Την σταδιακή αρχικά και ραγδαία πλέον αύξηση της έντασης μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας στην Αλάσκα σκιαγραφεί με δημοσίευμά της η DW, αναδεικνύοντας την ανησυχία των ΗΠΑ και της Δύσης για την έκβαση του γεωπολιτικού ανταγωνισμού στην Αρκτική και επιχειρώντας να ερμηνεύσει τις μεγαλοϊδεατικές και με αναθεωρητικές προεκτάσεις δηλώσεις του Βλάντιμιρ Πούτιν.
Το σκηνικό που έχει διαμορφωθεί στην Αλάσκα και την Αρκτική δεν απέχει πολύ απ’ αυτό που επικρατεί χρόνια τώρα στο Αιγαίο: Παραβιάσεις εναερίου χώρου από ρωσικά μαχητικά -όπως καταγγέλλουν οι ΗΠΑ-, παρενοχλήσεις αλιέων από ρωσικά σκάφη και αύξηση της στρατιωτικής ετοιμότητας και από τις δύο πλευρές.
Σύμφωνα με την DW, οι εντάσεις μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ στην περιοχή της Αλάσκας ξεκίνησαν πολύ πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ρωσικά πλοία απείλησαν το 2020 Αμερικανούς ψαράδες. Στη θαλάσσια αυτή περιοχή πλέουν πλήθος ρωσικά παγοθραυστικά, ενώ ένας βουλευτής της ρωσικής Δούμας τάχθηκε υπέρ της επιστροφής της Αλάσκας στη Ρωσία. Παράλληλα οι αμερικανικές αρχές επιρρίπτουν στη Μόσχα παραβιάσεις του αμερικανικού εναέριου χώρου με μαχητικά. Σε αυτό το σκηνικό έντασης και έμμεσων απειλών οι Ηνωμένες Πολιτείες ενισχύουν τη στρατιωτική τους παρουσία στην 49η αμερικανική πολιτεία.
Το Crisis Monitor έχει πολλάκις επισημάνει τις προεκτάσεις του γεωπολιτικού ανταγωνισμού για τη δημιουργία και ελέγχου της ναυτικής οδού της Αρκτικής.
Απειλή στρατιωτικοποίησης
Στο δημοσίευμα της DW περιγράφεται με γλαφυρό τρόπο η ενίσχυση της επιφυλακής των αμερικανικών δυνάμεων στην 49 πολιτεία, την οποία απέκτησαν από τη Ρωσία το 1867 από τον Τσάρο Αλέξανδρο Β’. Ειδικότερα, εκτός από την ενίσχυση των δυνάμεων στην περιοχή με το υπερσύγχρονο μαχητικό F-35, οι ΗΠΑ πραγματοποιούν διαρκώς ασκήσεις ενίσχυσης μαχητικότητας και ετοιμότητας με την τελευταία την άσκηση «Red Flag».
Η Ρωσία, από την άλλη πλευρά, διανοίγει σταθερά τη δίοδο της Αρκτικής, με πυρηνοκίνητα παγοθραυστικά, μόνιμες βάσεις, ακόμα και πλωτό πυρηνικό σταθμό παραγωγής ενέργειας και με βλέψεις να την καταστήσει μείζονα -αν όχι κυρίαρχη- εμπορική διαδρομή για τα πλοία. Με τον τρόπο αυτό και έχοντας τον έλεγχο σημαντικών ορυκτών καυσίμων, πρώτων υλών, καθώς και σιτηρών και παρέχοντας μια διαδρομή πιο σύντομη και ασφαλή -από πειρατεία- ο Πούτιν φιλοδοξεί να ενισχύσει το γεωστρατηγικό και γεωοικονομικό αποτύπωμα της Ρωσίας.
Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί ότι υπερπτήσεις και μαχητικών και κατασκοπευτικών ήταν ανέκαθεν ζήτημα ρουτίνας στην Αλάσκα. Η ανάδειξη του θέματος και στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία αποτελεί στρατηγική που δεν εξηγείται από τα διαθέσιμα δεδομένα.
Απειλή διάχυσης της διμερούς έντασης με τις ΗΠΑ στην Αλάσκα έχει διατυπώσει εμπράκτως και η Κίνα, στέλνοντας μεγάλο αριθμό πολεμικών πλοίων στην περιοχή, σε διεθνή χωρικά ύδατα στις 29 και 30 Αυγούστου του 2022. Ωστόσο, δεν είναι σαφές και μάλλον θα ήταν τραβηγμένη μια εικασία συνεργασίας Κίνας – Ρωσίας σε στρατιωτικό επίπεδο για την αμφισβήτηση της αμερικανικής κυριαρχίας στην περιοχή. Οι κινήσεις του Πεκίνου αποτελούν μήνυμα και έμμεση απειλή, πιθανότητα για τη στάση των ΗΠΑ στην Ταϊβάν.
Πούτιν: Η Αρκτική νέα Διώρυγα του Σουέζ
Ο ρεπουμπλικανός Ντον Σάλιβαν, ο οποίος εκπροσωπεί την Αλάσκα στη Γερουσία, εκτιμά ότι Αλάσκα και Αρκτική θα γίνονται ολοένα και σημαντικότερες τα χρόνια που έρχονται: «Ο Πούτιν δηλώνει ότι η Αρκτική θα είναι η Διώρυγα του Σουέζ του 21ου αιώνα, η οποία θα ελέγχεται από τη Ρωσία. Θα πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη τα λεγόμενά του Ρώσου προέδρου. Αυτό ακριβώς είναι ο στόχος της Ρωσίας. Μας ασκούν πιέσεις και γι’ αυτό πρέπει να διαθέτουμε ισχυρή παρουσία στην Αλάσκα».
Σε Αρκτική και Αλάσκα έχουν εντοπιστεί σημαντικά κοιτάσματα ορυκτών. Και επειδή λόγω της κλιματικής αλλαγής οι πάγοι λιώνουν ο Αρκτικός Ωκεανός γίνεται ολοένα και ευκολότερα προσβάσιμος στα πλοία.
Ο Αμερικανός γερουσιαστής δηλώνει τέλος ότι η Ρωσία διαθέτει στην περιοχή 54 παγοθραυστικά πολλά από τα οποία είναι πυρηνικά, ενώ οι ΗΠΑ έχουν μόλις δύο, από τα οποία το ένα μάλιστα είναι χαλασμένο.
Όταν η Ρωσία πούλησε την Αλάσκα στις ΗΠΑ
Η Αλάσκα ανήκε στη Ρωσία μέχρι το 1867, χρονιά κατά την οποία πωλήθηκε στις ΗΠΑ, από τον τσάρο Αλέξανδρο Β΄ έναντι του ποσού των 7.200.000 δολαρίων και το 1959 ανακηρύχθηκε ομόσπονδη πολιτεία των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η εξερεύνηση της άρχισε το 1741 από τον Βίτους Μπέρινγκ, για λογαριασμό της Ρωσίας. Τη συνέχισε το 1778 ο Τζέιμς Κουκ και στις αρχές του 19ου αιώνα αποστολές εξερεύνησαν τις ακτές από τον Ειρηνικό ως τον Βόρειο Παγωμένο ωκεανό. Η συστηματική εξερεύνηση της Αλάσκας και ο αποικισμός της που ακολούθησε οφείλονται κυρίως στους Σιβηριανούς και Αμερικανούς κυνηγούς, οι οποίοι από το 1784 ίδρυσαν εταιρίες για το κυνήγι ζώων και την πώληση γουναρικών.