Ένα συν ένα βήματα στην κατεύθυνση της πλήρους εξομάλυνσης των σχέσεων ΗΠΑ – Τουρκίας κάνει η κυβέρνηση Μπάιντεν, καθώς μετά το υπουργείο Εξωτερικών και το Άμυνας ανακοίνωσε την πλήρη υποστήριξη του τουρκικού αιτήματος για αναβάθμιση των τουρκικών F-16 σε έκδοση V, αντίστοιχη δηλαδή με τα ελληνικά, ενώ στη συνάντηση Μπάιντεν – Ερντογάν θα συζητηθεί και η αγορά νέων F-16!
Μόλις λίγες ώρες έπειτα από τη συμφωνία Τουρκίας – Φινλανδίας – Σουηδίας στη Μαδρίτη, η Celeste Wallander, βοηθός υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, παρουσιάστηκε να δηλώνει δημοσίως (on the record) πως «οι ΗΠΑ υποστηρίζουν πλήρως τα σχέδια εκσυγχρονισμού του στόλου των F-16 της Τουρκίας»..
Η τοποθέτηση αυτή αν και δεν σχετίζεται επισήμως με την άρση του τουρκικού βέτο για την ένταξη ΦΙνλανδίας και Σουηδίας στο NATO, η χρονική αλληλουχία των εξελίξεων δημιουργεί σίγουρα άλλες εντυπώσεις…
Ειδικότερα, η Wallander επιχείρησε να θέσει την απόφαση έγκρισης μέσα σε ελαφρώς διαφοροποιημένο πλαίσιο, λέγοντας: η «Αυτά τα σχέδια είναι στα σκαριά και πρέπει να υλοποιηθούν μέσω της διαδικασίας σύναψης συμβάσεων, αλλά οι ΗΠΑ υποστηρίζουν τον εκσυγχρονισμό του στόλου μαχητικών της Τουρκίας, γιατί αυτό συμβάλλει στην ασφάλεια του ΝΑΤΟ… Οι ισχυρές αμυντικές δυνατότητες της Τουρκίας συμβάλλουν σε μια ισχυρή άμυνα του ΝΑΤΟ»..
Σημειώνεται πως Τζο Μπαίντεν και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πρόκειται να έχουν συνάντηση σήμερα στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ που διεξάγεται στη Μαδρίτη, στον απόηχο και των χθεσινών εξελίξεων με την άρση του βέτο από την πλευρά της Άγκυρας, για την ένταξη Στοκχόλμης και Ελσίνκι στη Συμμαχία. Την ίδια στιγμή ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει διμερείς επαφές ούτε με τον Μπάιντεν, ούτε με τον Ερντογάν.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg, Μπάιντεν και Ερντογάν πρόκειται, κατά τη συνάντηση που θα έχουν σήμερα, να συζητήσουν το θέμα της «πώλησης μαχητικών F-16 στην Τουρκία».
Σε κάθε περίπτωση πάντως, σημειώνεται πως τόσο ο εκσυγχρονισμός των υπαρχόντων όσο και η πώληση νέων F-16 στην Τουρκία, θα πρέπει – για να υλοποιηθεί – να περάσει από το αμερικανικό Κογκρέσο και από τις αρμόδιες επιτροπές του Κογκρέσου, μεταξύ αυτών και από την Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας επικεφαλής της οποίας είναι ο γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ.