Εκθετική αύξηση του χρέους, του ελλείμματος του προϋπολογισμού και μεταστροφή του πρωτογενούς πλεονάσματος σε έλλειμμα αναφέρει στα συγκεντρωτικά στοιχεία για το 2020 η ΕΛ.ΣΤΑΤ. Η αλλαγή της δυναμικής στα δημοσιονομικά εκτιμάται, ωστόσο, ότι θα είναι πρόσκαιρη και προκλήθηκε εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης του κορονοϊού.
Ειδικότερα, το Δημόσιο χρέος της Ελλάδας εκτοξεύθηκε στα 341,086 δισ. ευρώ ή 206,3% του ΑΕΠ στο τέλος του 2020, ενώ το έλλειμμα, σύμφωνα με το ESA 2010, ανήλθε σε 16,674 δισ. ευρώ ή 10,1% του ΑΕΠ.
Αυτό προκύπτει από τη δεύτερη κοινοποίηση των δημοσιονομικών μεγεθών της χώρας από την ΕΛΣΤΑΤ στη Eurostat, στο πλαίσιο της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος.
Η εκτράχυνση των δημοσιονομικών μεγεθών οφείλεται τόσο στο lockdown που οδήγησε σε ραγδαία μείωση του ΑΕΠ, όσο και στα μέτρα στήριξης που απογείωσαν το χρέος. Η δυναμική αυτή αναμένεται να εξισορροπηθεί το 2022 και το 2023, διαδικασία που έχει ήδη ξεκινήσει από το 2021, καθώς η οικονομία επανεκκινεί και ανακάμπτει.
Το Δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ
Τα στοιχεία
Σύμφωνα, επίσης, με τις αναθεωρήσεις που έγιναν από την ΕΛΣΤΑΤ τα προηγούμενα έτη, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης ανήλθε σε 179,5% του ΑΕΠ το 2017, σε 186,4% του ΑΕΠ το 2018 και σε 180,7% του ΑΕΠ το 2019. Ενώ υπήρξε πλεόνασμα (αντί ελλείμματος) ύψους 0,6% του ΑΕΠ το 2017, ύψους 0,9% του ΑΕΠ το 2018 και ύψους 1,1% του ΑΕΠ το 2019. Οι αναθεωρήσεις στο αποτέλεσμα των ετών 2017- 2020 οφείλονται κυρίως σε επικαιροποιημένα στοιχεία, σε μεθοδολογικές αλλαγές στην ταξινόμηση κάποιων ειδικών συναλλαγών και στην αναθεώρηση του ΑΕΠ. Η μεταβολή του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ οφείλεται αποκλειστικά στην αναθεώρηση του ΑΕΠ.
Το δημόσιο χρέος σε απόλυτες τιμές
Το ΑΕΠ ανήλθε πέρυσι σε 165,326 δισ. ευρώ από 183,250 δισ. ευρώ το 2019. Τα έσοδα της Γενικής Κυβέρνησης ανήλθαν πέρυσι σε 82,197 δισ. ευρώ (49,72% του ΑΕΠ) από 89,823 δισ. ευρώ (49,02% του ΑΕΠ) το 2019. Ενώ οι δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώθηκαν πέρυσι σε 98,871 δισ. ευρώ (59,8% του ΑΕΠ) από 87,758 δισ. ευρώ (47,89% του ΑΕΠ) το 2019, λόγω και των μέτρων στήριξης για την πανδημία.
Παράλληλα, το 2019 η υποστήριξη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων είχε θετική επίπτωση στο ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης. Αυτό οφείλεται στο ότι οι δεδουλευμένες αμοιβές που προκύπτουν από τις εγγυήσεις του διατραπεζικού δανεισμού και του συστήματος ομολογιακών δανείων, καθώς και τα έσοδα από τις προνομιούχες μετοχές των τραπεζών, ήταν υψηλότερα από τις δεδουλευμένες δαπάνες. Αντιθέτως, στα έτη 2017, 2018 και 2020 η δαπάνη της υποστήριξης ήταν μεγαλύτερη από τα σχετικά έσοδα.
Πορεία εκτέλεσης προϋπολογισμού
Αυτό, ωστόσο, μπορεί να αλλάξει άρδην, καθώς τίθεται ζήτημα αποτύπωσης των εγγυήσεων που δόθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος Ηρακλής στο χρέος, καθώς μεγάλο μέρος αυτών -αν όχι όλες- αναμένεται να καταπέσουν προσεχώς, απαιτώντας από την ελληνική κυβέρνηση ρευστότητα για την αποπληρωμή τους.
Όπως επισημαίνει η ΕΛΣΤΑΤ, η μέτρηση του πρωτογενούς ισοζυγίου όπως καθορίζεται στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής για την Ελλάδα δεν υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ και δεν κοινοποιείται στη Eurostat. Καθώς, κατά τη μέτρηση του πρωτογενούς ισοζυγίου στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής, μια σειρά από δαπάνες και έσοδα αντιμετωπίζονται διαφορετικά από ό,τι αντιμετωπίζονται κατά την κατάρτιση των δημοσιονομικών στοιχείων για τους σκοπούς της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία που αντιμετωπίζονται διαφορετικά στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής περιλαμβάνουν τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων, συναλλαγές για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και τα έσοδα από μεταφορές ποσών που συνδέονται με εισοδήματα των εθνικών κεντρικών τραπεζών της ευρωζώνης, τα οποία προέρχονται από την κατοχή ελληνικών κρατικών ομολόγων στα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια.