Την χειρότερη επιλογή για τις χώρες του Νότου και ειδικά για μία χώρα όπως η Ελλάδα (και οι ελληνικές τράπεζες) αποτελεί η απόφαση της ΕΚΤ να σταματήσει τις (πληθωριστικές μεν αλλά τονωτικές για την ρευστότητα) επαναγορές ομολόγων από τον Ιούλιο 2022 και να αυξήσει μόλις 0,25% τα επιτόκια παρέμβασης.
Ουσιαστικά η απόφαση αυτή συμφωνεί με τις θέσεις των Γερμανών και ολλανδών και στερεί πολύτιμους πόρους από τις τράπεζες. Σε ότι αφορά την μικρή αύξηση επιτοκίων ουσιαστικά βοηθά την ανάπτυξη αλλά σε χώρες που έχουν ήδη ελεγχόμενο πληθωρισμό και όχι για χώρες όπως η Ελλάδα που ανακοίνωσε πληθωρισμό κόστους 11,3% για τον Μάιο 2022.
Η κα Λαγκάρντ στο εισαγωγικό σημείωμα της ΕΚΤ, τόνισε ότι ο πληθωρισμός οφείλεται κυρίως στην άνοδο των τιμών ενέργειας και τροφίμων, θα διαρκέσει και ότι βάσει των προβολών που έχουν γίνει ο μεσοσταθμικός πληθωρισμός 2022 θα είναι στο 6,8% και από το 2023 θα υποχωρήσει στο 3,5% και 2,1% το 2024. Εάν εξαιρεθούν οι τιμές ενέργειας και τα τρόφιμα, η προβολή για τον πληθωρισμό το 2022 διαμορφώνεται στο 3,3% , το 2023 στο 2,8% και το 2024 στο 2,3%.
Μετά τις ανακοινώσεις της ΕΚΤ, τα ευρωπαικά χρηματιστήρια κινούνται έντονα πτωτικά με μεγάλες πιέσεις στις ευρωπαικές τραπεζικές μετοχές. Στο ελληνικό χρηματιστήριο ο Γενικός Δείκτης κινείται προς τις 880 μονάδες με αυξανόμενες ρευστοποιήσεις στις τραπεζικές μετοχές αλλά και στα υπόλοιπα blue chips.
Διεύρυναν τις απώλειες τους οι ευρωπαϊκές αγορές, αφού η ΕΚΤ έθεσε τον δρόμο για να αρχίσει να αυξάνει το κόστος δανεισμού τον επόμενο μήνα.
Η κεντρική τράπεζα επιβεβαίωσε ότι οι αγορές περιουσιακών στοιχείων θα τερματιστούν από την 1η Ιουλίου και θα ακολουθήσει αύξηση επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης τον Ιούλιο επίσης. Επίσης, θα μπορούσε να χρειαστεί μεγαλύτερη αύξηση των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο, σε περίπτωση που επιδεινωθούν οι προοπτικές για τον πληθωρισμό.
Ταυτόχρονα, οι οικονομικές προοπτικές θεωρούνται υποτονικές καθώς ο πληθωρισμός προβλέπεται να παραμείνει υψηλός και η οικονομία φαίνεται να αναπτύσσεται λιγότερο. Ο DAX υποχωρεί σχεδόν 2%.