Διεθνείς διελκυστίνδα για την διαμόρφωση του νέου πλαισίου αποδεκτών κρατικών ενεργειών έχει στηθεί, με την Ευρώπη να αποτείνεται -με καθυστέρηση και μετά από πολλά λάθη- στο Πεκίνο προκειμένου να διασφαλίσει την ουδετερότητα της Κίνας αλλά και την απομόνωση του Βλάντιμιρ Πούτιν. Το Πεκίνο, από την άλλη πλευρά, επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία για αναδιαπραγμάτευση και επανοριοθέτηση.
Την Παρασκευή, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον Ντερ Λάιεν και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ είχαν τηλεδιάσκεψη με την κινεζική ηγεσία, τον πρόεδρο Σι Ζινπίνγκ και τον πρωθυπουργό Λι Κετσιάνγκ. Στην τηλεδιάσκεψη συμμετείχαν και ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ με τον υπουργό Εξωτερικών της Κίνας.
Η Κομισιόν στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής ΕΕ – Κίνας επιχείρησε να χρησιμοποιήσει το βάθος και εύρος των σινορωσικών σχέσεων ως μοχλό πίεσης για την αποτροπή παροχής διευκολύνσεων από τον Σι στον Πούτιν, προκειμένου να υπερβεί τις κυρώσεις.
Ταυτόχρονα, το Πεκίνο αντιλαμβανόμενο την προσωρινή ενίσχυση της γεωοικονομικής αξίας της Κίνας, επιχείρησε να διαμορφώσει το έδαφος για ώστε να αποκομμίσει οφέλη μόνιμου χαρακτήρα.
Στόχος της ΕΕ ήταν να αποσπάσει εξασφαλίσεις για την ουδετερότητα της Κίνας στην αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Η κινεζική πλευρά όμως είναι προφανές ότι είχε τη δική της ατζέντα, η οποία μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει γνωστή.
Πέρα από τις προηγουμένως εκπεφρασμένες θέσεις των δύο πλευρώ για τα ανοιχτά μέτωπα και τις διμερείς σχέσεις, όμως, δεν υπάρχουν νεότερα. Η Σύνοδος Κορυγής ΕΕ – Κίνας ολοκληρώθηκε χωρίς κοινό ανακοινωθέν.
Η απουσία κοινών δηλώσεων είναι σαφής έκφανση ασυμφωνίας των δύο πλευρώ σε πολλά σημεία και η δήλωση της κινεζικής ουδετερότητας. Επίσης, οι δηλώσεις των Κινέζων αξιμωατούχων καθιστούν σαφές ότι το Πεκίνο αμφισβητεί την υφιστάμενη αρχιτεκτονική ασφαλείας, την οποία χαρακτηρίζει παροχυμένη.
Auditor’s note: Η ενηλικίωση της Ευρώπης
Οι διμερείς σχέσεις Κίνα και ΕΕ απέχουν πολύ από την επίτευξη πρόσφορου για βελτίωση περιβάλλοντος. Αμφότερες οι πλευρές όμως αντιλαμβάνονται τη στιγμή ως ιδανική για την προώθηση μεμονωμένων ζητημάτων. Πρόκειται για μια διελκυστίνδα που από τη μια είναι η Ρωσία και από την άλλη οι ΗΠΑ.
Οι Κινέζοι, έχουν στόχο να εξαναγκάσουν την ευρωπαϊκή ουδετερότητα, έτσι ώστε να αναγκάσουν την Ουάσιγκτον να εγκαταλείψει την αδιάλλακτη στάση σε μια σειρά από ζητήματα.
Αν και οι πολιτικές αυτές δεν διακηρύττονται, εν τούτοις η αναθεωρητική ρητορική, στόχο έχει να καταστήσει σαφές ότι το Πεκίνο δεν αντιμβάνεται την ΕΕ -απαραίτητα- ως ενιαία με τις ΗΠΑ και ότι βλέπει περιθώρια στην κατεύθυνση επίτευξης της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να συμβάλλει προς αυτή την κατεύθυνση.
Στην πραγματικότητα, η Κίνα ζητά ακηδεμόνευτη -από τις ΗΠΑ- σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τελικά, Βρυξέλλες και Πεκίνο συμφώνησαν στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή: Δηλαδή τη συνεργασία για τον τερματισμό του πολέμου. Η κινεζική ηγεσία, όμως, δεν περιέλαβε σε αυτό το πλαίσιο καμία δέσμευση για τη συνεργασία της με τη Ρωσία…
Wishful thinking από τον Σαρλ Μισέλ
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ εξέφρασε την ελπίδα ότι η Κίνα «θα λάβει υπόψη της τη διεθνή της εικόνα και τις οικονομικές της σχέσεις με την Ευρώπη» στη στάση που θα τηρήσει σχετικά με τη ρωσική εισβολή. «Συμφωνήσαμε ότι αυτός ο πόλεμος απειλεί την παγκόσμια ασφάλεια και τη διεθνή οικονομία», είπε.
Αναθεωρητικός ο Σι Ζινπίνγκ
Ο Σι Τζινπίνγκ δήλωσε ωστόσο ότι «δεν πρέπει να προστίθεται λάδι στη φωτιά», ούτε να βασίζεται η αρχιτεκτονική ασφαλείας «σε μία ψυχροπολεμική νοοτροπία». Στο δικό του σχόλιο στα κινεζικά κρατικά ΜΜΕ, ο Λι Κεκιάνγκ είπε ότι «η Κίνα προωθεί με τον δικό της τρόπο ειρηνευτικές συνομιλίες και είναι πρόθυμη να συνεχίσει να παίζει έναν εποικοδομητικό ρόλο στη διεθνή κοινότητα».
Απομονώστε τον Πούτιν
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν παραδέχθηκε ότι «ανταλλάξαμε ξεκάθαρα αντίθετες απόψεις» σχετικά με τον πόλεμο. Η Ε.Ε. θέλει να διασφαλίσει ότι η Κίνα δεν θα παρέχει διευκολύνσεις για την παράκαμψη των κυρώσεων που έχει επιβάλλει η Δύση στη Μόσχα, ούτε θα χορηγήσει στρατιωτική βοήθεια στον Βλαντίμιρ Πούτιν. Όπως είπε η κ. φον ντερ Λάιεν η Κίνα «κατ’ ελάχιστον δεν πρέπει να παρέμβει» υπονομεύοντας τα περιοριστικά μέτρα που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία. Η πρόεδρος της Κομισιόν μίλησε για «καθοριστική στιγμή» για τη διεθνή τάξη πραγμάτων και τόνισε ότι, ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, η Κίνα έχει συμφέρον να υπερασπιστεί τη διεθνή νομιμότητα. Πρόσθεσε, δε, ότι η επιχειρηματική κοινότητα «παρακολουθεί στενά» τις εξελίξεις στην Ουκρανία, υπονοώντας σαφώς ότι η εμπλοκή του Πεκίνου υπέρ της Μόσχας στον πόλεμο θα οδηγήσει σε έξοδο δυτικών πολυεθνικών από την Κίνα αντίστοιχη με αυτή που έχει καταγραφεί στη Ρωσία.
Τα οικονομικά δεδομένα
«Η Ε.Ε. ήταν πέρυσι ο προορισμός άνω του 15% των κινεζικών εξαγωγών. Ο αντίστοιχος αριθμός για τη Ρωσία είναι 1,9%. Δεν είναι καν στους πρώτους δέκα εμπορικούς εταίρους», ανέφεραν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι παραμονές της τηλεδιάσκεψης. Επιπλέον, σημείωναν, η Κίνα «έχει ανάγκη τη συνεργασία της Ευρώπης σε ολοένα και περισσότερα πεδία» και «χρειάζεται την ειδημοσύνη και την τεχνολογία της Ευρώπης για τη δική της πράσινη και ψηφιακή μετάβαση».
Οι ίδιοι αξιωματούχοι τόνισαν ότι «δεν υπάρχουν στοιχεία» που να δείχνουν ότι η Κίνα έχει αποστείλει στρατιωτική βοήθεια στη Ρωσία (η αίσθηση στις Βρυξέλλες είναι ότι το Πεκίνο κατανοεί τη σοβαρότητα και τις συνέπειες μίας τέτοιας κίνησης). Αντιθέτως, μία σειρά από κινεζικές εταιρείες έχουν παγώσει τις επενδύσεις τους στη χώρα μετά την έναρξη της εισβολής στην Ουκρανία.
Η ΕΕ δίνει… ανταλλάγματα
Κατά τα άλλα, ο κ. Μισέλ ανέφερε ότι η ευρωπαϊκή πλευρά (στην τηλεδιάσκεψη συμμετείχε και ο ύπατος εκπρόσωπος για την Εξωτερική Πολιτική Ζ. Μπορέλ) έθεσε το ζήτημα της μεγαλύτερης ισορροπίας στις οικονομικές σχέσεις των δύο πλευρών – και ειδικότερα της πρόσβασης ευρωπαϊκών εταιρειών στην κινεζική αγορά. Υπενθυμίζεται ότι η Ε.Ε. και οι Κίνα υπέγραψαν το Δεκέμβριο του 2020 τη Συνολική Συμφωνία για τις Επενδύσεις (CAI), η κύρωση της οποίας εκκρεμεί από τότε.
Ειδικότερα, η Ε.Ε. θεωρεί αναγκαία προϋπόθεση για την κύρωση της συμφωνίας την άρση των περιοριστικών μέτρων που έχει επιβάλλει το Πεκίνο σε ευρωβουλευτές αλλά και την υιοθέτηση από την κινεζική πλευρά διεθνών συμβάσεων της ILO (Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας) κατά της καταναγκαστικής εργασίας. Οι αρμόδιοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δεν εμφανίστηκαν αισιόδοξοι σχετικά με το ενδεχόμενο προόδου στο μέτωπο αυτό.