Το ζήτημα της αντιπαραγωγικής αντιτουρκικής τύφλωσης στο πολιτικό σύστημα και τα media θέτει ο διευθυντής της “Καθημερινής” Αλέξης Παπαχελάς, με άρθρο του. Η παρέμβαση έχει αυξημένο ειδικό βάρος, όχι μόνο λόγω του ίδιου του αρθρογράφου, αλλά και από την πλευρά της συγκυρίας μέσα στην οποία αυτή εκδηλώνεται.
Ζήτημα αντιπαραγωγικού μοντέλου αντίληψης των ελληνιτουρκικών σχέσεων από την ελληνική πλευρά, τόσο σε πολιτικό όσο και μιντιακό και κατ επέκταση κοινωνικό, επίπεδο θέτει εμμέσως πλην σαφώς ο Αλέξης Παπαχελάς, ζητώντας να ανοίξει ο διάλογος για το θέμα “τί Τουρκία θέλουμε”. Ο ίδιος ξεκαθαρίζει ότι η προοπτική μιας ευρωπαϊκής Τουρκίας που αποτέλεσε γα 20 και πλέον χρόνια το βασικό πρίσμα αντίληψης των ευρωτουρκικών σχέσεων, έχει καταρρεύσει.
Ο διευθυντής της “Καθημερινής”, όμως, αναφέρει ότι μπορεί η προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ να θεωρείται “νεκρή”, αλλά ο ρόλος της Τουρκίας στην περιφερειακή δομή ασφαλείας και για τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ, παραμένει ξεκάθαρα ισχυρός. Με αυτό το δεδομένο, η υιοθέτηση μιας πρόδηλα συγκρουσιακής στάσης από την Ελλάδα και η προσπάθεια περιορισμού όλων των θεμάτων στο πλαίσιο των ελληνοτουρκικών, υπονομεύει τη δυνατότητα άσκησης αποτελεσματικής πολιτικής από την ελληνική διπλωματία σε διεθνές επίπεδο.
Η ανάδειξη των εγνωσμένων αυτών θεμάτων τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, όμως, έχει το δικό της νόημα. Σε προηγούμενες παρεμβάσεις του, ο Αλέξης Παπαχελάς έχει επιχειρήσει να σκιαγραφήσει το διπλωματικό και πολιτικό πλαίσιο και αντίκτυπο του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού στην Ουάσιγκτον.
Από την Ουάσιγκτον τα μηνύματα είναι σαφή και δεν αφορούν μόνο τον Ερντογάν αλλά και την Ελλάδα (δίδυμο Μητσοτάκη, Δένδια): Εκτός από το νομοσχέδιο Μενέντεζ που δεν πέρασε, υπάρχει και η πραγματικότητα της «εθνικής στρατηγική ασφαλείας» των ΗΠΑ. Πρόκειται για δύο άξονες που χαράσσουν με ιδιαίτερη σαφήνεια τις διαθέσεις του βαθέος κράτους των ΗΠΑ. Μάλιστα, όπως αναφέρει στο τελευταίο του άρθρο ο Αλέξης Παπαχελάς, το κείμενο της εθνικής στρατηγικής ασφαλείας των ΗΠΑ αναφέρει:
«Θα συνεχίσουμε να εμπλεκόμαστε με την Τουρκία προκειμένου να ενισχύσουμε τους στρατηγικούς, πολιτικούς, οικονομικούς και θεσμικούς δεσμούς της με τη Δύση».
Αιχμές σε κυβέρνηση – media
Ανοίγοντας το άρθρο του ο Αλήξης Παπαχελάς αναφέρει χαρακτηριστικά:
“Πολλές φορές βλέπουμε τον κόσμο μέσα από τα δικά μας «γυαλιά» και μόνο. Αντιμετωπίζουμε τα πάντα, όπως π.χ. την υπόθεση με τα F-16 που θέλει η Τουρκία, σαν ένα ελληνοτουρκικό ματς, που δεν επηρεάζεται από όλα όσα συμβαίνουν στον υπόλοιπο πλανήτη”.
Η διαπίστωση αυτή -που καθόλου κοινή και εύκολη δεν είναι- επισημαίνει την δυναμική εμπέδωσης μιας στείρας στάσης πολιτικής που οδηγεί σε υποβάθμιση του αντικτύπου των ελληνικών παρεμβάσεων στα διεθνή φόρα. Μάλιστα προχωράει κι ένα ακόμη βήμα, θέτοντας ερωτήματα που μπορεί να έχουν απαντηθεί από καιρό, αλλά αμφισβητούνται από την πολιτική και επικοινωνιακή διαχείριση του ζητήματος, τώρα:
“Τι συμφέρει την Ελλάδα, μια Τουρκία αγκυροβολημένη στη Δύση ή όχι;
Πιο λογικό, όμως, είναι να κάνει ό,τι κάνει πάντοτε η σύγχρονη Τουρκία, με σχετική επιτυχία. Να παζαρεύει, δηλαδή, με τις Μεγάλες Δυνάμεις παίζοντας τον ρόλο του επιτήδειου ουδετέρου, εξασφαλίζοντας όσο περισσότερα ανταλλάγματα και από τους δύο”.
Το lobbying
Το ελληνικό lobbying στην Ουάσιγκτον έφερε καλά αποτελέσματα για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. Η περίοδος αυτή έχει όμως τελειώσει. Η αλλαγή προτεραιοτήτων σε διεθνές επίπεδο και η τουρκική εκστρατεία αντιστάθμισης και αντιστροφής της ελληνικής επιρροής έχουν συνδυαστικά παράξει αποτελέσματα που δεν μπορούν να αγνοηθούν, ούτε να υποβαθμιστούν.
Γι αυτό και στην κατακλείδα του άρθρου του ο ΑΛέξης Παπαχελάς αναφέρει:
“διανύουμε την πιο επικίνδυνη περίοδο, όπου οι Αμερικανοί φοβούνται να μην τη χάσουν και εκείνη παίζει όλα τα χαρτιά της ταυτοχρόνως και μπλοφάρει χοντρά”
Σε προηγούμενο άρθρο του μάλιστα ο έχει αναφέρει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να προετοιμαστεί απέναντι στη διπλωματική και επικοινωνιακή προπαγάνδα της Τουρκίας, η οποία εκδηλώνεται σε διεθνή κλίμακα και πολυεπίπεδα, από τα social media και τις τοπικές κοινότητες, μέχρι το υψηλότερο διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο.