Την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας κατά μία βαθμίδα σε BB+ ανακοίνωσε η S&P, μετριάζοντας το outlook σε σταθερό, καθώς εκτιμά ότι η χώρα έχει δυνατότητα να απορροφήσει εν μέρει τα σοκ από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Σε ΒΒ+ αναβάθμισε το αξιόχρεο της ελληνικής οικονομίας ο οίκος S&P, δίνονας παράληλλα σταθερές προοπτικές. Ο οίκος επισημαίνει ότι η χώρα είναι καλά τοποθετημένη για να ωφεληθεί από τα προγράμαμτα στήριξης και τους ευρωπαϊκούς πόρους, προβλέποντας σταθερή αναπτυξιακή υπεραπόδοση έως το 2025.
Η αναβάθμιση αντανακλά την προσδοκία του οίκου για συνεχή βελτίωση της αποτελεσματικότητας της πολιτικής της Ελλάδας, ενώ οι επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία φαίνονται διαχειρίσιμες υπό το φως των σημαντικών αποθεμάτων ασφαλείας τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στον δημόσιο τομέα.
Οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας και η επιτάχυνση του πληθωρισμού θα συμβάλουν στην επιβράδυνση της αύξησης του ΑΕΠ φέτος στο 3,4% έναντι 8,3% το 2021. Ο Οίκος προβλέπει ότι η οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται μεσοσταθμικά πάνω από 3% κατά την περίοδο 2023-2025, χάρη στο Ταμείο Ανάκαμψης (NGEU) και άλλες μεταβιβάσεις πόρων, και μια ισχυρή αναμενόμενη περαιτέρω ανάκαμψη των κερδών από τον τουρισμό.
Εύσημα στην κυβέρνηση
Από το 2020, η αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης έχει λάβει ώθηση μέσω της νομισματικής και της δημοσιονομικής πολιτικής σε επίπεδο ευρωζώνης και ΕΕ, αντίστοιχα.
Η υποστηρικτική νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) διευκόλυνε την πρόσβαση στην αγορά για κρατικό δανεισμό με σχετικά χαμηλό κόστος λόγω της συμπερίληψης των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο Πρόγραμμα Έκτακτης Αγοράς (PEPP) και ως collateral στις πράξεις επαναγοράς της ΕΚΤ. Πιο πρόσφατα, πριν από τον τερματισμό του PEPP τον Μάρτιο του 2022, η ΕΚΤ διευκρίνισε ότι θα μπορούσε να συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά κρατικά ομόλογα πέρα από τις επαναγορές, εάν καταγράψει επιδείνωση στη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στην Ελλάδα, ενώ η οικονομία εξακολουθεί να ανακάμπτει από την πανδημία.
Ταυτόχρονα, ο οίκος καταγράφει σημαντική βελτίωση στην ποιότητα του ενεργητικού των συστημικών τραπεζών, καθώς το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) στο σύνολο των δανείων του τραπεζικού τομέα μειώθηκε απότομα στο 12,8% το 2021, από 31% το 2020. Η S&P εκτιμά ότι θα είναι κάτω του 8% έως το τέλος του 2022.
«Πιστεύουμε ότι όλες αυτές οι εξελίξεις έχουν ενισχύσει την αποτελεσματικότητα της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής στην Ελλάδα», επισημαίνει.