Ενδείξεις εντεινόμενων παρασκηνιακών διεργασιών σε επενδυτικό επίπεδο καταγράφονται στις τράπεζες τους τελευταίεους μήνες, με τη δυναμική της συγκυρίας να προδιαθέτει για περαιτέρω κλιμάκωση, αν και άπαντες γνωρίζουν απριόρι, ότι παρά την δεδηλωμένη πρόθεση του ΤΧΣ να αποεπενδύσει, μια τέτοια διαδικασία δεν μπορεί να υλοποιηθεί άμεσα, ενώ η προεκλογική περίοδος αποτελεί πρόσθετο παράγοντα δυσκολίας για τόσο κρίσιμες αποφάσεις.
Κινητικότητα που μοιάζει μάλλον πρώιμη καταγράφεται στις ελληνικές τράπεζες και ως εκ τούτου αναζητούνται τα κίνητρα και ενδεχόμενες σκοπιμότητες, πόσω από συζητήσεις και προτάσεις για την εξαγορά μετοχικών πακέτων.
Το ζήτημα της αποεπένδυσης του ΤΧΣ από τις συστημικές τράπεζες έχει από καιρό τεθεί επί τάπητος, η κινητικότητα όμως έχει αρχίσει να εντείνεται εσχάτως, πρώτα με το Σαουδαραβικό ενδιαφέρον για το ποσοστό της Εθνικής Τράπεζας που κατέχει και εν συνεχεία με το ιταλικό για την Πειραιώς. Αν και η προοπτική πώλησης των πακέτων του ΤΧΣ είναι γνωστή, δεν είναι σαφές γιατί ενεργοποιούντα τώρα οι εν δυνάμει επενδυτές.
Είναι σαφές ότι οποιαδήποτε διαδικασία θα διαρκέσει αρκετό καιρό και μπορεί να υλοποιηθεί μόνο με βάση τις πρόνοιες του νόμου που διέπει τη λειτουργία του ΤΧΣ. Αυτός ο νόμος ελαστικοπιιήθηκε αισθητά, μετά την καρατόμηση του Μάρτιν Τζούρντα, επιτρέποντας πλέον στο Ταμείο να πουλήσει σε χαμηλότερες τιμές, ενώ περιόρισε την παρεμβατικότητα του στη διοίκηση των τραπεζών.
Auditor’s note: Η λογική των σεναρίων
Στην πραγματικότητα οι τραπεζίτες είναι επισπεύδοντες την πώληση, επιδιώκοντας να δημιουργήσουν αναπόδραστη δυναμική εξελίξεων, αν όχι τετελεσμένα, πριν από τις εκλογές.
Η στρατηγική αυτή έχει τη λογική της μείωσης του ρίσκου από πολιτικές ανακατατάξεις, την εκμετάλλευση της θετικής συγκυρίας και των προοπτικών που δημιουργείται από την αναπροσαρμογή της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.
Ταυτόχρονα, προσπαθούν να “κλειδώσουν” εκθέσεις, σενάρια και αποτιμήσεις με βάση τα υφιστάμενα στοιχεία και δεδομένα, έτσι ώστε ενδεχόμενες οικονομικές αναταράξεις να μην επηρεάσουν καταλυτικά τη λήψη αποφάσεων, αλλά να αντιμετωπιστούν προσωρινοί παράγοντες.
Οι διοικήσεις των τραπεζών μπορεί να μην άμεσο ρόλο στις διεργασίες αυτές, καθώς αφορούν το ΤΧΣ ως πωλητή και τους εν δυνάμει αγοραστές, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι τίποτα δεν συμβαίνει χωρίς τη γνώση τους, καθώς αυτοί θα κληθούν να παράσχουν στοιχεία, κατευθύνσεις και να συνδυαλλαγούν με τους υποψηφίους. Ακόμα και η προετοιμασία των τραπεζών, όσον αγορά τα αποτελέσματα και τις δράσεις, εξυπηρετεί την ίδια ατζέντα.
Καθώς η ΕΚΤ μπαίνει σε διαδικασία αυξήσεων στα επιτόκια και το διεθνές χρηματοοικονομικό περιβάλλον απομακρύνεται από την κουλτούρα των μηδενικών και αρνητικών επιτοκίων, οι τράπεζες θα αποτελέσουν -εκ νέου- πόλο έλξης για τους επενδυτές που αναζητούν αποδόσεις. Οι ελληνικές τράπεζες είναι αρκετά πιο ελκυστικές πλέον, τόσο συγκριτικά με την κατάστασή τους τα προηγούμενα χρόνια, όοο και σε σχέση με τις προοπτικές τους και απέναντι στις ευρωπαϊκές.
Δημοσιεύματα… πρωίμιο
Το έδαφος άλλωστε στην κατεύθυνση της ενισχυμένης ελκυστικότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος έχει αρχίσει να καλλιεργείται καιρό τώρα στα ελληνικά media, με διαρκείς αναφορές στη μείωση των NPE’s, βελτίωση των δεικτών οργανικής κερδοφορίας και αποδοτικότητας του management και διαμόρφωσης νέων και σταθερής απόδοσης δανειακών χαρτοφυλακίων, με έμφαση στην παραγωγή ενέργειας. Κεντρικό ρόλο στις νέες χρηματοδοήσεις των ελληνικών τραπεζών αναμένεται να παίξει και το Ταμείο Ανάπτυξης (RRF) το οποίο θα συγχρηματοδοτήσει επενδύσεις και θα λειτουργήσει ως μηχανισμός διαμοιρασμού και διαχείρισης του ρίσκου.
Τα στοιχεία αυτά αποτελούν τη βάση για την εμπέδωση του αφηγήματος της αναπτυξιακής δυναμικής των ελληνικών τραπεζών. Λίγο πιο… χαμηλά, στα θεμέλεια, τοποθετούνται οι “ενέσεις” αυτοπεποίθησης που δέχθηκαν με τις αναφορές Ενρία για την μεγάλη συγκέντρωση του τραπεζικού συστήματος και τις συνθήκες που αυτή δημιουργεί. Βέβαια, ο επικεφαλής του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ έχει μιλήσει και για την ανάγκη καλύτερης διαχείρισης του ρίσκου και προετοιμασίας για σενάριο ύφεσης με υψηλό πληθωρισμό, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα…
Αν σε αυτά προστεθεί η προοπτική περιατέρω ενίσχυσης της οργανικής κερδοφορίας από την άνοδο των επιτοκίων, οι υποτιμημένες -συγκριιτικά με τις ευρωπαϊκές- αποτιμήσεις των μετοχών στην αγορά και τα περιθώρια οργανικής ανάπτυξης στην ευρύτερη περιοχή και εκτός Ελλάδας, καθώς και τα νέα projects όπως το Hellinikon και οι επενδύσεις σε ενεργειακές υποδομές, τότε καθίσταται σαφές ότι η δυναμική είναι θετική, λόγω των εργαλείων διαχείρισης του ρίσκου και της ταυτόχρονης εισροής ευρωπαϊκού χρήματος, σε συνθήκες αυξημένων επιτοκίων.
Η στρατηγική των διοικήσεων
Ταυτόχρονα, οι διοικήσεις των ελληνικών συστημικών τραπεζών, των οποίων το ΤΧΣ διαθέτει ικανό ποσοστό για να επηρεάσει τη διοικητική λειτουργία -αν και τώρα δεν το πράττει- έχουν τώρα κάθε λόγο να ανζητούν επενδυτές και να θέτουν σε διαδικασία ταχείας ωρίμανσης τα σχέδια αυτά. Αφενός, η προοπτική εκλογών και το ενδεχόμενο πολιτικών ανακατατάξεων, αποτελεί παράγοντα που θα μπορούσε να υπονομεύσει την ανεξαρτησία των συστημικών τραπεζών και να οδηγήσει και σε διοικητικές ανακατατάξεις. Αφετέρου, το ευνοϊκό περιβάλλον αποτελεί παράθυρο ευκαιρίας, καθώς στη συνέχεια ενδεχόμενες αρνητικές οικονομικές εξελίξεις, όπως μια ύφεση ή/και ο αντίκτυπος του πολιτικού ανταγωνισμού στα δημοσιονομικά, θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τις προοπτικές του τραπεζικού συστήματος.
Ταυτόχρονα, η κατ αρχήν προσέλκυση επενδυτών -ακόμα κι αν αυτοί δεν έχουν τα εχέγγυα να ολοκληρώσουν τα deals- αποτελεί πάντα καλή πρακτική για την προσέλκυση περισσοτέρων. Ταυτόχρονα, οι διεργασίες, ανεκαάρτητα της έκβασης, “ντύνουν” το κυβερνητικό αφήγημα για τον επενδυτικό οργασμό. Σε διεθνή κλίμακα η κινητικότητα γύρω από τις τράπεζες και τις κρατικές επιχειρήσεις αποτελεί πάντα δέλεαρ και μπορεί συνδυαστικά με άλλους παράγοντες να έχουν αντίκτυπο στο οικονομικό και χρηματιστηριακό κλίμα.