Το “θαύμα δεν έγινε”, ούτε η Moody’s, ούτε η DBRS αναβάθμισαν την Ελλάδα την Παρασκευή, ενώ οι αναλύσεις αμφοτέρων των οίκων καταδεικνύουν ότι τα κριτήρια έχουν διαφοροποιηθεί, που σημαίνει ότι η προοπτική επενδυτικής βαθμίδας είναι αν όχι πιο μακρινή, τότε σίγουρα αισθητά πιο… σύνθετη.
Την Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου Moody’s και DBRS Morningstar δημοσίευσαν τις αναθεωρημένες εκθέσεις τους για την ελληνική οικονομία, χωρίς να αλλάξουν βαθμίδα ή προοπτικές. Αυτό όμως ήταν εν πολλοίς αναμενόμενο. Η ελληνική κυβέρνηση και η Τράπεζας της Ελλάδος έχουν τοποθετήσει τον στόχο της επίτευξης επενδυτικής βαθμίδας στο πρώτο 6μηνο του 2023, με δεδομένες τις εκλογές την ίδια περίοδο, όμως, αυτό καθίσταται αρκετά σύνθετο, καθώς οι οίκοι ξεκαθαρίζουν ότι απαιτούν δεσμεύσεις δημοσιονομικής… σταθερότητας.
Οι οίκοι αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας Moody’s και DBRS δεν αναβάθμισαν την αξιολόγηση της Ελλάδας την Παρασκευή, διατηρώντας τις προοπτικές σταθερές. To rating της DBRS παρέμεινε στο «ΒΒ high», ένα σκαλοπάτι πριν την επενδυτική βαθμίδα και της Moody’s στο «Βα3».
Εντύπωση προκαλεί ότι οι οίκοι δεν προβλέπουν κοινωνικές αναταραχές ικανές να αποσταθεροποιήσουν κυβερνήσεις ή τη χώρα.
Δημοσιονομική ωριμότητα
Μια εβδομάδα μετά τις εξαγγελίες του Κυριάκου Μητσοτάκη και κατά την εμφάνιση του Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ, οι οίκοι αξιολόγησης, ζητούν εμπέδωση της μεταρρυθμιστικής ορμής και διαβεβαιώσεις δημοσιονομικής ωριμότητας. Τα ίδια έχουν επισημάνει στις εκθέσεις τους τόσο ο κεντρικός τραπεζίτης Γιάννης Στουρνάρας, όσο και το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
Μέχρι στιγμής, η χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων στην ΕΕ, οι παρεμβάσεις της ΕΚΤ και η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συμφώνου του Μάαστριχτ, δημιουργούσαν μια πλασματική -όπως αποδεικνύεται- αίσθηση δημοσιονομικής κανονικότητας. Πλέον, όμως, οι συνθήκες αλλάζουν και μάλιστα ραγδαία. Η ΕΚΤ ανεβάζει επιθετικά τα επιτόκια, περιορίζει τη συμμετοχή της στη δευτερογενή αγορά και η Κομισιόν ξεκαθάρισε την εκπνοή των μέτρων στήριξης του Κορονοϊού και ζήτησε στοχευμένα εφάπαξ μέτρα για την ενεργειακή κρίση.
Rebalacing act
Στο νέο αυτό πλαίσιο που δημιουργήθηκε τα οικονομικά επιτελεία των χωρών επιχειρούν ένα rebalancing. Με τις προοπτικές να παραμένουν θολές λόγω του αυξημένου γεωπολιτικού ρίσκου, την ενεργειακή κρίση να βάζει φωτιά ταυτόχρονα στον πληθωρισμό και στο διαθέσιμο εισόδημα, η αναπτυξιακή δυναμική δεν αποτελεί από μόνη της εχέγγυο σταθερότητας.
Αυτό επισημαίνουν στις αιτιολογικές τους εκθέσεις τόσο η Moody’s όσο η DBRS. Αμφότεροι οι οίκοι ξεκαθαρίζουν ότι δεν εστιάζουν στην πολιτική υφή της επόμενης κυβέρνησης αλλά στον δημοσιονομικό της χαρακτήρα. Επ’ αυτού, ο Αλέξης Τσίπρας έχει να πορεύεται στην παρακαταθήκη του Ευκλείδη Τσακαλώτου, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα δώσει τα διαπιστευτήρια του οικονομικού του επιτελείο στον προϋπολογισμό του 2023 που θα κατατεθεί εντός του Οκτωβρίου.
Η ΔΕΘ δεν μπαίνει στην εξίσωση
Υπ’ αυτό το πρίσμα, οι εξαγγελίες των δύο ηγετών στη ΔΕΘ δεν αποτελούν από μόνες τους ισχυρό σημείο αναφοράς, παρά την κοστολόγηση των εξαγγελιών που έχει γίνει. Για τους οίκους ορόσημα αποτελούν, ο προϋπολογισμός, η έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, οι εκθέσεις της Κομισιόν και του ΔΝΤ, καθώς και η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής. Οι προεκλογικοί τόνοι, το τελευταίο τρίμηνο πριν από τις εκλογές και άρα μετά τον Ιανουάριο, θα αξιολογηθούν τόσο πολιτικά όσο και… δημοσιονομικά.
Τούτων δοθέντων, οποιαδήποτε μεταβολή στις αξιολογήσεις εν μέσω περιόδου γεωοικονομικών και πολιτικών ανακατατάξεων για ήταν πρόωρη και ελλιπώς καταρτισμένη.
Η Moody’s: Τα ρίσκα
Η Moody’s ισορροπεί την πρόοδο που έχει σημειωθεί στα μακροοικονομικά θεμελιώδη της Ελλάδας τα τελευταία δύο χρόνια με τις επίμονες προκλήσεις εν μέσω ενός αντίξοου μακροοικονομικού περιβάλλοντος στην Ευρώπη.
Όπως επισημαίνει ο οίκος, έχει υπάρξει πρόοδος στη μείωση των κόκκινων δανείων του τραπεζικού τομέα που απελευθερώνει τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας στο να χρηματοδοτούν και να στηρίζουν την οικονομία. Η ελληνική οικονομία ανέκαμψε γρήγορα από το πανδημικό σοκ και οι προοπτικές είναι καλές για την αύξηση των επενδύσεων και των άμεσων επενδύσεων από το εξωτερικό.
«Ωστόσο, υπάρχει μεγάλο ρίσκο βαθειάς ύφεσης στην Ευρωζώνη, επίμονος πληθωρισμός, παρατεταμένες διαταραχές στην προμήθεια ενέργειας, σφιχτότερες συνθήκες ρευστότητας παγκοσμίως και η απόσυρση της στήριξης από τη νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η επιβράδυνση του ρυθμού μεταρρυθμίσεων στη Δικαιοσύνη, στην εκπαίδευση και την αγορά εργασίας μετά τις επερχόμενες εκλογές μπορεί να βαρύνουν την οικονομία και να επηρεάσουν την αξιολόγηση»,
επισημαίνει η Moody’s.
Παρόλο που η πρόβλεψη ισχυρής ανάπτυξης και μείωσης του πρωτογενούς ελλείμματος στον προϋπολογισμό θα συμβάλλει στη μείωση του δημοσίου χρέους κάτω από το 180% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2022, η Ελλάδα θα συνεχίσει να έχει ένα από τα υψηλότερα φορτία χρέους. Περαιτέρω βελτίωση θα εξαρτηθεί από τη διατήρηση συνετής δημοσιονομικής πολιτικής από την κυβέρνηση τα επόμενα χρόνια.
«Η πορεία του δημοσίου χρέους της Ελλάδας είναι σχετικά ανθεκτική στα σοκ. Χαμηλότερη ανάπτυξη ή βραδύτερη δημοσιονομική πρόοδος είναι τα κύρια ρίσκα. Η ευνοϊκή δομή του χρέους με μακρά μέση διάρκεια και το γεγονός ότι υψηλό ποσοστό διακρατείται από κυβερνήσεις προσφέρουν ασπίδα στην Ελλάδα από την άνοδο των επιτοκίων, όπως και το μεγάλο μαξιλάρι ρευστότητας γύρω στο 18% του ΑΕΠ» αναφέρουν οι αναλυτές.
Τι θα μπορούσε να βελτιώσει τη βαθμολογία της Ελλάδας; H συνέχεια της ανάπτυξης, των μεταρρυθμιστικών πολιτικών και η δέσμευση για συνετή δημοσιονομική πολιτική ανεξάρτητα με το ποιος κυβερνητικός συνασπισμός μπορεί να προκύψει στις επόμενες εκλογές.
Υπεραπόδοση στους μακροοικονομικούς και δημοσιονομικούς δείκτες σε σχέση με το βασικό σενάριο της Moody’s θα οδηγήσει σε θετικές προοπτικές.
Αντίθετα, μια παρατεταμένη περίοδος πολιτικής αβεβαιότητας που θα οδηγούσε σε αντιστροφή των πολιτικών των τελευταίων ετών θα ήταν αρνητικός παράγοντας. Επίσης, μια βαθύτερη ύφεση στην Ευρωζώνη με μεγαλύτερες επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία και τα δημοσιονομικά της θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στις προοπτικές, επισημαίνει η Moody’s.
DBRS: Το γεωπολιτικό ρίσκο
H DBRS εκτιμά ότι η Ελλάδα, παρά τις αντίξοες οικονομικές επιπτώσεις μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, παραμένει πιστή στη δέσμευση της για δημοσιονομική σύνεση.
Η δυνατή ανάκαμψη του τουρισμού που αναμένεται να υπερβεί τα επίπεδα του 2019 θα βοηθήσει την οικονομία τη φετινή χρονιά.
«Όμως, η οικονομική αβεβαιότητα που σχετίζεται με τις γεωπολιτικές εξελίξεις έχει αυξηθεί. Τα κύρια ρίσκα όσον αφορά στις προοπτικές έχουν να κάνουν με εντεινόμενες πληθωριστικές πιέσεις, σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής και πιθανή παύση στην προμήθεια φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Το σφίξιμο της νομισματικής πολιτικής προσθέτει πίεση στο κόστος δανεισμού της Ελλάδας με τις αποδόσεις στα ελληνικά ομόλογα να έχουν αυξηθεί πρόσφατα πάνω από το 4,0%» σημειώνουν στις εκθέσεις τους οι οίκοι αξιολόγησης.
Η εκτίμηση της DBRS Morningstar είναι ότι το ευνοϊκό προφίλ χρέους της Ελλάδας με υψηλό μαξιλάρι διαθεσίμων και στήριξη από την ΕΚΤ σε περίπτωση αναταραχής στις αγορές μετριάζει τους κινδύνους.
«Η βαθμολόγηση της Ελλάδας μπορεί να αναβαθμιστεί αν ένα από τα ακόλουθα συμβούν: πρώτον, συνέχεια στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις που με τη σειρά τους βελτιώνουν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας και δεύτερον, συνέχεια στη δέσμευση για συνετή δημοσιονομική πολιτική που θα διατηρήσει το ποσοστό δημοσίου χρέους σε πτωτική τροχιά» αναφέρει ο καναδικός οίκος.
«Αντίθετα, καταλύτες για υποβάθμιση της Ελλάδας θα είναι η αδυναμία της οικονομίας, η αντιστροφή ή παύση στις δομικές μεταρρυθμίσεις και νέα αστάθεια στον χρηματοπιστωτικό κλάδο», επισημαίνει η DBRS Morningstar.
Ένας σημαντικός κίνδυνος για τις δημοσιονομικές προοπτικές έχει να κάνει με την ενδεχόμενη ανάγκη για πρόσθετες δαπάνες λόγω υψηλότερων των αναμενόμενων τιμών ενέργειας.
Η δυνατή δημοσιονομική θέση της Ελλάδας πριν από την πανδημική κρίση στηρίζει την εκτίμηση της DBRS ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει τη δέσμευση της για δημοσιονομική σταθεροποίηση και πλήρη τήρηση των στόχων που θα τεθούν από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.