Σε σημαντική ήττα υποχρεώθηκε το ελληνικό λόμπι στην Ουάσιγκτον, καθώς η τροπολογία Μενέντεζ που είχε στόχο να μπλοκάρει και να περιπλέξει τη διαδικασία πώλησης στρατιωτικού υλικού στην Τουρκία, έμεινε εκτός του νομοσχεδίου για τον αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ.
Εκτός του κειμένου το οποίο περιλαμβάνει την εκδοχή της Γερουσίας σχετικά με τον αμερικανικό αμυντικό προϋπολογισμό του 2023 (National Defense Authorization Act, NDAA) έμεινε η τροπολογία του προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων Μπομπ Μενέντεζ, που ήταν σχεδιασμένη ώστε να θέσει περαιτέρω εμπόδια και προϋποθέσεις στην προσπάθεια της Τουρκίας να αποκτήσει νέα F-16 και να εκσυγχρονίσει παλαιότερα.
Αν και ήταν αναμενόμενο, στην Αθήνα είχαν καλλιερηθεί υψηλέ προσδοκίες, καθώς το θέμα είχε παίξει έντονα στα εγχώρια media και είχε αναπαραχθεί στα social media, κατά την περίοδο διαπραγμάτευσης της Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας – ΗΠΑ και πριν την κατάθεση των δεμσυετικών προσφορών για το Λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, διαδικασία από την οποία -τελικά- εξαιρέθηκε ο όμιλος Κοπελούζου, ενώ είχε προηγουμένως αποσυρθεί ο Ιβάν Σαββίδης.
Ελληνικά media επιμένουν να προωθούν μια πιο διασταλτική εκδοχή των εξελίξεων, υπό την οποία η τροπολογία Μενέντεζ δεν απορρίφθηκε αλλά θα αποτελέσει αντικείμενο της ευρύτερης διαπραγμάτευσης μεταξύ Βουλής και Γερουσίας. Στην πραγματικότητα, η Γερουσία δεν την ενστερνίζεται και είναι πρακτικά απίθανο σε ένα νομοσχέδιο για κονδύλια, η Βουλή να “κάψει” δυνητικά έσοδα…
Αντιθέτως, η τροπολογία του Κρις Πάπας εγκρίθηκε και θα βρίσκεται στο τραπέζι κατά τη διαπραγμάτευση του τελικού κειμένου του προϋπολογισμού.
Η διοίκηση Μπάιντεν υπέρ Τουρκίας
Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι η διοίκηση του Τζο Μπάιντεν, τόσο μέσα από το State Department όσο και από το Πεντάγωνο έχει ταχθεί αναφανδόν υπέρ της πώλησης νέων F-16 και της αναβάθμισης των παλαιών σε Viper.
Οι πιέσεις από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και την κυβέρνηση προς το Κογκρέσο είναι σημαντικές όχι μόνο ως προς τις προϋποθέσεις που τίθενται για πωλήσεις όπλων στην Τουρκία, αλλά και για εκείνες προς τη Σαουδική Αραβία και το Αζερμπαϊτζάν. Η κίνηση ερμηνεύεται, μεταξύ άλλων, ως προσπάθεια απεμπλοκής της κυβέρνησης από τα όποια εμπόδια μπορεί να τεθούν στο νομοθετικό επίπεδο, προκειμένου η τελική απόφαση για το αν θα πωληθούν F-16 στην Τουρκία ή όχι να είναι αμιγώς πολιτική.