Ο ενεργειακός πληθωρισμός χτυπά ξανά την πόρτα της Ευρώπης παειλώντας να εκτροχιάσει τις οικονομίες, καθώς οι τιμές του φυσικού αερίου εκτοξεύθηκαν στα επίπεδα των 240 ευρώ η μεγαβατώρα, προσεγγίζοντας ανησυχητικά το ιστορικό υψηλό των 300 ευρώ που σημείωσαν μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και την έναρξη του οικονομικού πολέμου με τη Δύση.
Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης φυσικού αερίου που συνδέονται με την TTF, τη χονδρική τιμή του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, διαπραγματεύονταν περίπου 240 ευρώ ανά μεγαβατώρα μετά το κλείσιμο σε ιστορικό υψηλό στην προηγούμενη συνεδρίαση και τώρα οδεύουν προς την τέταρτη συνεχή εβδομάδα κερδών.
Την τάση αυτή υποστηρίζει ένας συνδυασμός περιορισμένων προμηθειών και αυξανόμενης ζήτησης εν μέσω επίμονων κυμάτων καύσωνα σε όλη την Ευρώπη. Την κατάταση επιδεινώνει έτι περαιτέρω η ιστορικών διαστάσεων ξηρασία που προκλήθηκε από ένα άνυδρο καλοκαίρι, το οποίο προκάλεσε ρεκόρ θερμότητας σε όλη την Ευρώπη, ενώ απειλεί να σταματήσει τις αποστολές ενέργειας κατά μήκος του ποταμού Ρήνου, περιορίζοντας παράλληλα την υδροηλεκτρική και πυρηνική παραγωγή ενέργειας.
Η Gazprom μείωσε δραματικά τις ροές μέσω του αγωγού Nord Stream στο 20% περίπου της χωρητικότητάς, επικαλούμενη προβλήματα με τους στρόβιλους, κίνηση που εντείνει την ανησυχία για την ασφάλεια του εφοδιασμού και την επάρκεια ενόψει ενός δύσκολου χειμώνα. Πλέον είναι σαφές ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη και έχει ήδη ωθήσει τις γερμανικές ρυθμιστικές αρχές να προτείνουν μείωση της χρήσης φυσικού αερίου κατά 20% για να προστατευθεί από την έλλειψη φυσικού αερίου αυτόν τον χειμώνα.
Η Κομισιόν πέρασε σε κανονισμό τη συμφωνία των Ευρωπαίων για μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου. Η επίτευξη όμως του στόχου αυτού προϋποθέτει αύξηση της χρήσης πετρελαίου, άνθρακα και πυρηνικής ενέργειας. Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας δεν λαμβάνονται υπόψη σοβαρά στη διαμόρφωση των σχεδίων ενεργειακής ασφάλειας καθώς δεν παρέχουν σταθερές και εξασφαλισμένες ροές, ενώ η παραγωγή τους μπορεί να μην μην συμπίπτει με τη ζήτηση και οι διαθέσιμες λύσεις αποθήκευσης δεν προσφέρουν επαρκή αποτελέσματα.