Την παρέμβαση της Εθνικής Τράπεζας της Ελβετίας για την σταθεροποίηση της Credit Suisse, με δήλωση στήριξης και δάνειο 55 δισ. ευρώ, προκάλεσε τελικά η κρίση αξιοπιστίας μετά την κατάρρευση των SVB και Signature Bank στις ΗΠΑ. Οι αγορές, πλέον, έχουν καταστεί υπερευαίσθητες στις αρνητικές ειδήσεις από τον χρηματοοικονομικό τομέα, καθώς η ραγδαία αύξηση των επιτοκίων αναγκάζει τους traders να επαναξιολογήσουν το ρίσκο βίαια.
Η Credit Suisse Group AG συνήψε συμφωνία να δανειστεί έως και 50 δισ. ελβετικά φράγκα (55 δισ. ευρώ) από την Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας, ενώ παράλληλα ανακοίνωσε προσφορά για επαναγορά ομολόγων της, σε μια προσπάθεια να αντιστρέψει την κατάρρευση της εμπιστοσύνης της αγοράς.
Το μέγεθος της παρέμβασης, βέβαια, δείχνει ότι μείζον πρόβλημα δεν είναι η επαναγορά χρέους, αλλά η εκροή καταθέσεων που μάλλον ξέφυγε κάθε ελέγχου.
Η Credit Suisse που κλυδωνίζεται, πριν από την κατάρρευση των αμερικανικών τραπεζών, θα δανειστεί κεφάλαια από γραμμή διευκόλυνσης ρευστότητας από την Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας. Εν συνεχεία, θα κάνει δημοπρασία για την επαναγορά ομολόγων της σε δολάρια και ευρώ, ύψους έως 4 δισ. φράγκα, σύμφωνα με ανακοίνωση που εξέδωσε.
Η έμπρακτη στήριξη της Εθνικής Τράπεζας της Ελβετίας στην Credit Suisse στόχο έχει να αντιμετωπίσει την κρίση εμπιστοσύνης στη συγκεκριμένη τράπεζα, καθώς και να προστατέψει τη βαριά βιομηχανία της χώρας, που δεν είναι άλλη από τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Η παρέμβαση αυτή ακολουθεί την κατάρρευση της μετοχής της τράπεζας και την κίνηση της της ΕΚΤ να ζητήσει από τις ευρωπαϊκές τράπεζες στοιχεία για την έκθεσή τους στην Credit Suisse.
Το timeline της κατάρρευσης
Η μετοχή της Credit Suisse υποχώρησε έως και 31% στις συναλλαγές στο χρηματιστήριο της Ζυρίχης, σημειώνοντας νέο ιστορικό χαμηλό, ενώ τα ομόλογά της απαξιώθηκαν, σηματοδοτώντας ουσιαστικά την απώλεια εμπιστοσύνης των επενδυτών στην διοίκηση και την τράπεζα. Το πλέον ανησυχητικό όμως ήταν η εκτόξευση των CDS της τράπεζας στα επίπεδα που είχαν φτάσει τα ασφάλιστρα κινδύνου των ελληνικών τραπεζών όταν η Ελλάδα απειλούνταν με χρεοκοπία.
Την κατάσταση ενέτεινε η ανακοίνωση που εξέδωσε η Credit Suisse για αδυναμίες στον εσωτερικό έλεγχο που εντόπισε ο ελεγκτής, γεγονός που κλόνισε έτι περαιτέρω την εμπιστοσύνη των επενδυτών στην αξιοπιστία των οικονομικών καταστάσεων και στοιχείων που παρέχει η τράπεζα. Τη χαριστική βολή φαίνεται ότι έδωσε ο μεγαλύτερος μέτοχος της τράπεζας η Εθνική Τράπεζα της Σαουδικής Αραβίας, η οποία ξεκαθάρισε ότι δεν προτίθεται να επενδύσει περισσότερα, αναφέροντας ότι έχει ρυθμιστικό πρόβλημα και δεν μπορεί να υπερβεί το 10%.
Η υπεραντίδραση αυτή των αγορών δεν άφησε περιθώρια, αναγκάζοντας την διοίκηση της Credit Suisse να ζητήσει στήριξη και την Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας να την προσφέρει ώστε να αποφευχθεί η περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης.
«Αυτά τα μέτρα δείχνουν αποφασιστική δράση για την ενίσχυση της Credit Suisse καθώς συνεχίζουμε τον στρατηγικό μας μετασχηματισμό»,
ανέφερε στη δήλωση ο Διευθύνων Σύμβουλος Ulrich Koerner.
«Η ομάδα μου και εγώ είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε γρήγορα για να προσφέρουμε μια απλούστερη και πιο εστιασμένη τράπεζα που βασίζεται στις ανάγκες των πελατών».
Επαναγορά χρέους
Η Credit Suisse ανακοίνωσε τη δεύτερη επαναγορά χρέους σε διάστημα μόλις έξι μηνών, καθώς προσπαθεί να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Ειδικότερα, ανακοίνωσε προσφορά για επαναγορά ομολόγων περίπου 3 δισ. δολάρια του χρέους της τον περασμένο Οκτώβριο, λέγοντας -εκείνη την εποχή- ότι ήθελε να «εκμεταλλευτεί τις συνθήκες της αγοράς για να επαναγοράσει χρέος σε ελκυστικές τιμές».
Η τελευταία δημοπρασία αφορά δέκα ομόλογα ανώτερης αξίας έως και 2,5 δισ. δολάρια, καθώς και για τέσσερα ομόλογα σε ευρώ ύψους άνω των 500 εκατ. ευρώ.
Τα προβλήματα
Η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας, που ιδρύθηκε το 1856, έχει πληγεί τα τελευταία χρόνια από μια σειρά σκανδάλων και διοικητικών αστοχιών, ενώ έχει βρεθεί στο επικεντρο και δικαστικών ερευνών.
Η ζημιά 7,3 δισ. φράγκων πέρυσι εξάλειψε τα κέρδη της προηγούμενης δεκαετίας. Η δεύτερη, σε δύο χρόνια, αλλαγή στρατηγικής από την τράπεζα δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να κερδίσει τους επενδυτές ή να σταματήσει τις εκροές πελατών.
Καθώς τα επιτόκια ανεβαίνουν και δύο αμερικανικές τράπεζες κατέρρευσαν απρόσμενα, ο φακός ρίσκου μέσα από τον οποίο προσεγγίζουν οι επενδυτές τον χρηματοπιστωτικό τομέα ενισχύθηκε τόσο που η ταλαιπωρημένη τράπεζα φάνηκε …σπασμένη.
Δηλώσεις της διοίκησης
Ο διευθύνων σύμβουλος Koerner ζήτησε την Τρίτη για υπομονή και είπε ότι η οικονομική κατάσταση της τράπεζας είναι υγιής.
Επεσήμανε τον δείκτη κάλυψης ρευστότητας, ο οποίος δείχνει ότι η τράπεζα μπορεί να διαχειριστεί εκροές άνω του ενός μήνα σε μια περίοδο στρες.
Ο πρόεδρος Axel Lehmann είχε πει σε συνέδριο την Τετάρτη ότι η κρατική βοήθεια «δεν αποτελεί ζήτημα» και οι προσπάθειες να επιστρέψει στην κερδοφορία η τράπεζα δεν συγκρίνονται με τα σοβαρά προβλήματα ρευστότητας που πλήττουν τους μικρότερους δανειστές στις ΗΠΑ.