Παρά την έως τώρα μεγάλη -ομολογουμένως- κινητοποίηση σε παγκόσμια κλίμακα και τα σύνθετα logistics, το στοίχημα έγκαιρης και καθολικής διανομής των εμβολίων για τη δημιουργία στρώματος ανοσίας ικανού να ανακόψει την πανδημία, χάθηκε. Αυτό διαπιστώνει σε μελέτη της και η Mckinsey.
Ενώ η γρήγορη ανάπτυξη των εμβολίων καλλιέργησε αισιοδοξία, τα προβλήματα και οι ανταγωνισμοί για την απόκτησή τους και η επιμονή του ιού μέσα από τις παραλλαγές και μεταλλάξεις δημιουργούν νέες προκλήσεις και υπονομεύουν τον στόχο επίτευξης ανοσίας της αγέλης. Όπως αναφέρει η Mckinsey σε ανάλυσή της, οι άνθρωποι μαθαίνουν να ζουν με μια ενδημική ασθένεια, αυτή είναι η νέα κανονικότητα.
Τα εμβόλια
Οι φαρμακευτικές εταιρίες έχουν διανείμει δισεκατομμύρια εμβόλια σε όλο τον κόσμο, ωστόσο πολλές χώρες έχουν ποσοστά εμβολιασμού που παραμένουν πολύ κάτω από το 80%. Αυτό οφείλεται σε μια ποικιλία προκλήσεων, συμπεριλαμβανομένων των δυνατοτήτων υλικοτεχνικής υποστήριξης για τη φυσική διανομή των εμβολίων (ειδικά σε αγροτικές περιοχές), έλλειψη βοηθητικών προμηθειών, όπως εξοπλισμός ατομικής προστασίας στις περιοχές διανομής, και παραπληροφόρηση για τα εμβόλια και έλλειψη κινήτρων για τη λήψη τους από ορισμένους στον πληθυσμό.
Βέβαια, η ανάλυση της Mckinsey παραγνωρίζει τις επιπτώσεις του ανταγωνισμού των εμβολίων που δημιούργησε ο Ντόναλντ Τραμπ και δεν λαμβάνει υπόψη της ενδεχόμενη διαφοροποίηση στην ταχύτητα διάχυσης των εμβολίων εφόσον θα είχαν αρθεί οι πατέντες.
Οι παραλλαγές
Η Mckinsey τον Σεπτέμβριο, πριν την εμφάνιση της Omicron και ενώ η Δέλτα σάρωνε παγκοσμίως, σε ανάλυσή της ανέφερε ότι το στοίχημα ανοσίας της αγέλης ήταν εφικτό πριν τις παραλλαγές, πλέον θεωρείται πεπερασμένο,
Ειδικότερα, η McKinsey αναφέρει ότι η ανοσία της αγέλης σε πολλές χώρες μέχρι το καλοκαίρι φαινόταν δυνατή εάν είχαν αντιμετωπίσει μόνο τον προγονικό ιό SARS-CoV-2 και εάν ένα υψηλό ποσοστό όσων ήταν επιλέξιμοι να λάβουν το εμβόλιο το είχαν κάνει. Αντίθετα, η πιο μολυσματική παραλλαγή Delta εξαπλώθηκε παγκοσμίως, και τώρα η παραλλαγή Omicron έχει εντοπιστεί σε δεκάδες χώρες, με ταχύτητα μετάδοσης που προκαλεί ίλιγγο, αλλά με ηπιότερα συμπτώματα και νόσηση.
Σύμφωνα με το infographic της Μckinsey οι μεγαλύτεροι λήπτες εμβολίων θα είναι η Ασία (χωρίς να περιλαμβάνονται Ινδία και Κίνα) και η Αφρική. Ωστόσο, το timing είναι η κρίσιμη παράμετρος για την επιτυχία της επιχείρησης ανάσχεσης της πανδημίας και σε αυτό το μέτωπο τα αποτελέσματα είναι… απογοητευτικά.
Έρευνα και ανάπτυξη
Παρά τη μείωση του χρόνου ανάπτυξης και έγκρισης των εμβολίων από τις υγειονομικές αρχές και την δαπάνη πολλών δισεκατομμυρίων από τα λεφτά των φορολογουμένων στην Έρευνα και Ανάπτυξη, οι περισσότερες εταιρίες αρνήθηκαν την άρση των πατεντών, στάση που υιοθέτησαν και μεγάλες χώρες.
Η ανάπτυξη νέων φαρμάκων διαρκεί συνήθως περίπου δέκα χρόνια. Ωστόσο, τα εμβόλια για τον COVID-19 έλαβαν έγκριση έκτακτης ανάγκης σε λιγότερο από ένα χρόνο. Η φύση της παγκόσμιας κρίσης ανάγκασε τις ρυθμιστικές αρχές και τις κυβερνήσεις να αποδεχτούν υψηλότερα επίπεδα κινδύνου και να πραγματοποιήσουν τα βήματα της διαδικασίας παράλληλα και όχι διαδοχικά.
Καθώς παραλλαγές του COVID-19 όπως η Omicron κερδίζουν έδαφος, οι φαρμακευτικές εταιρίες μπορεί να χρειαστεί να αναπτύξουν δεύτερη γενιά εμβολίων, βασιζόμενες πάλι στις fast track διαδικασίες.