Πάτο ξύνει η μετοχή της Credit Suisse καθώς έχει υποχωρήσει κατα 15% από το ωστικό κύμα της κατάρρευσης SVB και Signature στις ΗΠΑ και καθώς ανακοίνωσε ότι εντόπισε εσωτερικά ουσιώδεις αδυναμίες στις διαδικασίες υποβολής οικονομικών καταστάσεων για το 2022 και το 2021.
Η Credit Suisse Group AG δήλωσε ότι εντόπισε «ουσιώδεις αδυναμίες» στις διαδικασίες υποβολής οικονομικών εκθέσεων για τα έτη 2022 και 2021 και υιοθετεί ένα σχέδιο αποκατάστασης.
Ο CEO της τράπεζας ζητά από τους επενδυτές και τους καταθέτες υπομονή, υποστηρίζοντας ότι το business plan εκτελείται κανονικά και σε τομείς ακόμα και ταχύτερα από τον οδικό χάρτη, υπογραμμίζοντας ότι πρόκειται για τριετή σχεδιασμό η υλοποίηση του οποίου ξεκίνησε προ δύο μηνών. Ειδικότερα, ο Ulrich Koerner επισημαίνει ότι ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης ανακοινώθηκε προ διμήνου και είναι τριετές, είναι λοιπόν αδύνατο να υλοποιηθεί σε δύο μήνες.
Στο μεταξύ, όμως, η Credit Suisse χάνει μαζικά καταθέσεις, με ρυθμό μάλιστα, που χαρακτηρίζεται αντίστοιχος bank run.
Τα με τα επιτόκια να ανεβαίνουν, την εμπιστοσύνη των επενδυτών και των καταθετών στις τράπεζες να κλονίζεται λόγω της κατάρρευσης της SVB, ο χρόνος δεν φαίνεται να είναι σύμμαχος του CEO, ο οποίος καλείται να κάνει θαύματα και να σταματήσει την αιμορραγία.
Ανεπαρκής εσωτερικός έλεγχος
Για τα δύο χρόνια «ο εσωτερικός έλεγχος του ομίλου επί της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης δεν ήταν αποτελεσματικός», ανέφερε η Credit Suisse στην ετήσια έκθεσή της που δημοσιεύθηκε σήμερα. «Η Διοίκηση κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι οι έλεγχοι και οι διαδικασίες δημοσιοποίησης δεν ήταν αποτελεσματικές».
Η τράπεζα αναγκάστηκε να καθυστερήσει τη δημοσίευση της ετήσιας έκθεσής της από την περασμένη εβδομάδα, αφού οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ έθεσαν ερωτήματα την τελευταία στιγμή. Η Credit Suisse δεν διευκρίνισε εάν αυτά είχαν επιλυθεί.
Οι ουσιώδεις αδυναμίες που εντοπίστηκαν σχετίζονται με την αδυναμία σχεδιασμού και διατήρησης αποτελεσματικών αξιολογήσεων κινδύνου στις οικονομικές της καταστάσεις, ανέφερε η τράπεζα.
Η PWC βρήκε την τρύπα
«Η PwC, η ανεξάρτητη εγγεγραμμένη λογιστική εταιρία που έλεγξε τις οικονομικές καταστάσεις για το έτος που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2022, που περιλαμβάνονται σε αυτήν την ετήσια έκθεση, έχει εκδώσει αρνητική γνώμη σχετικά με την αποτελεσματικότητα του εσωτερικού ελέγχου του ομίλου στη χρηματοοικονομική αναφορά στις 31 Δεκεμβρίου, 2022», είπε η Credit Suisse.
Εν τω μεταξύ, ο πρόεδρος της Credit Suisse Group AG Axel Lehmann παραιτείται από την πληρωμή 1,5 εκατομμυρίου ελβετικών φράγκων (1,6 εκατομμυρίων δολαρίων) για το πρώτο πλήρες έτος εργασίας του, καθώς η τράπεζα κατέγραψε τη χειρότερη ετήσια επίδοσή της από την οικονομική κρίση του 2008.
Ο Lehmann, ο οποίος ανέλαβε τον ρόλο τον Ιανουάριο του 2022, δεν θα λάβει την τυπική αμοιβή που συνήθως καταβάλλεται πάνω από τους μισθούς των μελών του διοικητικού συμβουλίου, σύμφωνα με την έκθεση αποζημιώσεων της τράπεζας.
Η κατάσταση βελτιώνεται, αλλά…
Η επιχειρηματική δυναμική βελτιώθηκε αυτό το τρίμηνο, συμπεριλαμβανομένης της μονάδας των αγορών, δήλωσε ο Koerner σε συνέντευξη στο Bloomberg TV την Τρίτη, προσθέτοντας ότι η τράπεζα προσέλκυσε κεφάλαια μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank. Ο Koerner αναζητά χρόνο για να ολοκληρώσει το σχέδιο ανάκαμψης και έδειξε ότι δεν έχει επικεντρωθεί στη μετοχή, η οποία αιωρείται κοντά σε ιστορικό χαμηλό.
Η μετοχή της Credit Suisse καταγράφει απώλειες της τάξης του 15% στις τελευταίες συνεδριάσεις, τη μεγαλύτερη από οποιαδήποτε μεγάλη ευρωπαϊκή τράπεζα, καθώς η κατάρρευση της Silicon Valley Bank προκάλεσε panic-selling. Ο δανειστής ανέφερε στην ετήσια έκθεσή του νωρίτερα την Τρίτη ότι οι εκροές πελατών συνεχίστηκαν τον Μάρτιο και επισήμανε αδυναμίες στις διαδικασίες του για χρηματοοικονομική αναφορά.
Η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας, η οποία έχει ρίζες στο 1856, έχει χτυπηθεί τα τελευταία χρόνια από μια σειρά από προβλημάτων και σκανδάλων, που είχαν σαν αποτέλεσμα διαρκείς αλλαγές στην ηγετική ομάδα και του CEO, καθώς και σημαντικές νομικές επιπλοκές.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος, η τράπεζα πέρυσι ενέγραψε ζημιές 7,3 δισεκατομμυρίων φράγκων, που ισούται με τα κέρδη της τελευταίας 10ετίας.