Δύο κινήσεις αναμένεται να ανακοινώσει σήμερα η ΕΚΤ, καθώς επιδιώκει να περιορίσει ενεργά τη ζήτηση, αν και ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη είναι αποδεδειγμένα ζήτημα προσφοράς και ενεργειακής κρίσης. Οι κεντρικοί τραπεζίτες εκτός από την -προαναγγελθείσα αύξηση επιτοκίων αναμένεται να ανακοινώσουν τον οδικό χάρτη μείωσης του ισολογισμού και να παράσχουν καθοδήγηση για τις επόμενες κινήσεις.
Μπορεί όλοι να περιμένουν την ανακοίνωση της αύξησης επιτοκίων από την ΕΚΤ, αυτό όμως δεν είναι ούτε το μόνο, ούτε το σημαντικότερο ζήτημα που συζητούν οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρωζώνης. Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ καλείται να αποφασίσει τον ρυθμό μείωσης του ισολογισμού, που σημαίνει ότι θα αρχίσει να πουλάει ομόλογα από το απόθεμα των 8,8 τρισ. που έχει συγκεντρώσει. Επίσης, η Κριστίν Λαγκάρντ στη συνέντευξη Τύπου που θα ακολουθήσει αναμένεται να σκιαγραφήσει την κατάσταση και τις προοπτικές.
Οι αγορές όμως ανησυχούν ότι ενώ οι πράξεις νομισματικής πολιτικής θα είναι ισχυρές και σημειολογικά ξεκάθαρες, η καθοδήγηση που θα παράσχει η Κριστίν Λαγκάρντ θα είναι δημιουργικά ασαφής. Αυτό σημαίνει ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν εμπιστεύονται ακόμα τις προβλέψεις, βλέπουν σημαντικό βαθμό ρευστότητας στα στοιχεία και έχουν αυξήσει τη στάθμιση του γεωπολιτικού ρίσκου στις γεωοικονομικές εξελίξεις.
Οι διαμορφωτές πολιτικής, πλέον, έχουν αλλάξει λογική. Ενώ μέχρι πρότινος χαρακτήριζαν παροδικό φαινόμενο τις πληθωριστικές πιέσεις, τώρα τις λογίζουν ως επίμονες και λαμβάνουν ως πρόσκαιρη την υποχώρηση των τιμών ενέργειας. Καθώς η ΕΕ έχει αποτύχει να συμφωνήσει σε μια πλήρη και βιώσιμη λύση για τη διαχείριση του κόστους και την αναδιάρθρωση της αγοράς ενέργειας, η ΕΚΤ δεν έχει περιθώρια αισιοδοξίας. Αυτό σημαίνει ότι στο μέτωπο των τιμών ενέργειας οι καιρικές συνθήκες λαμβάνονται υπόψη με μεγαλύτερο συντελεστή βαρύτητας από τις πολιτικές διεργασίες στην ΕΕ.
Background story
Η ΕΚΤ έχει ήδη αυξήσει τα επιτόκια με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί. Σήμερα, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αυξήσει το επιτόκιο 0,75% -κατά 75 μονάδες βάσης – ανεβάζοντας τις σωρευτικές αυξήσεις στις 2 ποσοστιαίες μονάδες σε τρεις συνεδριάσεις – σηματοδοτώντας παράλληλα ότι ο κύκλος επιθετικής προσαρμογής δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, ενώ ακόμα και το μέγεθος των αυξήσεων παραμένει ανοιχτό.
Αλλά σε μια δυνητικά πιο σημαντική απόφαση, η τράπεζα είναι επίσης πιθανό να κάνει τα πρώτα βήματα για τη μείωση του ισολογισμού της ύψους 8,8 τρισεκατομμυρίων ευρώ, διογκωμένη από χρόνια αγορών χρέους και εξαιρετικά φθηνά δάνεια που χορηγήθηκαν στις τράπεζες.
Η απόφαση για το επιτόκιο είναι πιθανό να είναι το εύκολο μέρος της συνεδρίασης της Πέμπτης.
Σε αντίθεση με τον Σεπτέμβριο, κανένας υπεύθυνος χάραξης πολιτικής δεν αντιτάχθηκε ανοιχτά στην ιδέα μιας αύξησης 75 μονάδων βάσης την Πέμπτη, και οι αγορές έχουν αποτιμήσει πλήρως μια τέτοια κίνηση, υποδηλώνοντας μια εύκολη ομοφωνία, ειδικά αφού η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ υπαινίχθηκε επίσης για παρόμοια αύξηση.
Ωστόσο, η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ είναι πιθανό να παρέχει μόνο ασαφή καθοδήγηση σχετικά με τις μελλοντικές κινήσεις, υποστηρίζοντας ότι είναι πιθανές περισσότερες αυξήσεις, αλλά τα εισερχόμενα στοιχεία και οι νέες οικονομικές προβλέψεις τον Δεκέμβριο θα είναι καταλυτικά.
Ενώ ο πληθωρισμός είναι υψηλός και διευρύνεται, η συνολική εικόνα μπορεί να είναι πιο ισορροπημένη από ό,τι στο παρελθόν, καθώς οι τιμές της άμεσης ενέργειας πέφτουν, μια επικείμενη ύφεση θα περιορίσει τις πιέσεις στις τιμές και δεν υπάρχουν ενδείξεις σπειροειδούς αντικτύπου σε μισθούς-τιμές.
Η μάχη του ισολογισμού
Η πραγματική μάχη είναι πιθανό να είναι για το πώς θα μειωθεί ο ισολογισμός της ΕΚΤ.
Το πιο πιεστικό ζήτημα είναι η αντιμετώπιση κάποιων πολύ φθηνών δανείων 2.1 τρισ. ευρώ που δόθηκαν σε εμπορικές τράπεζες, τα οποία τώρα προκαλούν τόσο πολιτικό όσο και οικονομικό πονοκέφαλο.
Έχοντας δανειστεί με μηδενικά ή και αρνητικά επιτόκια, οι τράπεζες μπορούν τώρα απλώς να σταθμεύσουν αυτά τα μετρητά στην ΕΚΤ προσδοκώντας στις αποδόσεις που δημιουργούνται από τις αυξήσεις των επιτοκίων, χωρίς κινδύνους.
Παρά τις αντίρροπες πολιτικές πιέσεις που δέχεται από το λόμπι των τραπεζιτών, η ΕΚΤ αναμένεται να αναλάβει δράση στον συγκεκριμένο τομέα, στέλνοντας σαφές μήνυμα. Για την ώρα πάντως, η άφθονη ρευστότητα διατηρεί τα επιτόκια πολύ χαμηλά, προκαλώντας πρόβλημα στη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής. Ενδεικτικό είναι ότι τα επιτόκια της αγοράς χρήματος εξακολουθούν να είναι ελαφρώς χαμηλότερα από το επιτόκιο καταθέσεων της κεντρικής τράπεζας.
Αυτό ουσιαστικά εμποδίζει την πλήρη μετάδοση των αυξήσεων επιτοκίων στην πραγματική οικονομία, επομένως η ΕΚΤ είναι πιθανό να αποφασίσει να αλλάξει τους όρους αυτών των λεγόμενων Στοχευμένων Πράξεων Μακροπρόθεσμης Αναχρηματοδότησης ή TLTRO, για να ενθαρρύνει τις τράπεζες να τις αποπληρώσουν νωρίτερα.
Η ΕΚΤ θα αλλάξει τους κανόνες
Ενώ η ΕΚΤ είναι πιθανό να αλλάξει τους κανόνες αυτών των τριετών δανείων, ο διάβολος θα είναι στις λεπτομέρειες καθώς έχει στη διάθεσή της μόνο ατελείς επιλογές.
Το πιο αμφιλεγόμενο θα ήταν μια απλή αλλαγή των όρων, μια κίνηση που πιθανόν να αμφισβητηθεί στο δικαστήριο.
«Η αλλαγή των όρων TLTRO θα μπορούσε να πλήξει την αξιοπιστία της ΕΚΤ και θα οδηγήσει σε απροθυμία των τραπεζών να χρησιμοποιήσουν ξανά τους TLTRO στο μέλλον», δήλωσε ο οικονομολόγος της ING Carsten Brzeski.
Η ΕΚΤ θα μπορούσε επίσης να δημιουργήσει ένα σύστημα κλιμάκωσης όπου τα αποθεματικά ίσα με το δανεισμό TLTRO θα αμείβονται με χαμηλότερα επιτόκια, ενώ θα μπορούσε επίσης να ορίσει χαμηλότερο επιτόκιο για τα πλεονάζοντα αποθεματικά.
Μια ακόμη πιο δύσκολη συζήτηση για την Πέμπτη μπορεί να είναι πώς θα κλείσει το χρέος αξίας 5 τρισ. ευρώ, που αποτελείται κυρίως από κρατικά ομόλογα, που αγόρασε η ΕΚΤ.
Αν και δεν είναι πιθανό να υπάρξει απόφαση για αυτό, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής είναι πιθανό να σηματοδοτήσουν ότι έχουν αρχίσει να επεξεργάζονται σχέδια για τη συρρίκνωση του Προγράμματος Αγοράς Περιουσιακών Στοιχείων (APP) 3.3 τρισ. ευρώ με τη μη επανεπένδυση των κεφαλαίων από τα ομόλογα που λήγουν.