Αβεβαιότητες, έλλειψη ορατότητας, διαφορά φάσης οικονομικού κύκλου για τις μεγάλες οικονομίες και η κλιματική αλλαγή αποτελούν τις βασικές ανησυχίες και ρίσκα για το 2022. Μετά από το 2021 στο οποίο η παγκόσμια οικονομία αντέδρασε εν είδη ελατηρίου, η Omicron -αν και αποδείχθηκε… ήπια- επανάφερε φόβους για την ασφάλεια των προβλέψεων δεδομένης της αδυναμίας διασφάλισης σταθερότητας των συνθηκών.
- Η έλλειψη προβλεψιμότητας για την πανδημία και η αύξηση των επιτοκίων για τον έλεγχο του πληθωρισμού σκιαγραφούν ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον.
- Η κλιματική αλλαγή και οι φυσικές καταστροφές καθιστούν επιτακτικές τις συμπεριληπτικές πολιτικές από τις κυβερνήσεις για την πρόληψη και τον μετριασμό των επιπτώσεων
- Η νέα κανονικότητα με τον ενδημικό κορονοϊό και τις αρρυθμίες στην εφοδιαστική αλυσίδα δημιουργεί ανάγκη επαναξιολόγησης της πυραμίδας των αναγκών
- Οι διακυμάνσεις στην ψυχολογία της κοινωνίας, το πολιτικό κλίμα και την οικονομία θα αποτυπώνονται ταχύτερα και πιο ξεκάθαρα στην πορεία των δεικτών στα χρηματιστήρια.
Μετά τον οικονομικό κατακλυσμό του 2020 και την ανάκαμψη το 2021, υπάρχει κίνδυνος για παγκόσμια επιβράδυνση το 2022; Η ανάκαμψη ήταν ισχυρή όμως οι σπασμοί συνεχίζονται λόγω των ελλείψεων, του πληθωρισμού και των υγειονομικών ανησυχιών σε ένα υπόβαθρο επιτακτικών κλιματικών αξιώσεων.
Αν μια λέξη θα μάθουν όλοι πλέον αυτή είναι το ρίσκο. Καθώς οι κεντρικές τράπεζες αρχίζουν να ανεβάζουν τα επιτόκια, ο κίνδυνος αποτιμάται εκ νέου σε ολόκληρο το φάσμα. Το ρίσκο πλέον καθίσταται ορατό και αισθητό, καθώς με μηδενικά και αρνητικά επιτόκια ήταν μόνο… θεωρητικό.
Η άνοδος των χρηματιστηρίων εν μέσω αυξανόμενων κρουσμάτων και παρά τις όποιες αντιξοότητες θα είναι πλέον ανέφικτη. Η πλεονάζουσα ρευστότητα που κυκλοφορεί ανά τον πλανήτη θα αρχίσει να κινείται προς τα γκισέ των τραπεζών και σε επενδύσεις στην πραγματική οικονομία, διεκδικώντας σταθερές αποδόσεις και υπολογίσιμο κίνδυνο.
Οι διακυμάνσεις στην ψυχολογία της κοινωνίας, το πολιτικό κλίμα και την οικονομία θα αποτυπώνονται ταχύτερα και πιο ξεκάθαρα στην πορεία των δεικτών στα χρηματιστήρια.
Βέβαια, ενώ οι ΗΠΑ έχουν σηματοδοτήσει την προοπτική αύξησης των επιτοκίων εντός του 2022, δεν συμβαίνει το ίδιο και στην ΕΕ, όπου η Κριστίν Λαγκάρντ επιμένει στην υπερχαλαρή νομισματική πολιτική, καθώς τα σοκ την υγειονομική κρίση και τη συνεπακόλουθη ενεργειακή ανεπάρκεια και την ασύμμετρη ανάκαμψη δεν έχουν… παρέλθει.
Ανάκαμψη πολλών ταχυτήτων
Από την Κίνα μέχρι τις Ηνωμένες Πολιτείες, από την Ευρώπη μέχρι την Αφρική, η πανδημία ισοπέδωσε σχεδόν ταυτόχρονα τις οικονομίες όλων των χωρών την άνοιξη του 2020. Δυόμιση χρόνια αργότερα, η έξοδος από την κρίση δεν είναι ομοιόμορφη.
Οι πλούσιες χώρες επωφελήθηκαν από μια προνομιακή πρόσβαση στα εμβόλια: οι ΗΠΑ διέγραψαν ήδη τα ίχνη της χειρότερης ύφεσής τους από την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης της δεκαετίας του 1930, η ευρωζώνη μπορεί να έχει κάνει το ίδιο μέχρι τα τέλη του έτους, αν και η ραγδαία άνοδος ενός ακόμη επιδημικού κύματος και ο εντοπισμός μιας νέας παραλλαγής προκαλούν ανησυχία. «Η Covid-19 θα παραμείνει μια απειλή», προβλέπει σε σημείωμά του ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s.
Απειλή που έχει ήδη υλοποιηθεί σε περιοχές με χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού, όπως η υποσαχάρια Αφρική όπου μόνο το 2,5% του πληθυσμού είχε εμβολιαστεί μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου και που είναι καταδικασμένη, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), σε μια πιο αργή ανάκαμψη.
Το ξέφωτο αργεί
Έως το 2024, η πλειονότητα των αναδυόμενων και αναπτυσσόμενων χωρών δεν αναμένεται να επιτύχουν τους ρυθμούς ανάπτυξης που προέβλεπαν πριν από την πανδημία, αναφέρει το ΔΝΤ. Ορισμένες κεντρικές τράπεζες (στη Βραζιλία, τη Ρωσία, τη Νότια Κορέα…) αύξησαν τα επιτόκιά τους προκειμένου να προφυλαχθούν από έναν πληθωρισμό που καλπάζει, κινδυνεύοντας να υπονομεύσουν την ανάκαμψή τους.
Ακόμα και στην Κίνα, ατμομηχανή της παγκόσμιας ανάπτυξης, η ανάκαμψη συμπιέζεται στον βαθμό που συσσωρεύονται οι κίνδυνοι, προέβλεψε πρόσφατα το Ταμείο: κατανάλωση των νοικοκυριών που δυσκολεύεται να φθάσει τα προ πανδημίας επίπεδα, κρίση στην αγορά ακινήτων με τις δυσκολίες του υπερχρεωμένου κολοσσού Evergrande, διακοπές ρεύματος που επιβαρύνουν τη δραστηριότητα των επιχειρήσεων.
Χάλασαν τα γρανάζια
Αν μη τι άλλο πανδημία και τα lockdown απορρύθμισαν τα γρανάζια της παγκόσμιας οικονομίας. Τα lockdown και οι διαφορετικές πολιτικές στήριξης έθεσαν επιχειρήσεις εκτός λειτουργίας, ενώ οι διαφορετικοί χρόνοι επανάκαμψης και άρσης περιορισμών δημιούργησαν χάος στην παραγωγή βγάζοντας την εφοδιαστική αλυσίδα από τα γρανάζια της.
Το σύνολο των covid και post covid συμπτωμάτων αποτυπώθηκαν γλαφυρά την έκρηξη του πληθωρισμού και στις ελλείψεις προϊόντων. Παγκοσμίως, επιχειρήσεις, χώρες και καταναλωτές αναγκάστηκαν να βρουν νέο, πιο ευέλικτο βηματισμό και να αναθεωρήσουν την πυραμίδα των αναγκών τους με γνώμονα όχι μόνο την αναγκαιότητα μόνο αλλά και τη διαθεσιμότητα.
Ο πληθωρισμός τροφοδοτείται από την αλματώδη αύξηση των τιμών των πρώτων υλών (ξύλο, χαλκός, χάλυβας) και της ενέργειας (βενζίνη αέριο, ηλεκτρισμός).
Η αύξηση των τιμών, που χαρακτηρίζεται «προσωρινή» από τους κεντρικούς τραπεζίτες, προκαλεί ανησυχία στο υψηλότερο επίπεδο: η αναστροφή της τάσης είναι «απόλυτη προτεραιότητα», δήλωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν στις αρχές Νοεμβρίου.
Αναλυτές αμφιβάλουν για την προοπτική εξόδου από την κρίση, προκρίνοντας το περιβάλλον αλληλεπικαλυπτόμενων κρίσεων. «Το θέμα είναι αν είμαστε πράγματι στην έξοδο της κρίσης», δήλωσε στο AFP ο Ρόελ Μπίτσμα, καθηγητής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ. Πράγματι, πολλές επιχειρήσεις αναφέρουν δυσκολίες λόγω των ελλείψεων και του πληθωρισμού.
Το κλίμα δεν είναι καλό
Το 2021 υπήρξαν αρκετές φυσικές καταστροφές, τυφώνες, πλημμύρες και πυρκαγιές. Τεράστιες εκτάσεις καταστράφηκαν και μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες έζησαν τις συνέπειες. Πολλά απ αυτά τα φαινόμενα μπορούν να αποφευχθούν, σε επίπεδο συνεπειών και άλλα να μετριαστούν με τις απαραίτητες παρεμβάσεις. Ακόμα και μετά από τις κρίσεις υπάρχουν μέτρα που μπορούν να συμβάλλουν καταλυτικά στην ανάταξη μεγάλων περιοχών. Οι κοινότητες ανά τον κόσμο ζητούν ετοιμότητα και δράση σε αυτά τα επίπεδα, μιας και η κλιματική αλλαγή είναι πλέον δεδομένη και εξελισσόμενη απειλή.
Ταυτόχρονα όμως απαιτούνται και ενέργειες στην κατεύθυνση της κλιματικής σταθεροποίησης, οι οποίες όμως δεν μπορούν να είναι μονόπλευρες και να οδηγούν σε νέες κρίσεις. Η Ευρώπη τώρα βιώνει το κόστος της προσπάθειας εφαρμογής πολιτικών ενεργειακής μετάβασης χωρίς επαρκή σχεδιασμό και υποτιμώντας τον γεωπολιτικό παράγοντα.
Εμπόριο
Μετρήσεις από το Climate Leadership Council αναφέρουν ότι η αμερικανική οικονομία είναι στην πραγματικότητα πολύ πιο καθαρή από άλλες χώρες αντίστοιχου μεγέθους και διεθνούς αντικτύπου.
Χρειάζονται 80% περισσότερες εκπομπές άνθρακα για να δημιουργηθούν προϊόντα ίδιας δολαριακής αξίας οπουδήποτε αλλού στον κόσμο — στην Κίνα, την Ινδία και τη Ρωσία, απαιτούνται τετραπλάσιες εκπομπές ρύπων για τη δημιουργία των ίδιων ειδών αγαθών.
Με δεδομένο ότι η οικονομία των ΗΠΑ είναι πολύ καθαρή σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές της, εάν τιμολογηθούν οι εκπομπές ρύπων και διαχωριστούν αυτές που σχετίζονται με το εμπόριο, τότε θα είναι ευκολότερη η διαμόρφωση συνεκτικής πολιτικής για περιβάλλον και την ανάπτυξη.
Αυτή βέβαια η οπτική που προωθείται από τις ΗΠΑ είναι υποκειμνενική, καθώς λαμβάνει το επίπεδο των τιμών ως τεκμήριο συγκρισιμότητας για την καθαρότητα των οικονομιών, καταδικάζοντας τις αναπτυσσόμενες ως προς τις ανεπτυγμένες.