Μπορεί το COP26 να συμφώνησε σε μια σειρά συμπληρωματικές προς τη Συμφωνία του Παρισιού δεσμεύσεις, οι G20 που προηγήθηκαν απέτυχαν να στείλουν μήνυμα απολιγνιτοποίησης. Αυτό όμως δεν είναι και τόσο κακό, τουλάχιστον από οικονομική σκοπιά και όσον αφορά τις επιτπώσεις τέτοιων δεσμεύσεων σε μικρότερες χώρες, μέσω του αντικτύπου στις αγορές.
Μια ομάδα χωρών που βασίζονται στον άνθρακα είτε ως βασικό καύσιμο, είτε/και ως εξαγωγικό εμπόρευμα μπλόκαρε τις προσπάθειες της G20 να ζητήσει τον τερματισμό της χρήσης του ορυκτού – παρά τις πιέσεις από τους διοργανωτές, ώστε να σταλεί ισχυρό μήνυμα ενόψει των συνομιλιών για το κλίμα COP26.
Διπλωμάτες από το Ηνωμένο Βασίλειο και την ηπειρωτική Ευρώπη πίεσαν για τη δέσμευση των μεγάλων οικονομιών να καταργήσουν σταδιακά τον άνθρακα, ένα καύσιμο που ευθύνεται για περίπου το 44 τοις εκατό των ανθρωπογενών εκπομπών CO2.
Ωστόσο, η Αυστραλία, η Ινδία, η Κίνα και η Ρωσία αντιστάθηκαν σθεναρά.
Auditor’s note: Η Ελλάδα “αυτοκτονεί”…
Η Ελλάδα, που δεν συμμετέχει στους G20 είναι ίσως η μόνη χώρα που ενώ δεν διαθέτει ικανές ενδιάμεσες λύσεις και τρόπο αντιστάθμισης του κόστους, έχει δεσμευτεί για την πλήρη απολιγνιτοποίηση έως το 2028(!), δέσμευση που επανέλαβε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο πλαίσιο του COP26 και μεσούσης της ενεργειακής κρίσης.Όπως έχει πολλάκις επισημάνει ο επιχειρηματίας Ευάγγελος Μυτιληναίος η ενεργειακή μετάβαση, που είναι μεγάλο μέρος της μάχης για την κλιματική αλλαγή, απαιτεί σχεδιασμό, προγραμματισμό και επενδύσεις σε μεταβατικές λύσεις, όπως το φυσικό αέριο. Κυρίως, απατεί χρόνο. Σε διαφορετική περίπτωση, όπως τώρα, προκαλούνται ενεργειακές κρίσεις και η κοινωνική ευμάρεια και σταθερότητα τίθενται επί κινδύνω.
Το Crisis Monitor παρακολουθεί στενά τις επιπτώσεις τόσο της κλιματικής αλλαγής, όσο και της προσπάθειας ανάσχεσής της.
Η Ελλάδα, στο πλαίσιο της προσπάθειας απολιγνιτοποίησης βρίσκεται αντιμέτωπη όχι μόνο με την ενεργειακή κρίση, αλλά και με τον γεωπολιτικό και γεωοικονομικό επαναπροσδιορισμό της. Στην πραγματικότητα, οι πολιτικές διαφοροποίησης του ενεργειακού μίγματος με αύξηση της εξάρτησης στο φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, καθιστούν την Ελλάδα πιο εξαρτημένη από τη Ρωσία, την Τουρκία και τον OPEC. Κατ επέκταση, υπονομεύεται η ενεργειακή ασφάλεια και το γεωπολιτικό εκτόπισμα. Η πολιτική αυτή έχει και οικονομικές επιπτώσεις καθώς ενισχύονται οι εκροές κεφαλαίων προς τρίτες χώρες και άρα επιβαρύνεται το ισοζύγιο πληρωμών.
Ανάπτυξη από… κάρβουνο
Ορισμένες χώρες της G20 –όπως η Κίνα και η Ινδία– οφείλουν την πρόσκλησή τους στην παγκόσμια λέσχη οικονομικών κολοσσών σε μεγάλο βαθμό στην οικονομική ανάπτυξη που τροφοδοτείται από τον άνθρακα και φοβούνται το υψηλό κόστος της αλλαγής του ενεργειακού τους μείγματος.
Η Ρωσία είναι επίσης μεταξύ των κορυφαίων εξαγωγών άνθρακα, ειδικά στην Κίνα, και χρησιμοποιεί επίσης το καύσιμο για την παραγωγή ενέργειας στο εσωτερικό.
Η Αυστραλία έχει έσοδα της τάξης των 50 δισ. αυστραλιανών δολαρίων ετησίως από τις εξαγωγές άνθρακα.
You will find more infographics at Statista
Η Αυστραλία προτιμά τις εξαγωγές
Ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Σκοτ Μόρισον έφτασε στη Ρώμη αφού χρειάστηκε να δώσει εσωτερική μάχη στη χώρα του για να περάσει τον στόχο μηδενικών εκπομπών για το… 2050, χωρίς να περιλαμβάνονται σε αυτόν οι εξαιρετικά κερδοφόρες εξαγωγές άνθρακα.
Ο Μόρισον ξεκαθάρισε στον Μακρόν που πίεζε στην κατεύθυνση της απολιγνιτοποίησης, ότι “Δεν ασχολούμαστε με τέτοιου είδους εντολές και απαγορεύσεις. Αυτή δεν είναι η πολιτική της αυστραλιανής κυβέρνησης, δεν θα είναι η πολιτική της αυστραλιανής κυβέρνησης”.
Στα πλέον φιλόδοξα κείμενα συμπερασμάτων των G20, που έμειναν στο συρτάρι βρίσκονταν και στόχοι για μηδενισμό των εκπομπών ρύπων έως το 2050(!) και για τερματισμό της κρατικής χρηματοδότησης άνθρακα έως το 2030.
Η Κίνα δεν υποθηκεύει την ασφάλειά της
Σύμφωνα με τον Τζόνσον, ο Κινέζος πρόεδρος Σι του είπε: «Η Κίνα εξαρτάται από αυτό για την εγχώρια οικονομία μας». Αλλά ο Τζόνσον ήταν ανένδοτος ότι η Κίνα, μια οικονομία μεγαλύτερη από πέντε φορές μεγαλύτερη από το Ηνωμένο Βασίλειο, θα πρέπει να κοιτάξει στο παράδειγμα της Βρετανίας, η οποία πέτυχε να μηδενίσει σχεδόν την παραγωγή ενέργειας από άνθρακα σε μια 10ετία, αν και παρήγε το 40% της ενέργειάς της.
Για την Κίνα, η μείωση της παραγωγής και κατανάλωσης άνθρακα αποτελεί όχι μόνο περιβαλοντική αλλά και γεωπολιτική και γεωοικονομική πρόκληση. Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου διαθέτει τεράστια αποθέματα άνθρακα, αλλά ελάχιστα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ως εκ τούτου, ο ΄περιορισμός της χρήσης άνθρακα -τη στιγμή που οι ΑΠΕ αδυνατούν να καλύψουν το κενό- θα σηματοδοτούσε την αύξηση της εξάρτησης από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και κατ επέκταση από τρίτες χώρες. Κάτι τέτοιο θα έκανε τη χώρα στρατηγικά πιο ευάλωτη και οικονομικά πιο αβέβαιη.
Ο Σι πέταξε το μπαλάκι
Σε δήλωσή του το Σάββατο, ο Σι επεσήμανε τις «αημαντικές δυσκολίες και ανησυχίες των αναπτυσσόμενων χωρών» – μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η Κίνα – και προέτρεψε τις ανεπτυγμένες χώρες να κάνουν περισσότερα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Ο Μπάιντεν, έφτασε στη Ρώμη έχοντας χάσει τη μάχη για το νομοσχέδιο των την κλιματική αλλαγή και τις υποδομές στη Γερουσία, καθώς ο γερουσιαστής Τζο Μάντσιν από τη Δυτική Βιρτζίνια -που παράγει άνθρακα- αντιστάθηκε σθεναρά και το μπλόκαρε.
ΗΠΑ και ΕΕ θέλουν αλλά δεν… μπορούν
Οι ΗΠΑ, που πιέζουν για μια ευρεία κλιματική προσπάθεια στη G20, παρέμειναν ένοχα σιωπηλές σε ότι αφορά τον άνθρακα. Οι ΗΠΑ μπλόκαραν επίσης την προσπάθεια στους G7 ώστε να οριστεί μια ημερομηνία λήξης για τη σταδιακή κατάργηση του άνθρακα.
Αν και η θέση της ΕΕ απαιτεί τον τερματισμό της χρήσης άνθρακα, είναι διχασμένη εσωτερικά, με ορισμένες χώρες όπως η Πολωνία να διστάζουν με το κόστος μιας ταχείας εξόδου από τον άνθρακα.