Σκληρό δημοσίευμα για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, φιλοξενούν οι New York Times, με αφορμή το σκάνδαλο των υποκλοπών αλλά που δεν περιορίζεται εκεί, το οποίο αν μη τι άλλο πλήττει τη φήμη της χώρας διεθνώς και δύναται να αποδυναμώσει τα ερείσματα του Έλληνα πρωθυπουργού.
Διευρύνεται διαρκώς η λίστα των διεθνών media που στιγματίζουν την ελληνική κυβέρνηση για τις πρακτικές και τον τρόπο διακυβέρνησης, εστιάζοντας μάλιστα τις ευθύνες στον ίδιο τον πρωθυπουργό, κάτι που το Μαξίμου προσπαθεί παντοιοτρόπως να απωθήσει, εκμεταλλευόμενο τα ερείσματα που διαθέτει στα ελληνικά media. Με την χώρα όμως να βρίσκεται στον πάτο της ΕΕ στην Ελευθερία του Τύπου, ο ρόλος των media είναι επίσης, γνωστός ξεκάθαρος και υπό έλεγχο…
Το άρθρο του Alexander Clapp τους New York Times δεν είναι μόνο κόλαφος, αλλά έρχεται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή, που η ελληνική κυβέρνηση επιχειρεί με lobbying στην Ουάσιγκτον να “ελέγξει” τη δυναμική επαναπροσέγγισης ΗΠΑ – Τουρκίας, ενώ στο εσωτερικό προσπαθεί να αντέξει τους κραδασμούς από το πολύκροτο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων.
Πολιτικά, το άρθρο έρχεται σε μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδο για την ελληνική κυβέρνηση, η οποία μέχρι τώρα όταν αντιμετώπιζε προβλήματα στο εσωτερικό πρόβαλε τα θετικά δημοσιεύματα των ξένων media για να αντισταθμίσει, ενώ την ίδια στιγμή τα ελληνικά mainstream media επιχειρούν να υποβαθμίσουν το σκάνδαλο και τον αντίκτυπό του. Επίσης, τέτοια δημοσιεύματα αποδομούν και την γραμμή που βλέπει ξένους παράγοντες που επιβουλεύονται την πολιτική σταθερότητα, καθώς τα πλήγματα δεν είναι μονόπλευρα, αλλά προέρχονται από media που δεν έχουν μεταξύ τους εξαρτήσεις και δεν διέπονται από κοινές γραμμές.
Υπ αυτό το πρίσμα δεν αυξάνεται μόνο το πολιτικό ρίσκο αλλά και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, ως απόρροια της απώλειας ερεισμάτων σε κέντρα εξουσίας και της επιβαρυμένης περιρέουσας ατμόσφαιρας. Τέτοιες εξελίξεις, όπως έχει επισημάνει και ο Αλέξης Παπαχελάς, εγκυμονούν κινδύνους και για τα εθνικά θέματα.
Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί ότι δεν πρόκειται για επίθεση της εφημερίδας με άρθρο του αρχισυντάκτη ή πρωτοσέλιδο, αλλά για άρθρο-γνώμης από συνεργάτη της εφημερίδας, που εδράζεται στην Αθήνα,. Ο Klapp, πεπειραμένος και με περγαμηνές, αποτελεί πρόσωπο με ξεκάθαρη δράση και πορεία. Η φιλοξενία ενός τόσο δηκτικού άρθρου όμως, δεν είναι ούτε τυχαία, ούτε εκτός γραμμής. Αποτελεί ένδειξη του κλίματος που επικρατεί και το οποίο επιδεινώνεται.
Το δημοσίευμα των NY Times
Το δημοσίευμα με τίτλο: «Η σήψη στην καρδιά της Ελλάδας είναι πλέον ορατή σε όλους» υπογραμμίζει ότι παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει αναβαθμιστεί στη διεθνή σκηνή (βελτιωμένο πρόγραμμα βίζας, Microsoft, Pfizer και JP Morgan έχει ανοίξει γραφεία στην Ελλάδα, έξοδος από την εποπτεία), στο εσωτερικό της χώρας η «πραγματικότητα είναι σκοτεινή».
Τη ίδια λέξη: “σκοτεινή”, χρησιμοποιεί όμως και ο Αλέξης Παπαχελάς στο κείμενό του που ζητά από τις πολιτικές δυνάμεις σύνεση, προειδοποιεί για κίνδυνο εγκαθίδρυσης καθεστώτος χειρότερο από του Ορμπάν και ζητά… θεσμική αναβάθμιση και δικλείδες αφαλείας, ενώ χαρακτηρίζει τους “υπονόμους” σκοτεινούς, στοχοποιώντας το παρακράτος των υπηρεσιών ασφαλείας.
Οι New York Times επισημαίνουν τη διαφθορά και αναδεικνύουν τις συγκρούσεις συμφερόντων, ενώ με σκωπτικό ύφος καταδεικνύουν ότι τα τόσα χρόνια οικονομικής κρίσης και Μνημονίων δεν έφεραν ουσιαστικές αλλαγές αλλά μόνο βιτρίνας. Ειδικότερα, αναφέρουν ότι:
«Αντί να γίνει αναθεώρηση, το ελληνικό κράτος έχει αλλάξει μόνο στη βιτρίνα» αναφέρεται και επισημαίνεται πως «τις τελευταίες εβδομάδες, ένα σκάνδαλο υποκλοπών αποκάλυψε με εντυπωσιακό τρόπο την υποκείμενη σήψη».
Η αναφορά στην υποκείμενη σήψη, κατέληξε να γίνει σημαία για την αντιπολίτευση, το ζήτημα είναι πλέον ότι θα αποτελέσει θέμα συζήτησης διεθνώς, ενώ συνδυαστικά με άλλα ανοιχτά μέτωπα, θα μπορούσε να οδηγήσει στην εμπέδωση της υποβάθμισης του επιπέδου Δημοκρατίας, διαφάνειας και κατ επέκταση του status της χώρας ως επενδυτικός προορισμός.
Σκληρή επίθεση από τις πρώτες γραμμές
Η εξαιρετικά έμπειρος αρθρογράφος που έχει ασχοληθεί με την έρευνα για την δολοφονία της Μαλτέζας δημοσιογράφου, Νταφίνα Καρουάνα, ξεκινά με κατά μέτωπο επίθεση στον ίδιο τον πρωθυπουργό, επισημαίνοντας παλιές του δηλώσεις σε αντίστιξη με την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί:
«”Είμαι δεσμευμένος”, είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε ένα ακροατήριο βιομηχάνων και επιχειρηματιών τον Απρίλιο του 2018, σε “μια κυβέρνηση πραγματικά καλύτερων ανθρώπων”. Υπό την ηγεσία του, τα ελλαττώματα του παρελθόντος -νεποτισμός, διαφθορά- δεν θα ήταν πλέον ανεκτά. Η Ελλάδα, όπως ανακοίνωσε την ημέρα που έγινε πρωθυπουργός τον Ιούλιο του 2019, θα μπορούσε να “σηκώσει ξανά το κεφάλι της με υπερηφάνεια”»:
Όπως συνεχίζει ο αρθρογράφος, τρία χρόνια αργότερα, πολλοί ξένοι έχουν πειστεί για τη μεταρρύθμιση και ενδεικτικά αναφέρει ότι η Microsoft, η Pfizer και η JP Morgan Chase έχουν ανοίξει γραφεία στην Ελλάδα, η άνοδος τουρισμού, αλλά και την έξοδο από το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας.
«Εντός της Ελλάδας, όμως, μια πιο σκοτεινή πραγματικότητα φουντώνει. Η διαφθορά και οι συγκρούσεις συμφερόντων που δεσμεύτηκε να ξεριζώσει ο κ. Μητσοτάκης όχι μόνο εξακολουθούν να υπάρχουν αλλά και, από πολλές απόψεις, φαίνεται ότι έχουν ενδυναμωθεί και εμβαθύνει. Το ελληνικό κράτος όχι μόνο δεν έχει αλλάξει, αλλά έχει δεχθεί μόνο μια… καλλυντική αναμόρφωση, ένα window dressing. Τις τελευταίες εβδομάδες, ένα σκάνδαλο υποκλοπών αποκάλυψε με εντυπωσιακό τρόπο την υποκείμενη σήψη. Με το όνομα το Watergate της Ελλάδας, έχει αποκαλύψει τι συμβαίνει κάτω από την αστραφτερή επιφάνεια. Το “Ελλάδα 2.0” που υποσχέθηκε ο κ. Μητσοτάκης, όπως αποδεικνύεται, είναι ακριβώς το ίδιο»
επισημαίνεται στο δημοσίευμα. Η αναφορά αυτή μάλιστα καταδεικνύει με τον πλέον γλαφυρό τρόπο να αναδείξει την αποτυχία του Κυριάκου Μητσοτάκη να κάνει όσα ευαγγελίζονταν αρχικά ή… ότι αυτά ήταν απλά προσχηματικά και ότι η ατζέντα ήταν από την αρχή η ωραοποιημένη παλινόρθωση του σάπιου κατεστημένου.
Σκάνδαλο υποκλοπών
Το δημοσίευμα συνεχίζει με αναφορές στο σκάνδαλο των υποκλοπών και στις παρακολουθήσεις των κινητών τηλεφώνων του δημοσιογράφου, Θανάση Κουκάκη, αλλά και του νυν προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Νίκου Ανδρουλάκη.
«Για δεκαετίες τώρα, οι υποκλοπές τηλεφώνων είναι ένα απαίσιο χαρακτηριστικό του ελληνικού κράτους. Όμως, επί κ. Μητσοτάκη, οι παρακολουθήσεις έχουν μετατραπεί σε μια εν πολλοίς ακαταλόγιστη γραφειοκρατία. Μία από τις πρώτες του πράξεις ως πρωθυπουργός ήταν να θέσει τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες υπό τον άμεσο έλεγχο του γραφείου του και στη συνέχεια να τοποθετήσει -μέσω νομικής τροποποίησης- ένα πρώην στέλεχος μιας διεθνούς εταιρείας ασφαλείας ως διευθυντή της. Έκτοτε, ο αριθμός των ελληνικών τηλεφώνων που είναι “παγιδευμένα” αυξάνεται σταθερά. Κατά μέσο όρο πέρυσι, 42 συσκευές εξουσιοδοτήθηκαν για υποκλοπές σε ημερήσια βάση, και συνολικά περισσότερα από 15.000 ελληνικά τηλέφωνα υπό κρατική παρακολούθηση ανά πάσα στιγμή»
επισημαίνεται χαρακτηριστικά.
Το Predator και οι ευθύνες
Οι New York Times αναφέρονται στη χρήση του λογισμικού Predator, που έχει καταδικαστεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, στο γεγονός ότι την τέταρτη ημέρα από την εκλογή του ως πρωθυπουργός, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τοποθέτησε τον ανιψιό του, Γρηγόρη Δημητριάδη, γενικό γραμματέα της κυβέρνησης.
«Παραμένει αναπόδεικτο κατά πόσο γνώριζε ο κ. Μητσοτάκης για την ανάπτυξη του Predator στην Ελλάδα. Ο ίδιος δεν “τοποθετηθεί” επί του θέματος ευθέως. Αντ’ αυτού υποστήριξε ότι το σκάνδαλο που εμπλέκει τώρα την κυβέρνησή του θα μπορούσε να είναι έργο “σκοτεινών δυνάμεων εκτός Ελλάδας“. Ωστόσο, μέλη της κυβέρνησής του αρνήθηκαν τους ισχυρισμούς.
“Το ελληνικό κράτος δεν έχει προμηθευτεί κανένα παράνομο σύστημα παρακολούθησης από εταιρείες όπως το Predator”, επέμεινε ένας υπουργός τον Ιούνιο. Ωστόσο, το αν η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη αγόρασε δεδομένα που συγκεντρώθηκαν μέσω τέτοιας παρακολούθησης παραμένει ανοιχτό ερώτημα»
επισημαίνουν οι New York Times.
Ο Μητστοτάκης έχει την ευθύνη
Ο αρθρογράφος αναφέρεται και στις παραιτήσεις του Γρηγόρη Δημητριάδη από το Μέγαρο Μαξίμου αλλά και του Παναγιώτη Κοντολέων από το «τιμόνι» της ΕΥΠ, αλλά και στα περί «τοξικού κλίματος».
«Το πρόβλημα εδώ δεν είναι ότι η διαφθορά υπό τον κ. Μητσοτάκη είναι αναγκαστικά πιο ενδημική από ό,τι σε προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις – ή σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. (Οι ηγέτες της αντιπολίτευσης και οι δημοσιογράφοι έχουν γίνει στόχος spyware στη Γαλλία, την Ισπανία, την Ουγγαρία και την Πολωνία). Το πρόβλημα είναι μάλλον η αντίφαση μεταξύ της χώρας που ο κ. Μητσοτάκης επιμένει να προβάλλει στο εξωτερικό και εκείνου του οποίου πραγματικά προεδρεύει»
επισημαίνεται στο ίδιο δημοσίευμα. Η επισήμανση ότι η διαφθορά είναι πλέον πιο ενδημική και η σύγκριση με προηγούμενες κυβερνήσεις αποτελεί σαφή αιχμή επιδείνωσης της κατάστασης. Η διάρθρωση του δημοσιεύματος καταδεικνύει ότι το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων είναι το μείζον και άρα η αφορμή για να τραβηχτεί η κουρτίνα, το πρόβλημα όμως είναι βαθύτερο και ξεκινά από τον ίδιο τον πρωθυπουργό.