Σε κλοιό πιέσεων βρίσκονται διεθνώς τα Χρηματιστήρια καθώς οι εξελίξεις στην ουκρανική κρίση ανεβάζουν το ρίσκο. Η προσοχή πλέον στρέφεται στην επόμενη ημέρα, την προοπτική διατήρησης της αβεβαιότητας, τα περιθώρια και τη διάθεση εξεύρεσης διπλωματικών λύσεων.
Η αναγνώριση από τη Ρωσία των αυτονομημένων περιοχών του Ντόνετσκ και του Λούχανσκ και η απόφαση του Βλάντιμιρ Πούτιν να στείλει “ειρηνευτικές δυνάμεις” εκεί, σε συνδυασμό με το εμπρηστικό για τη διεθνή σταθερότητα διάγγελμα του, επιδεινώνουν άρδην την κατάσταση, που τη Δευτέρα έμοιαζε να έχει περιθώρια βελτίωσης.
Οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν στοχευμένες κυρώσεις στις δύο αυτονομηθείσες περιοχές επιβάλλοντας κατ ουσία τον οικονομικό αποκλεισμό τους, ενώ η ΕΕ αναμένεται να ανακοινώσει το δικό της πακέτο κυρώσεων το απόγευμα της Τρίτης.
Πλέον, το ενδιαφέρον των αγορών επικεντρώνεται στη επόμενη ημέρα και στην προοπτική οικονομικού πολέμου μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, καθώς η ΕΕ θα βρεθεί στο επίκεντρο με σοβαρό κίνδυνο επιδείνωσης της ενεργειακής κρίσης που βιώνει τώρα. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο οι ελλείψεις φυσικού αερίου θεωρούνται δεδομένες, καθιστώντας έτσι το τιμολογιακό ζήτημα δευτερεύον.
Ήδη, ο δείκτης “φόβου” ο VIX έχει εκτοξευθεί σε επίπεδα άνω του 30, με τάση ξεκάθαρα ανοδική, ενώ η δυναμική των τελευταίων ημερών είναι τρομακτική.
Παράλληλα, η προοπτική αύξησης των επιτοκίων στις ΗΠΑ άμεσα και στην Ευρώπη σε δεύτερο χρόνο αλλά εντός του τρέχοντος έτους, συμβάλλουν πιεστικά στη διαδικασία απομόχλευσης, αυξάνοντας τη μεταβλητότητα.
Στην Ευρώπη, η ενέργεια αποτελεί το μείζον πρόβλημα πίσω και από τις έντονες και διαρκείς πληθωριστικές πιέσεις. Με την κρίση στην Ουκρανία να περνάει σε νέο επίπεδο και το ενδεχόμενο οικονομικού πολέμου Δύσης – Ρωσίας να τίθεται επί τάπητος, το σενάριο περαιτέρω ανόδου των τιμών και ελλείψεων σε φυσικό αέριο είναι υπαρκτό και εξαιρετικά πιθανό.
Ο Πούτιν πιέζει τις αγορές
Οι μετοχές υποχώρησαν την Τρίτη λόγω της εντατικοποίησης της έντασης μεταξύ Δύσης και Ρωσίας για την Ουκρανία, μια αντιπαράθεση που προκαλεί στα ύψη τις τιμές της ενέργειας και οδηγεί τους επενδυτές να αναζητούν την ασφάλεια των κρατικών ομολόγων και των χρυσών.
Το ρωσικό χρηματιστήριο υποχωρεί περίπου 8%, ενώ στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού οι δείκτες βρέθηκαν στα χαμηλά μήνα. Η εταιρία παραγωγής αλουμινίου United Co. Rusal International PJSC έγραψε τις μεγαλύτερες απώλειες από το 2018 στο Χονγκ Κονγκ.
Τα futures των ευρωαγορών έδειχναν πτώση από το πρωί και επιβεβαιώθηκαν με το άνοιγμα, χωρίς όμως ακόμα οι πιέσεις να φτάνουν σε επίπεδα πανικού και selloff. Τα futures δείχνουν πτωτικό άνοιγμα και στη Wall Street, αλλά η τάση εκεί μπορεί να αλλάξει καθώς μεσολαβούν αρκετές ώρες και η διπλωματική και πολιτική κινητικότητα είναι έντονη.
Στις ΗΠΑ, οι τιμές των ομολόγων ενισχήθηκαν, με την απόδοση του 10ετούς να υποχωρεί κάτω από το 1,90%.
Το δολάριο ήταν σταθερό και ο χρυσός –το παραδοσιακό καταφύγιο κατά τη διάρκεια των αναταραχών — διατήρησε τα κέρδη του.
Το ρούβλι καταγράφει έντονες διακυμάνσεις, ενώ το ρωσικό χρηματιστήριο βρίσκεται υπό ασφυκτικές πιέσεις, που επικεντρώνονται στις μετοχές των εταιριών που αναμένεται να δεχθούν τις ισχυρότερες κυρώσεις.
Το πετρέλαιο, το νικέλιο και το αλουμίνιο εκτινάχθηκαν καθώς οι traders στάθμισαν τον κίνδυνο διακοπής του εφοδιασμού από πιθανές δυτικές κυρώσεις. Το ευρωπαϊκό αέριο αυξήθηκε πάνω από 10%.
Η εξελισσόμενη κρίση ασφάλειας στην Ανατολική Ευρώπη φέρνει τις παγκόσμιες αγορές με το μόνο πράγμα που αντιπαθούν περισσότερο — την αύξηση της αβεβαιότητας.
Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι έχουν ήδη οδηγήσει τους επενδυτές να κλείσουν θέσεις για την ταχύτητα αύξησης των επιτοκίων τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη.
Με την κατάσταση στο γεωπολιτικό πεδίο να μεταβάλλεται διαρκώς η αξιολόγηση του risk premium είναι πρακτικά αδύνατη. Η αναγνώριση των αυτονομιστών από τον Πούτιν έχει προσθέσει μια νέα διάσταση που εντείνει την ανησυχία για εισβολή.
Στην Ασία
Ο τεχνολογικός δείκτης Hang Seng των κινεζικών μετοχών τεχνολογίας έκλεισε στο χαμηλότερο επίπεδο από την έναρξή του το 2020 λόγω ανησυχιών για νέες ρυθμιστικές περικοπές από το Πεκίνο.
Οι επενδυτές συνεχίζουν επίσης να παρακολουθούν τα σχόλια σχετικά με την πορεία της νομισματικής πολιτικής των ΗΠΑ. Η διοικητής της Fed, Μισέλ Μπάουμαν, πρότεινε ότι η αύξηση των επιτοκίων κατά μισή ποσοστιαία μονάδα θα μπορούσε να είναι στο τραπέζι τον επόμενο μήνα, εάν οι εισερχόμενες μετρήσεις για τον πληθωρισμό είναι πολύ υψηλές.