμένει σε σταθερά ανοδική τροχιά.
Την ανυπαρξία μεγάλων διαφορών έχουν επισημάνει σε αναλύσεις τους και οι διεθνείς οίκοι, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση ενός investor-friendly profile για τον Αλέξη Τσίπρα και στερώντας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη ένα από τα μείζονα συγκριτικά του πλεονεκτήματα. Το επιβεβαίωσε άλλωστε και ο Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος δήλωσε ότι δεν βλέπει ρίσκο εκτροχιασμού στις κάλπες, ενώ είχε συναντηθεί και με τον Αλέξη Τσίπρα.
Τα διλήμματα
Από τη ΝΔ το δίλημμα που τίθεται συνοψίζεται ως εξής:
«Στις εκλογές θα κριθεί αν η χώρα θα συνεχίσει να πορεύεται προς το μέλλον με αυτοπεποίθηση και σταθερότητα ή αν θα ξαναγυρίσει πίσω. Εάν θα διαφυλάξουμε όσα πετύχαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια ή θα επιστρέψουμε σε ένα περιβάλλον υψηλών φόρων, ανασφάλειας και ξέφραγων συνόρων, χωρίς αίσθηση ασφάλειας για τους πολίτες. Μιας Ελλάδας αδύναμης που θέλουμε να αφήσουμε πίσω μας».
Ενώ από τον ΣΥΡΙΖΑ το διακύβευμα είναι:
«Το βασικό διακύβευμα της επόμενης ημέρας είναι το εάν η χώρα θα συνεχίσει να κυβερνάται από αυτούς που την οδήγησαν στη μεγαλύτερη συρρίκνωση εισοδήματος, σε μια τρομακτικά άνιση αναδιανομή πλούτου και στη μεγαλύτερη εκτροπή από τη μεταπολίτευση και μετά ή από μια προοδευτική κυβέρνηση, η οποία θα έχει σαν βασική έγνοια της την προστασία της κοινωνίας, των αδύναμων και της μεσαίας τάξης, τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αποκατάσταση του κράτους δικαίου».
Τα playbook για συσπείρωση
Καθώς η συσπείρωση των βάσεων αποτελεί στοίχημα, που δεν ακόμα τελεσφορήσει τόσο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη όσο και για τον Αλέξη Τσίπρα, επιχειρείται η διαμόρφωση συγκρουσιακής κατάστασης στα media, με νεο-εμφυλιακού τύπου εξάρσεις, όπως η αναφορά του δημοσιογράφου του ΣΚΑΪ Παναγιώτη Λάμψια ότι στον ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν τη 17Ν. Διατυπώσεις όπως αυτή, καταδεικνύουν ότι το Μαξίμου έβγαλε από τη “ναφθαλίνη” το playbook εκλογικών αναμετρήσεων της δεκαετίας του 1980, όταν επιχειρήθηκε να καταδειχθεί υποδορίως ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν αρχηγός της 17Ν.
Προηγουμένως, η ΝΔ επιχείρησε πρόδηλα να περιορίσει τις εκροές προς τα ακροδεξιά, περνώντας φωτογραφικό νόμο για την απαγόρευση του κόμματος Κασιδιάρη και -όπως όλα δείχνουν- συμβάλλοντας στην αποσταθεροποίηση της Ελληνικής Λύσης.
Ο Αλέξης Τσίπρας, από την άλλη πλευρά, επιχείρησε να κινηθεί ξεκάθαρα προς τον χώρο του κέντρου, αποκηρύσσοντας -πρακτικά- τον “Ρ” από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και ενισχύοντας το “Π”. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται άνωθεν επιβεβλημένες προσχωρήσεις όπως του Ευάγγελου Αντώναρου. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε να διευρύνει την απεύθυνσή του στη νέα γενιά, αλλά χωρίς πολιτικά και με χαλαρά ιδεολογικά κριτήρια, όπως φαίνεται από την επιλογή του ράπερ Μιθριδάτη και την υποεκπροσώπιση της κοινωνίας των πολιτών και κινημάτων στα ψηφοδέλτια και στην εν γένει διαδικασία.