Την αντίδραση της προέδρου του Ευρωκοινοβουλίου για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων κατάφερε να προκαλέσει ο αντιπρόεδρος του Σώματος, Δημήτρης Παπαδημούλης, καθώς μέχρι στιγμής διατηρούσε αποστάσεις προφασιζόμενη τη θερινή περίοδο και τις εν εξελίξει έρευνες, καθώς -όπως υποστηρίζουν οι Σοσιαλδημοκράτες- δεσμεύεται από την πολιιτική της συνάφεια, μιας και είναι ομογάλακτη με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο ΕΛΚ.
Την ανησυχία της για την παράνομη παρακολούθηση δημοσιογράφων, πολιτικών και άλλων πολιτών εκφράζει η πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Ρομπέρτα Μετσόλα, σε απαντητική επιστολή που έστειλε προς τον αντιπρόεδρο του σώματος, Δημήτρη Παπαδημούλη.
Σύμφωνα με το κείμενο της επιστολής που έγινε γνωστό, η κυρία Μετσόλα, υπογραμμίζει ότι τέτοιες παραβιάσεις των αρχών και αξιών που αποτελούν τη βάση του δημοκρατικού μας συστήματος δεν μπορούν να γίνουν ανεκτές, ανεξάρτητα από το αν συμβαίνουν στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος.
Η αντίδραση έρχεται, ενώ εκπρόσωπός της είχε απαντήσει αφού οι Σοσιαλδημοκράτες στο Ευρωκοινοβούλιο την κατηγόρησαν για τις πολιτικές της εξαρτήσεις, που δεν επιτρέπουν να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.
Η απάντηση της Ρομπέρτα Μέτσολα στον Δημήτρη Παπαδημούλη είναι η υψηλότερη -μέχρι στιγμής- από Ευρωπαίο αξιωματούχο για το σκάνδαλο της παρακολούθησης πολιτικών και δημοσιογράφων από την ΕΥΠ στην Ελλάδα και μέσω του λογισμικού Predator το οποίο η ελληνική κυβέρνηση αρνείται ότι έχει προμηθευτεί, αλλά η Google την περιλαμβάνει στη λίστα των χωρών που το έχουν αποκτήσει.
Η Κομισιόν αντέδρασε σε χαμηλό επίπεδο μέσω της εκπροσώπου της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων, αποφεύγοντας να συσχετίσει το ζήτημα με το πλαίσιο του Κράτους Δικαίου και παραχωρώντας στις εθνικές αρχές την πρωτοβουλία δράσης.
Στο μεταξύ η αντιπολίτευση στην Ελλάδα κινητοποιείται σε πολλά επίπεδα στην ΕΕ, επιχειρώντας να απομονώσει τον Κυριάκο Μητοστάκη και ενδεχομένως να ανάγει το ζήτημα των παρακολουθήσεων σε μείζον περιπλέοκοντας τη διαδικασία εκταμίευσης της δεύτερης δόσης από το Ταμείο Ανάκαμψης. Η στρατηγική αυτή έχει στόχο να επιταχύνει τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα οδηγώντας σε πρόωρες εκλογές.
Το θέμα διατηρούν στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας ευρωπαϊκά media και τα αντιπολιτευτικά στην Ελλάδα, ενώ τα φιλοκυβερνητικά το έχουν υποβαθμίσει και το καλύπτουν μόνο αποσπασματικά, με ελάχιστες εξαιρέσεις.
Η αντίδραση της Μέτσολα
Όπως σημειώνει, ενημέρωσε ήδη τον κ. Ανδρουλάκη ότι το ευρωκοινοβούλιο είναι έτοιμο να συνεργαστεί πλήρως με τις ελληνικές αρχές και να διαθέσει τις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας που διεξήγαγε επιτροπή του ευρωκοινοβουλίου.
Υπογραμμίζει μάλιστα πως το ευρωκοινοβούλιο έχει λάβει ένα πρώτο αίτημα για πληροφορίες από ελληνική αρχή, το οποίο θα παρασχεθεί τις επόμενες ημέρες.
Η κυρία Μετσόλα χαιρετίζει ότι το γεγονός το ελληνικό Κοινοβούλιο εξετάζει και τις τελευταίες αποκαλύψεις και αναφέρεται σε μια σειρά από πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει για να εξασφαλιστεί η κατάλληλη προστασία και βοήθεια προς τους βουλευτές κατά της χρήσης spyware.
Auditor’s note: Σύγκρουση στη Βουλή και στρατηγικές
Η επιστολή της προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προκάλεσε νέο γύρο αντιπαράθεσης μεταξύ των ελληνικών κομμάτων. Την Τετάρτη, άλλωστε, αναμένεται η προ-ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή για τις παρακολουθήσεις, η οποία θα διεξαχθεί σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών. Εκεί θα τεθούν τα ζητήματα της αντίδρασης των Ευρωπαίων.Στόχος της κυβέρνησης είναι θέτοντας το ζήτημα στο πλαίσιο μιας κεκλεισμένων των θυρών εξεταστικής επιτροπής να περιορίσει τη δημοσιότητα και να αποδείξει την ισχυρή βούληση για την σε βάθος διερεύνησή του. Από την άλλη πλευρά η αντιπολίτευση το θεωρεί μείζον ζήτημακαι ενδεικτικό των πρακτικών που μεταχειρίζεται η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Το περιστατικό, πάντως, δεν είναι απομονωμένο, καθώς τα θέματα αυτά και άλλα οδήγησαν την Ελλάδα στην τελευταία θέση στον δείκτη ελευθερίας του Τύπου στην Ευρώπη. Στα ανοιχτά μέτωπα παραμένει η δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ, η παρακολούθηση του Θανάση Κουκάκη και άλλων δημοσιογράφων και η κατάργηση δικλείδων ασφαλείας για την ανεξαρτησία του Τύπου στην Ελλάδα, καθώς και η υπερσυγκέντρωση μεγάλων edia στα χέρια επιχειρηματιών που αναλβμάνουν συμβάσεις από το Δημόσιο.