Εξοικονόμηση κόστους της τάξης των 120 δισ. ετησίως θα μπορούσε να φέρει στις επιχειρήσεις η ανάπτυξη δικτύου ψηφιακών νομισμάτων κεντρικών τραπεζών (CBDC), σύμφωνα με έρευνα της JPMorgan.
Ένα δίκτυο ψηφιακών νομισμάτων κεντρικής τράπεζας (CBDC) θα μπορούσε να οδηγήσει στην εξοικονόμηση πάνω από 100 δισ δολαρίων ετησίως, σε κόστος συναλλαγών όσον αφορά τις διασυνοριακές πληρωμές. Σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη από την εταιρία συμβούλων Oliver Wyman και τη JPMorgan με τίτλο «Ξεκλειδώνοντας οφέλη 120 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε διασυνοριακές πληρωμές».
Η έκθεση εκτιμά ότι από τα σχεδόν 24 τρισεκατομμύρια δολάρια σε πληρωμές χονδρικής που κινούνται διασυνοριακά κάθε χρόνο, οι τράπεζες επιβαρύνονται με περισσότερα από 120 δισεκατομμύρια δολάρια σε συνολικό κόστος συναλλαγής. Αυτό αποκλείει πιθανά κρυφά κόστη σε παγιδευμένη ρευστότητα και καθυστερημένους διακανονισμούς.
Κατακερματισμένες διαδικασίες
Όπως αναφέρεται στο σχετικό report, το μεγαλύτερο μέρος της σημερινής διαδικασίας bulk interborder payments κινείται σε επίπεδα χαμηλότερα του βέλτιστου λόγω πολλαπλών διαμεσολαβητών μεταξύ των τραπεζών αποστολής και παραλαβής, με αποτέλεσμα συχνά υψηλό κόστος συναλλαγής, μεγάλους χρόνους διακανονισμού και έλλειψη διαφάνειας σχετικά με την κατάσταση των πληρωμών.
Οι συζητήσεις γύρω από τα CBDC, που καθοδηγούνται από την πορεία των κρυπτονομισμάτων και της τεχνολογίας blockchain, μπορεί να αφορούν είτε την έκδοση λιανικής είτε τον τύπο των συναλλαγών χονδρικής στις οποίες επικεντρώνεται αυτή η αναφορά.
Auditor’s note
Στην πραγματικότηα τα digicoins των κεντρικών τραπεζών μπορούν να συμβάλλουν καθοριστικά στην ενίσχυση της διαφάνειας και την επιτάχυνση των πληρωμών. Έτσι, περορίζεται de facto το ρίσκο και αυξάνεται η ιχνηλασιμότητα των πληρωμών.Κάτι τέτοιο βέβαια θα περιορίσει τα έσοδα από προμήθιες πολλών τραπεζών και πιθανώς θα εξαλείψει διαμεσολαβητές. Κατ επέκταση, η διαδικασία εισαγωγής και εμπέδωσης τέτοιων project εφόσον είναι δομικές, θα δώσουν χρόνο στην αγορά να ανατιμολογήσει το σύνολο των πράξεων σε δύο σκέλη, εντολέα και λήπτη, περιορίζοντας ενδεχομένως το πιθανό όφελος.
Υπήρξαν αρκετές τραπεζικές πρωτοβουλίες χονδρικής τα τελευταία χρόνια με επικεφαλής ιδιωτικές εταιρείες, εμπορικές τράπεζες και κεντρικές τράπεζες, επισημαίνει η έκθεση, αλλά δεν υπήρξε ποτέ ένα ολιστικό σχέδιο που να προσοιμοιάζει σε πλήρες δίκτυο ψηφιακών νομισμάτων κεντρικών τραπεζών (mCBDC) πλήρους κλίμακας.
Η έκθεση χρησιμοποιεί την περιοχή ASEAN και τους διαδρόμους της ως παράδειγμα, που περιλαμβάνει το Μπρουνέι, την Καμπότζη, την Ινδονησία, το Λάος, τη Μαλαισία, τη Μιανμάρ, τις Φιλιππίνες, τη Σιγκαπούρη, την Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ, η οποία λειτουργεί σε ένα διαφορετικό σύνολο 10 νομισμάτων και συνεισφέρει το 7% του παγκόσμιου Διασυνοριακού εμπορίου.
Η πρόταση της JPMorgan
Η JPMorgan και η Oliver Wyman προτείνουν ένα μοντέλο για το ιδανικό mCBDC που εξετάζει τη διαδικασία από την κοπή και την εξαργύρωση των CBDC έως τη μετατροπή και διακανονισμό FX. Η έκθεση αναφέρει επίσης νέες ευκαιρίες για παίκτες στον κόσμο των ανταποκριτών τραπεζών που ενδέχεται να διαταραχθούν από μια πλήρης κλίμακα διάθεση του CBDC.
«Η ανάπτυξη των CBDC φέρνει νέες, απτές ευκαιρίες, όπως πρόσβαση στο διάδρομο mCBDC με συνδρομή ή υπηρεσίες διαχείρισης μετρητών με δυνατότητα έξυπνων συμβολαίων», δήλωσε ο Naveen Mallela, επικεφαλής Coin Systems της JPMorgan Global.