Σοβαρούς κινδύνους για τον εκτροχιασμό των προβλέψεων για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας εντοπίζει στην έκθεσή του ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας, οι οποίοι μάλιστα δεν αποτελούν μέρος του πάγιου playbook, αλλά απόρροια της τρέχουσας κατάστασης και της κυβενρητικής πολιτικής.
Κίνδυνο η απορρόφηση κονδυλίων από το NextGenerationEU αναδεικνύει, μεταξύ άλλων, στην έκθεσή του ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας. Μάλιστα, ο Γιάννης Στουρνάρας επισημαίνει ότι αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά και σε σημαντικό βαθμό τις προβλέψεις για την ανάπτυξη της οικονομίας. Επίσης, ο κεντρικός τραπεζίτης υπογραμμίζει και την νέα γενιά γενιά κόκκινων δανείων που θα προκύψουν μετά την αναστολή του καθστώτος προστασίας από το κράτος.
Παράγοντες της αγοράς και προσωπικότητες διεθνούς κύρους, όπως πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Βασίλης Σκουρής, έχουν κατ επανάληψη προειδοποιήσει για τα όρια και τη δυναμική απορροφητικότητας ευρωπαϊκών κονδυλίων από την Ελλάδα.
Σύμφωνα τώρα με τον Γιάννη Στουρνάρα, η πρόβλεψη για την πορεία της οικονομίας υπόκειται σε αβεβαιότητες και κινδύνους. Τυχόν θετικότερη έκβαση σχετίζεται με την ισχυρότερη ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης, λόγω της συσσωρευμένης αποταμίευσης των νοικοκυριών κατά τη διάρκεια της πανδημίας, και την ταχύτερη από την αναμενόμενη ανάκαμψη του τουρισμού.
Υπάρχουν όμως και κίνδυνοι, που σχετίζονται με την εξέλιξη της πανδημίας, την επιτάχυνση του πληθωρισμού, την πιθανή αύξηση των ΜΕΔ μετά τη λήξη των μέτρων κρατικής στήριξης και ενδεχομένως ένα χαμηλό ποσοστό απορρόφησης των κονδυλίων του NextGenerationEU. Για παράδειγμα, οι νέες μεταλλάξεις του κορωνοϊού, εφόσον αποδειχθούν ανθεκτικές στα εμβόλια, θα μπορούσαν να πλήξουν την εμπιστοσύνη, να περιορίσουν τις τουριστικές ροές και να επιβραδύνουν την ανάκαμψη.
Επίσης, εξακολουθεί να υπάρχει αυξημένη αβεβαιότητα που σχετίζεται με τις πληθωριστικές πιέσεις στις πρώτες ύλες, στο κόστος μεταφορών και στην ενέργεια. Η συνέχιση των πληθωριστικών πιέσεων στις τιμές εισαγομένων θα μπορούσε να περιορίσει την ιδιωτική κατανάλωση και τη δυναμική της ανάπτυξης.
Παράλληλα, μια ταχύτερη του αναμενομένου αλλαγή κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής στις ΗΠΑ θα μπορούσε να προκαλέσει ισχυρούς κλυδωνισμούς στις χρηματοπιστωτικές αγορές, επηρεάζοντας αρνητικά την παγκόσμια και την ελληνική οικονομία.
Τέλος, η αυξημένη διασύνδεση κρατικού και τραπεζικού τομέα εντείνει τόσο τους δημοσιονομικούς όσο και τους χρηματοπιστωτικούς κινδύνους.
Το τελευταίο ζήτημα σχετίζεται με το ενδεχόμενο η Ευρώπη να αναγκάσει την Ελλάδα να εσνωματώσει τις εξασφαλίσεις των ομολόγων που έχουν αποκτήσει τα funds στο Δημόσιο Χρέος, απριόρι, λόγω της σχεδόν βέβαιης πληρωμής τους.