Η ενεργειακή κρίση της Ουκρανίας διαφέρει δραματικά από εκείνη των Ευρωπαίων ομολόγων της. Στην Ευρώπη, το πρόβλημα σχετίζεται με τις υπερβολικά υψηλές τιμές. Αλλά στην Ουκρανία, η κρίση διαμορφώνεται κυρίως από το πεδίο της μάχης, όπου οι ενεργειακές υποδομές ήταν ο κύριος τόπος των μαχών.
Από την έναρξη της εισβολής της Ρωσίας τον Φεβρουάριο, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στην Ουκρανία μειώθηκε κατά περίπου 40%. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αποσύνδεση των πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής, στις ζημιές στις υποδομές διανομής, στον εκτοπισμό ανθρώπων και στη βιομηχανία και στην έλλειψη κεφαλαίων για τη λειτουργία και τη συντήρηση των εγκαταστάσεων.
Η φυσική και οικονομική καταστροφή του ενεργειακού τομέα της Ουκρανίας θα μπορούσε επίσης να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Οι ζημιές που έχουν προκληθεί σε ενεργειακές υποδομές και εταιρίες μέχρι στιγμής θα απαιτήσουν δισεκατομμύρια δολάρια και πολλά χρόνια για να επισκευαστούν.
Οι μάχες έχουν επίσης καθυστερήσει σημαντικά τις προσπάθειες της Ουκρανίας να ενσωματώσει τον τομέα στην ΕΕ και να στραφεί στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι διαταραχές στην αγορά ενέργειας θα περιορίσουν επίσης τον βαθμό στον οποίο η βιομηχανία και άλλες επιχειρήσεις μπορούν να επαναλάβουν την πλήρη λειτουργία τους.
Τα στοιχεία σκιαγραφούν ένα άκρως προβληματικό ενεργειακό παζλ, καθώς η Ευρώπη, ενώ αναζητά λύσεις για τον εαυτό της, είναι αναγκασμένη να στηρίξει την Ουκρανία, σπαταλώντας όμως πολύτιμους ενεργειακούς πόρους που δεν διαθέτει. Επίσης, ακόμα κι αν τελειώσει ο πόλεμος, η προοπτική αποκατάστασης του καθημαγμένου και βομβαρδισμένου ενεργειακού δικτύου της Ουκρανίας, θα είναι μακτά. Έτσι, η Ευρώπη θα αναγκαστεί να συνεχίσει να την υποστηρίζει, ενώ παράλληλα οι ανάγκες της Ουκρανίας θα αυξάνονται καθώς η βομηχανία της θα παίρνει ξανά μπροστά.