Απειλή ή πραγματικό σενάριο; Δεν έχει μεγάλη σημασία: Ο υπουργός Εξωτερικών ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν δήλωσε την Κυριακή ότι οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι συζητούν το ενδεχόμενο καθολικής απαγόρευσης εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου.
Το γύρο του κόσμου κάνει η δήλωση του υπουργού Εξωτερικών ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν ότι έχει τεθεί επί τάπητος με τους Ευρωπαίους το ζήτημα της απαγόρευσης εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου. Το θέμα είναι πολύ πιο περίπλοκο απ όσο φαίνεται σε πρώτη ανάγνωση, καθώς έχει να κάνει με μια σειρά παράγοντες τόσο στο σκέλος της προσφοράς όσο και της ζήτησης, ενώ έχει και λιγότερο ορατές εσωτερικές πολιτικές προεκτάσεις, κυρίως στις ΗΠΑ.
Το παρασκήνιο στις ΗΠΑ
Στις ΗΠΑ το ζήτημα της εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου αποτελεί πολιτικό ζήτημα που άπτεται μιας σειράς άλλων θεμάτων, κυρίαρχο μεταξύ των οποίων είναι το περιβαλλοντικό. Οι ΗΠΑ εισάγουν συγκριτικά μικρές ποσότητες πετρελαίου από τη Ρωσία, γεγονός που τους επιτρέπει χωρίς ιδιαίτερο κόστος και με καλό προγραμματισμό να τις εκμηδενίσουν, ιδιαίτερα αν επανέλθει το Ιράν στο ταμπλό.
Παράλληλα, για τις ΗΠΑ το ζήτημα της εισαγωγής πετρελαίου σχετίζεται και με τον αγωγό keystone XL, η κατασκευή του οποίου είχε εγκριθεί επί Τραμπ, αλλά διεκόπη επί Μπάιντεν. Καθώς το αντιρωσικό συναίσθημα κλιμακώνεται τα power groups στις ΗΠΑ διακρίνουν ευκαιρίες για την αναβίωση θεμάτων και την άσκηση πίεσης στη διοίκηση Μπάιντεν. Έτσι, εκμεταλλεύονται το ουκρανικό και τη μετωπική με τη Ρωσία, αντανακλώντας στις στις εισαγωγές πετρελαίου. Στόχος είναι να επαναφέρουν το ζήτημα της ενεργειακής επάρκειας και αυτονομίας, ώστε να καταφέρουν να τεθεί υπό αναθεώρηση η απόφαση παγώματος του αγωγού keystone XL. Ρόλο σε αυτό το project έχει και ο Καναδάς…
Η Ευρώπη έχει τη δύναμη αλλά μετράει το κόστος
Από την άλλη πλευρά, για την Ευρώπη η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική: Γερμανία, Ολλανδία, Ιταλία, Πολωνία και Φινλανδία εισάγουν σημαντικές ποσότητες ρωσικού πετρελαίου. Συνδυαστικά με την κρίση στο φυσικό αέριο και τη διακήρυξη διαφοροποίησης της σύνθεσης του μίγματος παρόχων, ενδεχόμενη παράλληλη προσπάθεια αναδιάρθρωσης της παροχής πετρελαίου θα μπορούσε να οδηγήσει νέο ράλι και να οξύνει την ενεργειακή κρίση.
Συνδυαστικά, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους αγόρασαν το 2020 ρωσικό πετρέλαιο αξίας της τάξης των 30 δισ. ευρώ ή το 40% των ρωσικών εξαγωγών. Αυτό σε τιμές 2020. Το 2021 τα ποσά αυτά είναι σχεδόν διπλάσια και το 2022 εκτοξεύονται έτι περαιτέρω. Οι ΗΠΑ, μόνες τους απορρόφησαν μόνες τους το 1,3% των ρωσικών εξαγωγών, δαπανώντας λιγότερα από 1 δισ. δολάρια.
You will find more infographics at Statista
Πόσο σκληρά θα έπληττε τη ρωσική οικονομία ένα εμπάργκο από αυτές τις χώρες; Όπως δείχνει το διάγραμμά μας που χρησιμοποιεί τα πιο πρόσφατα στοιχεία του ΟΗΕ Comtrade, το συνδυασμένο αποτέλεσμα της διακοπής των εισαγωγών ΗΠΑ-ΕΕ θα ήταν σημαντικό παρά το γεγονός ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος αποδέκτης ρωσικού πετρελαίου με διαφορά.
Αν ληφθούν υπόψη οι χώρες που περιλαμβάνονται στην κορυφή αυτής της λίστας όπως εμφανίζονται εδώ, μια απαγόρευση θα αφαιρούσε πάνω από το 40% της εμπορικής αξίας των ρωσικών εξαγωγών πετρελαίου. Υπολογίζοντας τις εισαγωγές από όλες τις χώρες της ΕΕ και τις Ηνωμένες Πολιτείες, το ποσοστό αυτό ξεπερνά το 48% – εμπόριο αξίας 35 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2020.
Ωστόσο, το ζήτημα δεν είναι μόνο η ζημιά της Ρωσίας, αλλά και η δυνατότητα των Ευρωπαίων να αναπληρώσουν, τους όγκους, να επιτύχουν τις τιμές και να πιάσουν τους χρόνους που απαιτούνται, εφόσον λάβουν μια τέτοια απόφαση.
Συνήθως, στις ναυτιλιακές αγορές, τέτοιες κινήσεις έχουν προπομπό την αναζήτηση πλοίων, διαθεσιμοτήτων και τη δέσμευση παραγωγής.
Οι δηλώσεις Μπλίνκεν
Μεταξύ άλλων, Άντονι Μπλίνκεν δήλωσε ότι:
«Συνομιλούμε τώρα με τους Ευρωπαίους εταίρους και συμμάχους μας για να εξετάσουμε με συντονισμένο τρόπο την προοπτική απαγόρευσης της εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι υπάρχει ακόμη η κατάλληλη προμήθεια πετρελαίου στις παγκόσμιες αγορές…Αυτό είναι ένα πολύ ενεργή συζήτηση καθώς μιλάμε».