Τρεις αρνητικές πρωτιές σε ευρωπαϊκό επίπεδο είχαν οι Έλληνες καταναλωτές, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, τα αποτελέσματα του οποίου χρήζουν διεξοδικής αξιολόγησης, από τις ρυθμιστικές αρχές και τις εταιρίες τηλεπικοινωνιών.
Θύματα phone-phising με κλήσεις και χρεώσεις που δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα έπεσε το 38% των Ελλήνων, ενώ πολύ υψηλά είναι τα ποσοστά που δηλώνουν δυσαρεστημένοι από τις ταχύτητες του internet, ενώ αντίστοιχα το ποσοστό των ικανοποιημένων είναι εξαιρετικά χαμηλό.
Τα ελληνικά media εστιάζουν μονομερώς -σχεδόν- στο ζήτημα του phone-security που και αυτό εντάσσεται πλέον στην ευρύτερη κατηγορία του cyber security. Το ζήτημα είναι ομολογουμένως σοβαρό, όχι όμως σε επίπεδο που να επισκιάσει τα ζητήματα ικανοποίησης καταναλωτών και επάρκειας παρόχων και υποδομών. Συνεπώς, η παρουσίαση του θέματος δημιουργεί ένα επιπλέον θέμα, αυτό της καθοδηγούμενης ενημέρωσης ή της ανεπάρκειας των συντακτών.
Αν και από τα media προβάλλεται η ισχυρή ικανοποίηση (σε μεγάλο ποσοστό) από τις παρεχόμενες υπηρεσίες, παραλείπεται το γεγονός ότι είναι αθροιστικά η χαμηλότερη στην ΕΕ, εφόσον προσμετρηθούν οι “πολύ ικανοποιημένοι” και οι “σχετικά ικανοποιημένοι” συνολικά. Αντιστοίχως, οι Έλληνες είναι οι πλέον δυσαρεστημένοι από τις υπηρεσίες που απολαμβάνουν στην ΕΕ. Συνολικά το 35% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι δεν είναι πολύ ή καθόλου ικανοποιημένοι. Μάλιστα, οι “καθόλου ικανοποιημένοι” είναι επίσης το μεγαλύτερο ποσοστό στην ΕΕ με 9% όταν η αμέσως χειρότερη είναι η Ιρλανδία και βρίσκεται στο 5%. Σε συνολική δυσαρέσκεια μάλιστα η Ελλάδα προηγείται με 35% και οι αμέσως επόμενες χώρες βρίσκονται στο 21%(!)
Κλήσεις και χρεώσεις
Σε κάθε περίπτωση από το Ευρωβαρόμετρο προκύπτει ότι στην Ελλάδα καταγράφεται το υψηλότερο ποσοστό πανευρωπαϊκά όσον αφορά τον αριθμό των πολιτών που έχουν πέσει θύματα ανεπιθύμητων κλήσεων και SMS τον τελευταίο ένα χρόνο. Ειδικότερα, το 38% των Ελλήνων πολιτών απαντά ότι τον τελευταίο έναν χρόνο δέχτηκε είτε «άπαξ» είτε «συχνά» ανεπιθύμητες κλήσεις και γραπτά μηνύματα. Σε πολλές περιπτώσεις δέχθηκαν και πρόσθετες χρεώσεις.
Το ποσοστό αυτό είναι το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου ο μέσος όρος των πολιτών, που έχουν πέσει θύματα ανεπιθύμητων κλήσεων και SMS με κρυφές χρεώσεις, φτάνει μόλις το 13%.
Πάροχοι και ταχύτητες
Ικανοποιημένη από την ταχύτητα σύνδεσης στο Διαδίκτυο είναι σήμερα η μεγάλη μερίδα των Ελλήνων χρηστών του Internet. Σχεδόν τα δύο τρίτα των καταναλωτών της χώρας (65%) δηλώνουν είτε «απόλυτα ικανοποιημένοι» (20%) είτε «σχετικά ικανοποιημένοι» (45%) από τις ταχύτητες download του Διαδικτύου στην Ελλάδα. Αυτό είναι όμως το χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ. Αντιστοίχως το 35% δηλώνει δυσαρεστημένο από την ποιότητα.
Όσον αφορά στην ταχύτητα σύνδεσης upload το 18% και το 45% αντίστοιχα δηλώνουν από πολύ έως αρκετά ικανοποιημένοι. Η παρουσίαση αυτή βέβαια αποκρύπτει την πραγματικότητα. Στην Ευρώπη η εικόνα πραγματικά πιο θετική. Η πλειονότητα των Ευρωπαίων, 81%, δηλώνουν ικανοποιημένοι με την ποιότητα της ταχύτητας λήψης της σύνδεσης στο Διαδίκτυο και 82% με την ταχύτητα upload. Όσοι ζουν σε αγροτικά χωριά είναι λιγότερο ικανοποιημένοι, ιδίως το 77% των ερωτηθέντων. Στην Ελλάδα όμως η ευαρέσκεια δεν φτάνει σε αυτά τα επίπεδα ούτε για όσους ζουν σε αστικά κέντρα.
Το 16% των Ελλήνων άλλαξε πάροχο
Άλλο ένα ενδιαφέρον εύρημα του Ευρωβαρόμετρου είναι πώς συμπεριφέρθηκαν οι χρήστες τηλεπικοινωνιακών εταιριών σε σχέση με τους παρόχους την περίοδο της πανδημίας. Παρόλο που οι απαιτήσεις συνδεσιμότητας ήταν υψηλές λόγω της τηλεργασίας, της διαδικτυακής εκπαίδευσης και των online υπηρεσιών ψυχαγωγίας, οι περισσότεροι Ευρωπαίοι δεν έκαναν αλλαγές στις συνδρομές τους στο Διαδίκτυο. Μόνο το 7% άλλαξε πάροχο στο Διαδίκτυο λόγω της πανδημίας.
Η Ελλάδα πάντως είχε την τρίτη υψηλότερη επίδοση μεταξύ των κρατών-μελών στην αλλαγή παρόχου στη διάρκεια της πανδημίας, με το 16% να απαντά ότι το έκανε. Και αυτό το στοιχείο αποτελεί ένδειξη της δυσαρέσκειας και ενδεχομένως του οξυμένου ανταγωνισμού.