Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) απέρριψε την Παρασκευή τις εκκλήσεις των ευρωπαϊκών τραπεζών να χαλαρώσουν τους κανόνες για την κεφαλαιακή επάρκεια και τους δείκτες MREL, ώστε να ενισχύσουν τον δανεισμό να μπορέσουν να ανταγωνιστούν τις αμερικανικές.
Η ΕΚΤ απάντησε σε έκθεση της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ομοσπονδίας και των συμβούλων Oliver Wyman, η οποία ανέφερε ότι ενώ η τραπεζική ρύθμιση συντονίζεται διεθνώς από τις ρυθμιστικές αρχές, εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι κανόνες στην πράξη και στον τρόπο εφαρμογής τους.
«Μια επανεξέταση των τρεχουσών κεφαλαιακών απαιτήσεων και των εποπτικών διαδικασιών θα μπορούσε να απελευθερώσει χωρητικότητα για περίπου 4-4,5 τρισεκατομμύρια ευρώ πρόσθετου δανεισμού στην καλύτερη περίπτωση, που αντιπροσωπεύει αύξηση σχεδόν 30% σε σύγκριση με τον τρέχοντα όγκο τραπεζικού δανεισμού», αναφέρει η έκθεση.
Η έκθεση υπογραμμίζει τη διαφορά στα ρυθμιστικά πρότυπα, το κόστος που προκαλείται στις τράπεζες της ΕΕ σε σύγκριση με τις αντίστοιχες τράπεζες των ΗΠΑ μπορεί να εξηγήσει 0,8-1,0 ποσοστιαίες μονάδες ενός κενού σε απόδοση ιδίων κεφαλαίων, το οποίο είναι ένα μέτρο κερδοφορίας.
Η ΕΚΤ δήλωσε ότι είναι ανοιχτή να συζητήσει με τον κλάδο πώς μπορούν να βελτιωθούν περαιτέρω οι εποπτικές διαδικασίες.
Οι τράπεζες διατηρούν πλέον περισσότερα κεφάλαια μετά τη διάσωσή τους από τους φορολογούμενους στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Ο Επικεφαλής του SSM, του ελεγκτικού βραχίονα της ΕΚΤ, Αντρέα Ενρία, δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι το βασικό ζήτημα για τις τράπεζες ήταν η υποτονική κερδοφορία καθώς “η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας δεν ήταν εκεί που θα έπρεπε”, αν και η αύξηση των επιτοκίων θα συμβάλει στην κάλυψη του κενού.
«Οι φορείς χάραξης πολιτικής θα πρέπει να ενισχύσουν τις προσπάθειές τους για την ολοκλήρωση των τραπεζικών ενώσεων και των κεφαλαιαγορών»,
αναφέρεται στην έκθεση, σχετικά με τα έργα της ΕΕ για την εμβάθυνση της κεφαλαιαγοράς της και τη δημιουργία μιας πιο ανταγωνιστικής διασυνοριακής τραπεζικής αγοράς.
«Από την πλευρά τους, οι τράπεζες θα πρέπει να διατηρήσουν την εστίασή τους στη βελτίωση της λειτουργικής αποτελεσματικότητας και της ψηφιοποίησης.
Θα πρέπει να τοποθετηθούν για μια πολυαναμενόμενη διαδικασία ενοποίησης στην ευρωζώνη που θα ενθαρρύνει επίσης την καλύτερη κατανομή των πόρων πέρα από τα σύνορα της ΕΕ».