Οσμή γεωπολιτικού ανταγωνισμού και πολιτικού ρεβανσισμού αποκτούν τα έκτακτα μέτρα με επιπλέον υποχρεωτικούς ελέγχους στους ταξιδώτες από την Κίνα που θεσπίζουν διάφορες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ιταλία, καθώς το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Ασθενειών (ECDC) υποστηρίζει ότι είναι «αδικαιολόγητα».
Η θέσπιση του μέτρου των υποχρεωτικών τεστ για την Covid-19 στην ΕΕ για τους πολίτες που έρχονται από την Κίνα είναι «αδικαιολόγητη», εκτιμά το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Ασθενειών (ECDC).
Μετά και την ανακοίνωση του ECDC καθίσταται σαφές ότι η λήψη πρόσθετων μέτρων και μάλιστα με τη μέθοδο του κατεπείγοντος, αποτελεί πολιτική και όχι επιδημιολογική απόφαση, τη στιγμή, μάλιστα, που η Κίνα ανακοινώνει χαλάρωση, με μεγάλη καθυστέρηση και ενώ στην ΕΕ υπάρχει ήδη έξαρση.
Το Κέντρο επεξηγεί την παραπάνω δήλωση, τονίζοντας -σε ανακοίνωσή του- πως οι χώρες της ΕΕ «έχουν σχετικά υψηλά επίπεδα ανοσοποίησης και εμβολιασμού» και «οι παραλλαγές που κυκλοφορούν στην Κίνα, κυκλοφορούν ήδη στην ΕΕ».
Το ECDC εκτιμά πως «οι πιθανές λοιμώξεις» που μπορεί να εισαχθούν είναι «σχετικά περιορισμένες» σε σύγκριση με τον αριθμό εκείνων που κυκλοφορούν ήδη καθημερινά.
Επιπροσθέτως, τα συστήματα υγείας «είναι σήμερα σε θέση να διαχειριστούν» την ασθένεια.
Πάντως πολλές χώρες, όπως η Ιταλία, η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ έχουν ήδη επιβάλει υποχρεωτικά τεστ σε όλους τους ταξιδιώτες που φτάνουν από την Κίνα.
Συντονισμό ζητά η Κομισιόν
Από την πλευρά της η Κομισιόν υπογραμμίζει την ανάγκη συντονισμού των εθνικών απαντήσεων απέναντι στις διασυνοριακές υγειονομικές απειλές.
ADVERTISING
Ειδικότερα, σε ανάρτησή της στο Twitter η Γενική Διεύθυνση Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έπειτα από συνεδρίαση που έλαβε χώρα σήμερα με θέμα την κατάσταση της COVID-19 στην Κίνα αναφέρει:
«Ο συντονισμός των εθνικών απαντήσεων σε σοβαρές διασυνοριακές υγειονομικές απειλές είναι ζωτικής σημασίας. Σήμερα, η Επιτροπή Υγειονομικής Ασφάλειας της ΕΕ συνεδρίασε για να συζητήσει την κατάσταση της COVID-19 στην Κίνα με τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης/Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Πρέπει να δράσουμε από κοινού και θα συνεχίσουμε τις συζητήσεις μας».