Νέες συγκρούσεις ξέσπασαν μεταξύ του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας νωρίς την Τρίτη, μέτωπο που εντείνει τις ανησυχίες της διεθνούς κοινότητας για πολλά διάσπαρτα ξεσπάσματα βίας, ως απόρροια του ρωσικού αναθεωρητισμού, ενώ παράλληλα αποτελεί έναν ακόμη στρατηγικό “πονοκέφαλο” για τον Βλάντιμιρ Πούτιν.
Η Μόσχα καλείται να παρέμβει για να σταθεροποιήσει αυτή τη σοβαρή έξαρση στον Καύκασο, τη στιγμή που ο Πούτιν αντιμετωπίζει τα απόνερα της απρόσμενης και επιτυχούς -μέχρι στιγμής- αντεπίθεσης της Ουκρανίας. Αυτό συνεπάγεται ότι ο χρόνος που μπορεί ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος να αφιερώσει στη αυτή τη διένεξη είναι περιορισμένος. Η Αρμενία βλέπει τη Μόσχα ως τον κύριο σύμμαχο που μπορεί να εγγυηθεί την επισφαλή ασφάλειά της, ενώ η Τουρκία είναι ο βασικός υποστηρικτής του Αζερμπαϊτζάν.
Ρόλο στην περιοχή διαδραματίζει και η Τουρκία, αλλά ο εναγκαλισμός της Άγκυρας με το Μπακού, παρά την εξομάλυνση των σχέσεων με το Ερεβάν, δεν επιτρέπουν την αυτόνομη ανάληψη φιλόδοξων πρωτοβουλιών.
Σύμφωνα με τοπικές αναφορές, αζέρικοι βομβαρδισμοί αναφέρθηκαν σε αρμενικές πόλεις όπως το Τζερμούκ και το Γκόρις.
Εκτός του Ναγκόρνο Καραμπάχ
Η Αρμενία ανακοίνωσε ότι περίπου 50 άνθρωποι σκοτώθηκαν από την πλευρά της, ενώ δεν υπάρχουν ακριβείς αναφορές για τα θύματα από την πλευρά του Αζερμπαϊτζάν. Μπακού και Ερεβάν επιμένουν σε blame game για την κλιμάκωση των επιθέσεων. Σημαντικό ότι η επίθεση έγινε έξω από την αμφισβητούμενη περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ – τον θύλακα που ελέγχεται από την Αρμενία και αναγνωρίζεται διεθνώς ως επικράτεια του Αζερμπαϊτζάν – η οποία αποτελεί η πηγή έντασης για δεκαετίες.
Blame game
Το Μπακού κατηγόρησε την Αρμενία ότι «στοχεύει πολιτικές υποδομές και αθώους ανθρώπους», ενώ είπε ότι οι δυνάμεις του Αζερμπαϊτζάν εξαπολύουν απλώς «τοπικά» αντίποινα που στρέφονται εναντίον «νόμιμων στρατιωτικών στόχων».
Το αρμενικό υπουργείο Άμυνας με τη σειρά του κατηγόρησε το Αζερμπαϊτζάν για την πραγματοποίηση μιας «ευρείας κλίμακας πρόκλησης». Πρόσθεσε ότι το Μπακού βομβαρδίζει από «πυροβολικό, όλμους, μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πυροβόλα μεγάλου διαμετρήματος τόσο σε στρατιωτικές όσο και σε μη στρατιωτικές υποδομές».
Αίτημα για διεθνή παρέμβαση
Κατά τη διάρκεια έκτακτης συνάντησης για την ασφάλεια, οι αρμενικές αρχές απηύθυναν έκκληση στη Ρωσία, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και τον Οργανισμό Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας — έναν ευρασιατικό οργανισμό ασφαλείας που μετρά έξι επιλεγμένες μετασοβιετικές χώρες — να παρέμβουν.
Μετά τις συνομιλίες μεταξύ του αρμένιου υπουργού Άμυνας Σουρέν Παπικιάν και του Ρώσου ομολόγου του Σεργκέι Σόιγκου, το Ερεβάν και η Μόσχα συμφώνησαν σε κοινά βήματα για «σταθεροποίηση της κατάστασης», ανέφερε το αρμενικό υπουργείο Άμυνας σε δήλωση την Τρίτη το πρωί.
Έκκληση Πασινιάν
Λίγο μετά το ξέσπασμα των νέων συγκρούσεων, ο πρωθυπουργός της Αρμενίας Νικόλ Πασινιάν είχε τηλεφωνική συνομιλία με τον Βλάντιμιρ Πούτιν. Ο Πασινιάν, τηλεφώνησε επίσης στον Εμανουέλ Μακρόν, τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντόνι Μπλίνκεν.
Σε δήλωσή του, ο Μπλίνκεν είπε ότι οι ΗΠΑ «ανησυχούν βαθιά» για τις επιθέσεις στα σύνορα και ζήτησε «την άμεση παύση των εχθροπραξιών μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν».
Η διαμάχη για το ορεινό έδαφος του Ναγκόρνο-Καραμπάχ αναζωπυρώθηκε το 2020, με ένας πόλεμος έξι εβδομάδων που στοίχισε τη ζωή σε περισσότερες από 6.500 ανθρώπους, με τα στρατεύματα του Αζερμπαϊτζάν να ανακτούν τον έλεγχο μεγάλων τμημάτων. Εν τέλει, η αντιπαράθεση έκλεισε με μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στην περιοχή, με την Αρμενία να αποδέχεται απώλεια εδαφών και να αναδιπλώνεται, καθώς η Μόσχα δεν τήρησε το σύμφωνο αμυντικής συνδρομής, καθώς επιχειρούσε να ανατρ΄ψει τον Νικόλ Πασινιάν, λόγω της προσέγγισής του με τη Δύση και το NATO. Έκτοτε, η κατάσταση ήταν γενικά ήπια, με το πρώτο σοβαρό ξέσπασμα να καταγράφεται τον περασμένο μήνα.
Η Ρωσία χάνει έδαφος, η Ευρώπη παρεμβαίνει
Η Ρωσία που έχει επιβληθεί ως ειρηνευτική και εγγυήτρια δύναμη, διατηρεί ισχυρές στρατιωτιές δυνάμεις στην περιοχή. Ωστόσο, οι ειρηνευτικές προσπάθειες του Κρεμλίνου αμφισβητήθηκαν και από τις δύο πλευρές, με την ΕΕ να εργάζεται όλο και περισσότερο για να καλύψει το κενό. Τον Μάιο, με επικεφαλής τον Σαρλς Μισέλ, οι ηγέτες και των δύο χωρών πραγματοποίησαν συνομιλίες για το πώς να αποτρέψουν μελλοντικές συγκρούσεις.