Κινητικότητα που τόσο σε επίπεδο έντασης όσο και σημειολογικά προκαλεί ανησυχία, αναπτύσσεται στη Νότια Σινική Θάλασσα με επίκεντρο την Ταϊβάν, λίγο μετά τις κινήσεις εξομάλυνσης σχέσεων Σι – Μπάιντεν. Η περιοχή αναβαθμίζεται πλέον στον χάρτη κινδύνων, καθώς θα μπορούσε να αποτελέσει ιδανικό πεδίο για την εμπέδωση της αμφισβήτησης της αμερικανικής κυριαρχίας, σε συνέχεια της Ουκρανίας και παράλληλα με το Ιράν….
Η Κίνα έστειλε αριθμό ρεκόρ μαχητικών αεροσκαφών παραβιάζοντας τον εναέριο χώρο της Ταϊβάν, με τα αμερικανικά media να ερμηνεύουν τις κινήσεις ως επίδειξη δύναμης προς την κυβέρνηση Μπάιντεν. Παράλληλα, οι NY Times εκτιμούν ότι το Πεκίνο θέλει να διατηρήσει την πίεση στην Ταϊβάν, ακόμη και όταν ορισμένες εντάσεις μεταξύ των υπερδυνάμεων εκτονώνονται.
Διεθνώς, οι κινήσεις του Πεκίνου εκλαμβάνονται απάντηση στην κλιμάκωση από τις ΗΠΑ, καθώς η κυβέρνηση Μπάιντεν πέρασε νομοσχέδιο που δεσμεύει πόρους έως και 10 δισ. για τον στρατιωτικό εξοπλισμό της Ταϊβάν τα επόμενα χρόνια.
Συνδυαστικά, οι πολιτικές πρωτοβουλίες Μπάιντεν και η απειλή στρατιωτικοποίησης της έντασης από τον Σι, διαμορφώνουν πεδίο αντιπαράθεσης που προσομοιάζει με αυτό που είχε διαμορφωθεί πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Αν και το Πεκίνο έχει πάντα επιδείξει αυτοσυγκράτηση και στρατηγική λελογισμένης και ελεγχόμενης κλιμάκωσης, δεν είναι σαφες πως θα ανταποκριθεί στην αλλαγή δόγματος από στην Ουάσιγκτον.
Auditor’s note: Πηγές έντασης… Η σκοπιμότητα του μετώπου
Καθώς ο πόλεμος στη Ουκρανία ανανέωσε τη δυναμική συγκρότησης του ανατολικού μπλοκ στη βάση ξεκάθαρου αντιδυτισμού, το ενδεχόμενο το Πεκίνο να απαντήσει σφόδρα στην πολιτική εμπέδωσης της αμερικανικής επιρροής στην Ταϊβάν, αποτελεί ενδεχόμενο που θα απασχολεί βαθμιαία εντονότερα τους αναλυτές το 2023.Μπορεί η Ταϊβάν να “κείται μακράν” κατά την γνωστή ρήση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο αντίκτυπος όμως μιας ακόμα έμμεσης σύγκρουσης των ΗΠΑ, αυτή τη φορά με την Κίνα, στη νότια Σινική Θάλασσα θα είναι τεράστιος και για την Ευρώπη. Αρκεί μόνο να αναλογιστεί κάποιος τί συνέβη όταν έκλεισαν από το ατύχημα του Evergreen τα στενά του Γιβραλτάρ και τί ελλείψεις αντιμετώπισαν σε ημιαγωγούς ΗΠΑ και ΕΕ από το lockdonwn λόγω covid στην Κίνα.
Συνδυαστικά, ενδεχόμενη -ακόμη και μικρής έκτασης σύγκρουση- στη νότια Σινική Θάλασσα, με επίκεντρο την Ταϊβάν, θα είχε πολλαπλασιαστικά μεγαλύτερο αντίκτυπο, καθώς θα προστίθετο στα ήδη ανοιχτά μέτωπα και θα ενέτεινε την αίσθηση αμφισβήτησης του διεθνούς status quo, με τρόπο που θα ήταν δύσκολο να υποβαθμιστεί. Παράλληλα, η αμφισβήτηση των ΗΠΑ από την Ρωσία και την Κίνα, με ευθύ τρόπο θα μπορούσε να αποτελέσει έναυσμα και για άλλες τέτοιες κινήσεις από το Ιράν, αλλά και από μικρότερες χώρες, τροφοδοτώντας πηγές έντασης διεθνώς.
Η Ευρώπη, πλέον, κινείται για την ανάπτυξη αυτόνομης βιομηχανικής παραγωγής ημιαγωγών, προοπτική που η πραγμάτωσή της θέλει χρόνια και για την οποία δεν υπάρχουν, σε αυτή τη φάση επαρκείς εναλλακτικές. Μια κρίση στη νότια Σινική Θάλασσα θα προκαλούσε αναστάτωση στην εφοδιαστική αλυσίδα, η οποία θα επέτεινε τις πληθωριστικές πιέσεις και θα ανάγκαζε το χέρι της ΕΚΤ, βυθίζοντας αναπόδραστα σε ύφεση την Ευρωζώνη.
Το Crisis Monitor παρακολουθεί στενά και επί του πεδίου τις εξελίξεις στην περιοχή και έχει εγκαίρως επισημάνει τους κινδύνους που γεννά το ενδεχόμενο ανάφλεξης του μετώπου σε αυτή τη φάση.
Οι προκλήσεις – απαντήσεις του Πεκίνου
Το σμήνος των κινεζικών μαχητικών αεροσκαφών, αεροπλάνα θαλάσσιας περιπολίας και μη επανδρωμένα αεροσκάφη που παραβίασαν τον εναέριο χώρο κοντά στην Ταϊβάν το 24ωρο που οδήγησε στο πρωί της Δευτέρας έδειξε την διάθεση του Πεκίνου για αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες γύρω από την Ταϊβάν.
Η στρατιωτική δραστηριότητα — η οποία, σύμφωνα με την Ταϊβάν, περιελάμβανε τουλάχιστον 71 κινεζικά αεροσκάφη — ήρθε λίγες μέρες μετά την τελευταία κίνηση του Προέδρου Μπάιντεν να επεκτείνει την αμερικανική υποστήριξη. Το Πεκίνο έχει καταγγείλει τη στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών ως προσπάθεια να συγκρατήσουν την Κίνα και να παρέμβουν στις εσωτερικές της υποθέσεις.
Οι εντάσεις σχετικά με την Ταϊβάν έχουν αυξηθεί μετά την επίσκεψη της προέδρου της Βουλής των ΗΠΑ, Νάνσι Πελόζι, τον Αύγουστο. Το Πεκίνο έχει εντείνει τη δραστηριότητά στην περιοχή με αρκετές ημέρες ασκήσεων με πραγματικά πυρά. Η Κίνα ανακοίνωσε ότι η άσκηση είχε στόχο να βελτιώσει την ικανότητά της να διεξάγει κοινές περιπολίες και στρατιωτικά πλήγματα,
ξεκαθαρίζοντας παράλληλα ποιος ήταν ο στόχος.
«Αυτή ήταν μια σταθερή απάντηση στην τρέχουσα κλιμάκωση της συμπαιγνίας και των προκλήσεων από τις ΗΠΑ και την Ταϊβάν»,
δήλωσε ο Συνταγματάρχης Shi Yi, εκπρόσωπος της Διοίκησης του Ανατολικού Τομέα του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, που καλύπτει την Ταϊβάν.
Το νομοσχέδιο Μπάιντεν
Το νομοσχέδιο στρατιωτικής πολιτικής που υπέγραψε ο Πρόεδρος Μπάιντεν σε νομοθεσία την Παρασκευή καθορίζει τις προτεραιότητες εθνικής ασφάλειας για το επόμενο έτος. Φέτος, οι Αμερικανοί νομοθέτες, βλέποντας τον παρατεταμένο πόλεμο στην Ευρώπη και τις αυξανόμενες εντάσεις με την Κίνα, ενέκριναν χρηματοδότηση για την Ουκρανία και έως και 10 δισ. δολάρια τα επόμενα πέντε χρόνια για την Ταϊβάν.
Η γνωστή διελκυστίνδα
Για χρόνια, η Κίνα στέλνει ναυτικές και αεροπορικές δυνάμεις στη νοτιοδυτική γωνία της ζώνης αναγνώρισης αεράμυνας της Ταϊβάν ως τρόπο δοκιμής και εξάντλησης της αποφασιστικότητας του νησιού ενάντια σε μια πιθανή στρατιωτική επίθεση. Η ζώνη αναγνώρισης αεράμυνας, ή ADIZ, είναι μεγαλύτερη από τον κυρίαρχο εναέριο χώρο που διεκδικεί η Ταϊβάν και χρησιμεύει ως μονομερώς δηλωμένη περιοχή στην οποία οι αρχές του νησιού διεκδικούν ειδικά δικαιώματα να ενημερώνουν τα αεροσκάφη να ταυτοποιηθούν.
Η Πελόσι έβαλε φωτιές
Οι στρατιωτικές πτήσεις της Κίνας γύρω από την Ταϊβάν έχουν αυξηθεί μετά την επίσκεψη της κας Πελόζι, ένα ταξίδι που ενίσχυσε την υποψία στο Πεκίνο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν χαλαρώσει τη δέσμευσή τους απέναντι στην πολιτική της «Ενιαίας Κίνας». Σύμφωνα με αυτήν την πολιτική, η Ουάσιγκτον αναγνωρίζει, αλλά δεν υποστηρίζει, τη θέση του Πεκίνου ότι η Ταϊβάν είναι μέρος της Κίνας.
Η Ουάσιγκτον λέει επίσης ότι η διευθέτηση του καθεστώτος της Ταϊβάν πρέπει να γίνει ειρηνικά και ένας νόμος του 1979 βεβαιώνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να παρέμβουν σε περίπτωση επίθεσης στην Ταϊβάν. Κινέζοι αξιωματούχοι και ειδικοί λένε ότι οι διαδοχικοί Αμερικανοί πρόεδροι έχουν κλίνει προς την Ταϊβάν, ενώ Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε ότι το Πεκίνο έχει αποσταθεροποιήσει στενές σχέσεις μέσα από πολεμικές πράξεις και ρητορική.
Η τελευταία στρατιωτική άσκηση σηματοδότησε την κατάρριψη ενός ρεκόρ μιας ημέρας, τόσο ως προς τον συνολικό αριθμό των αεροσκαφών που αναπτύχθηκαν όσο και στον αριθμό που διέσχισαν τη λεγόμενη διάμεση γραμμή, ένα άτυπο όριο μεταξύ των δύο πλευρών. Σαράντα επτά από τα 71 αεροσκάφη πέρασαν αυτή τη γραμμή, σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν.
Η παραβίαση της γραμμής θεωρείται ισχυρότερη πρόκληση, επειδή το αεροσκάφος θα βρισκόταν σε ευθεία πορεία πάνω από την Ταϊβάν, εάν δεν απομακρυνόταν.
Σε δήλωσή του τη Δευτέρα, το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν ανακοίνωσε ότι ο στρατός παρακολουθεί την κατάσταση και ανέθεσε στην πολεμική αεροπορία του, στο Πολεμικό Ναυτικό και την αεράμυνα να ανταποκριθούν.
«Αυτό που κάνει το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα ανέδειξε για άλλη μια φορά τη νοοτροπία του να χρησιμοποιεί βία για να επιλύσει τις διαφορές και να υπονομεύσει την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα»,
ανέφερε το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν σε δήλωση την Κυριακή.
Auditor’s note: Η ισορροπία δυνάμεων και οι κίνδυνοι
Ο κ. Xi, όπως και οι προηγούμενοι ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος, έχει πει ότι θέλει να φέρει ειρηνικά την Ταϊβάν υπό την κινεζική κυριαρχία, αλλά δεν θα αποκλείσει τη χρήση βίας. Πολλοί ειδικοί λένε ότι η ισορροπία της ένοπλης δύναμης στα στενά της Ταϊβάν έχει αλλάξει προς όφελος της Κίνας και ορισμένοι πιστεύουν ότι ο κ. Σι θα μπορούσε να εντείνει τη στρατιωτική πίεση στην Ταϊβάν τα επόμενα χρόνια.
Η τελευταία ετήσια έκθεση του Πενταγώνου σχετικά με τις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις, που κυκλοφόρησε τον περασμένο μήνα, υποστηρίζει ότι η προσπάθεια κατάληψης του ελέγχου της Ταϊβάν παραμένει ένα τρομακτικό και δυνητικά καταστροφικό στοίχημα για τον κ. Σι.
«Η μεγάλης κλίμακας αμφίβια εισβολή είναι μια από τις πιο περίπλοκες και δύσκολες στρατιωτικές επιχειρήσεις», ανέφερε η έκθεση. Οι πιθανές αποτυχίες και ένα πιθανό κύμα διεθνούς κακομεταχείρισης, προστίθεται, θα καθιστούσε μια εισβολή έναν «σημαντικό πολιτικό και στρατιωτικό κίνδυνο για τον Σι Τζινπίνγκ και το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα, ακόμη και αν υποθέσουμε μια επιτυχή απόβαση και επιχείρηση».