Αυλαία έριξε από την 1η Ιουλίου και έπειτα από 28 χρόνια το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία, το οποίο έκδωσε την τελευταία του απόφαση, καταδικάζοντας με δωδεκαετή κάθειρξη τους πρώην επικεφαλής της Υπηρεσίας Πληροφοριών της Σερβίας, Γιόβιτσα Στάνισιτς και Φράνκο Σιμάτοβιτς.
Σίγουρα το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, ως όργανο του ΟΗΕ, κατάφερε να δημιουργήσει ένα νέο καθεστώς διεθνούς δικαίου στο οποίο κανείς δεν μένει ατιμώρητος, όταν πρόκειται για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, όντας πλέον κανόνας ius cogens. Επιπλέον, κατάφερε να αλλάξει το διεθνές ποινικό δίκαιο, αναγνωρίζοντας για πρώτη φορά στα χρονικά τη σεξουαλική βία, ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Έτσι λοιπόν, το ΔΠΔ αποτελεί το πλέον πρόσφορο μέσο διεθνούς προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Ωστόσο, ειδικά στην περίπτωση της δίκης για τον πόλεμο της Πρώην Γιουγκοσλαβίας, οι πολύπλοκες διαδικασίες, οι πολιτικοί παράγοντες και οι συνεχείς αναβολές, έκαναν το όργανο δυσλειτουργικό, λειτουργώντας μόνο υπό την άσκηση μεγάλων πολιτικών πιέσεων των ΗΠΑ, κυρίως, αλλά και την ΕΕ, υποχρεώνοντας τη Σερβία να συνεργαστεί. Άρα για ακόμη μια φορά όργανο των ΗΕ δέχτηκε σκληρή κριτική ως προς την αποτελεσματικότητα του ως «ανεξάρτητο» όργανο της διεθνούς κοινότητας.
Αυτό έχει ως συνέπεια να ασκείται κριτική σχετικά με το πόσο αργή ήταν η απόδοση δικαιοσύνης στους υπευθύνους, επικρατώντας μάλιστα μια γενικότερη δυσαρέσκεια στο ότι από τους κύριους υπευθύνους, οι Μλάντιτς και Κάρατζιτς κατάφεραν να διαφύγουν της σύλληψης για σχεδόν 15 χρόνια, ο πρώην στρατηγός των κροατικών δυνάμεων Άντε Γκοτόβινα καταζητούνταν επί τέσσερα χρόνια, ενώ ο πρώην Σέρβος Πρόεδρος, Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, πέθανε από ανακοπή στο κρατητήριο πριν από την ανακοίνωση της ετυμηγορίας.
Η καθυστέρηση και ο ρόλος των ΜΜΕ
Βασική διαπίστωση είναι πως το ΔΠΔ για την Πρώην Γιουγκοσλαβία δεν επέτυχε έναν στόχο πρωταρχικής σημασίας, την επίτευξη δηλαδή συμφιλίωσης μεταξύ των μερών. Βέβαια, το Δικαστήριο δεν μπορεί από μόνο του να αποτελέσει εργαλείο για την εγκαθίδρυση της ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή. Σίγουρα απαιτείται μεγάλο διπλωματικό κεφάλαιο και συνεργασία μεταξύ των κρατών αλλά και της διεθνούς κοινότητας συνολικά. Το πρόβλημα του συνεχόμενου μίσους μεταξύ των Βόσνιων, Κροατών και Σέρβων διαιωνίζεται κυρίως μέσω των media, όπου προπαγανδιστικές πολιτικές επαναλαμβάνονται συνεχώς μπροστά από τις οθόνες του κόσμου, δημιουργώντας ένα εμπόλεμο κλίμα σε επίπεδο κοινωνιών.
Αυτή η συνεχόμενη αντιμαχία δεν μπορεί να σταματήσει μόνο με τις αποφάσεις ενός Δικαστηρίου. Απαιτείται συνεργασία μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών, των δημοσιογράφων, των πολιτικών και των διεθνών παικτών για να χτιστούν οι κατάλληλες γέφυρες συνεργασίας. Όπως και να έχει όμως το ΔΠΔ συνέβαλε, άθελά του, στην ενδυνάμωση του μίσους μεταξύ των κρατών της Πρώην Γιουγκοσλαβίας καθώς, δίκασε μόνο μέλη της ανώτατης στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας, ενώ η μεγάλη πλειοψηφία των δραστών δεν συλλήφθηκαν ποτέ.
Αξίζει όμως να τονισθεί εδώ πως δεν είναι ατόπημα του ΔΠΔ η μη σύλληψη δραστών χαμηλότερης πολιτικής ή στρατιωτικής κλίμακας, όπως των φαντάρων, ακριβώς γιατί η μέχρι σήμερα νομολογία του ΔΠΔ αφορά καταδίκες μόνο υψηλόβαθμων πολιτικών και στρατιωτικών αξιωματούχων. Εντούτοις, ατόπημα του ήταν η όλη έντονη εργαλειοποίηση του, η οποία έντεινε το αίσθημα ατιμωρησίας στην περιοχή.
Πέρα όμως από την πικρία των οικογενειών των θυμάτων απέναντι σε όλη αυτή την καθυστέρηση, υπάρχει μια κρίσιμη συνέπεια σε διεθνές επίπεδο που δεν έχει αναλυθεί επαρκώς.
Τα εγκλήματα πολέμου δεν θα είναι ποτέ τα ίδια
Η δυσάρεστη αλήθεια είναι πως δεκαετίες μετά τον Βοσνιακό πόλεμο, ο κόσμος έχει «συνηθίσει» τα εγκλήματα πολέμου. Με τη διάδοση τους μέσω των ΜΜΕ και των social media, ο κόσμος πλέον δεν νιώθει το ίδιο σφίξιμο στο στομάχι, όπως κατά τις πρώτες μεταδόσεις των τραγικών συμβάντων στα Βαλκάνια. Επομένως, όσο περισσότερο αναπαράγονται αυτές οι εικόνες, τόσο περισσότερο ο κόσμος απευαισθητοποιείται. Αυτό όμως έχει κι άλλη ακόμη βαθύτερη αλληλεπίδραση: η καθυστέρηση ή μη ανάληψη επαρκούς δράσης από τα διεθνή δικαιοδοτικά όργανα, «επιτρέπουν» στα διάφορα δικτατορικά καθεστώτα και ομάδες, όπως οι τρομοκρατικές οργανώσεις, να διαπράττουν ασυστόλως εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, γνωρίζοντας πως τα διεθνή είναι είναι απενεργοποιημένα χωρίς πολιτική βούληση. Έτσι ανατροφοδοτείται και η αντίληψη στον κόσμο πως τα εγκλήματα αυτά δεν έχουν την τιμωρία που τους αξίζει.