Μπορεί η ελβετική κυβέρνηση να εξανάγκασε το deal UBS-Credit Suisse να για διασώσει τη βαριά βιομηχανία της χώρας, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο χρηματοοικοομικός τομέας της Δύσης έχει βγει στο ξέφωτο, κάθε άλλο. Ενδεικτικό της κρισιμότητας των στιγμών είναι η ανάληψη συντονισμένης δράσης από τη Fed και άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες να διευρύνουν τα συναλλαγματικά swaps με το δολάριο, για ενισχύσουν την προσβασιμότητα περιφερειακών τραπεζών σε ρευστότητα.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και πολλές άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες ανακοίνωσαν μια συντονισμένη προσπάθεια την Κυριακή το βράδυ για την ενίσχυση της ροής δολαρίων ΗΠΑ μέσω του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος με στόχο τη διατήρηση της ροής πιστώσεων προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
«Η Τράπεζα του Καναδά, η Τράπεζα της Αγγλίας, η Τράπεζα της Ιαπωνίας, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Federal Reserve και η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας ανακοινώνουν σήμερα μια συντονισμένη δράση για την ενίσχυση της παροχής ρευστότητας μέσω των πάγιων συμφωνιών ανταλλαγής ρευστότητας σε δολάρια ΗΠΑ»,
όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι κεντρικές τράπεζες σε κοινή δήλωση.
Η δήλωση της Κυριακής ήρθε λίγες ώρες αφότου οι ελβετικές αρχές ενορχήστρωσαν την εξαναγκασμένη εξαγορά της Credit Suisse από την UBS.
Η κατάρρευση της Credit Suisse
Η Credit Suisse – μια από τις 30 πιο σημαντικές τράπεζες στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα – βρέθηκε στο επίκεντρο δίνης, αιμορραγώντας περί τα 10 δισ. ημερησίως από καταθέσεις.
Η αναταραχή στην αγορά ήταν αποτέλεσμα πρωτίστως των δύο πτωχεύσεων της SVB και της Signature Bank στις ΗΠΑ.
Η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι:
“Εάν οι τράπεζες βρίσκονται υπό πίεση, μπορεί να είναι απρόθυμες να δανείσουν”, δήλωσε η Yellen την Πέμπτη σε κατάθεση στην Επιτροπή Οικονομικών της Γερουσίας. «Θα μπορούσαμε να δούμε την πίστωση να γίνεται πιο ακριβή και λιγότερο διαθέσιμη».
Σφίγγει πολύ η τραπεζική πίστη
Η Κριστίν Λαγκάρντ, είπε στους δημοσιογράφους την Πέμπτη ότι «επίμονα αυξημένες εντάσεις στην αγορά» θα μπορούσαν να περιορίσουν περαιτέρω τους πιστωτικούς όρους που ήδη σφίγγονταν ως απάντηση στην αύξηση των επιτοκίων.
Τα νομισματικά swaps
Οι γραμμές ανταλλαγής είναι συμφωνίες μεταξύ δύο κεντρικών τραπεζών για την ανταλλαγή νομισμάτων. Επιτρέπουν σε μια κεντρική τράπεζα να λαμβάνει ξένο νόμισμα από την κεντρική τράπεζα που το εκδίδει και να το διοχετεύουν σε εμπορικές τράπεζες της χώρας τους.
Η γραμμή ανταλλαγής μεταξύ της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και της ΕΚΤ, για παράδειγμα, επιτρέπει στην ΕΚΤ να λαμβάνει δολάρια ΗΠΑ σε αντάλλαγμα για ισοδύναμο ποσό ευρώ. Η ΕΚΤ μπορεί στη συνέχεια να διανείμει αυτά τα δολάρια σε εμπορικές τράπεζες στις 20 χώρες που χρησιμοποιούν το ευρώ.
Σύμφωνα με την ΕΚΤ, οι συμφωνίες μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό εργαλείο για τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και την αποφυγή της έντασης στην αγορά που επηρεάζει την οικονομία. Κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, οι αγορές χρηματοδότησης στερήθηκαν λόγω της ακραίας αποστροφής για τον κίνδυνο.
Υπό αυτές τις συνθήκες, κατέστη δύσκολο για τις τράπεζες της ζώνης του ευρώ να αποκτήσουν δολάρια ΗΠΑ.
Από τη Δευτέρα έως τουλάχιστον το τέλος Απριλίου, η Fed και άλλες κεντρικές τράπεζες θα διαθέτουν δολάρια σε καθημερινή βάση και όχι σε εβδομαδιαία βάση.
«Το δίκτυο των γραμμών ανταλλαγής μεταξύ αυτών των κεντρικών τραπεζών είναι ένα σύνολο διαθέσιμων πάγιων διευκολύνσεων και χρησιμεύει ως σημαντική υποστήριξη ρευστότητας για την ανακούφιση των πιέσεων στις παγκόσμιες αγορές χρηματοδότησης, συμβάλλοντας έτσι στον μετριασμό των επιπτώσεων τέτοιων πιέσεων στην παροχή πιστώσεων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις», προστίθεται στην ανακοίνωση.