Νέο αστυνομικό φιάσκο για τα γεγονότα στη ΒΙΑΛ, ο βράδυ της 18ης Απριλίου, του Μεγάλου Σαββάτου του 2020, αποκάλυψε η Δικαιοσύνη. Με την απόφαση που καταπίπτουν όλες οι βαριές κατηγορίες και απελευθερώνονται ακόμα και όσοι κρίθηκαν ένοχοι για πλημμελήματα ανοίγει ο δρόμος για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων σε βάρος του ελληνικού Δημοσίου.
Η απόφαση του Μεικτού Ορκωτού Εφετείου εκθέτει πλέον ανεπανόρθωτα τη διοίκηση της Ελληνικής Αστυνομίας, τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη καθώς και δημοσιογράφους και media που διέσυραν ανθρώπους και καλλιέργησαν κλίμα μίσους και ξενοφοβίας βασιζόμενοι σε εκδοχή των γεγονότων που κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος στη δικαστική αίθουσα.
Τέτοιες εξελίξεις εκθέτουν ανεπανόρθωτα την Ελλάδα διεθνώς, καθώς αποδεικνύεται ότι οι αρχές δεν επιδιώκουν την εξιχνίαση υποθέσεων αλλά τη στοχοποίηση μεταναστών. Έτσι ανοίγει το κεφάλαιο πολιτικών παρεμβάσεων και επιλογής… υπόπτων με βάση ατζέντα.
Αθώωση και… αποζημιώσεις
Ειδικότερα, το Δικαστήριο αθώωσε το σύνολο των δεκατριών κατηγορούμενων για το κακούργημα του εμπρησμού από πρόθεση, όπως τους απάλλαξε και από την κατηγορία της σύστασης εγκληματικής συμμορίας, αδικήματα που επιφέρουν ποινές πολυετούς φυλάκισης και αποτέλεσαν την αφορμή για τη 14μηνη προφυλάκισή τους.
Χαρακτηριστικό είναι ακόμα ότι τέσσερις από αυτούς απαλλάχθηκαν πλήρως και από μια σειρά πλημμελημάτων, που σημαίνει ότι και για αυτούς ανοίγει ο δρόμος για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων από το Δημόσιο.
Οι ότι δέκα από όσους βρέθηκαν στο εδώλιο είχαν προφυλακιστεί με μοναδικό στοιχείο την αναγνώρισή τους από έναν και μόνο αστυνομικό την επόμενη ημέρα μέσα από το ηλεκτρονικό αρχείο της υπηρεσίας. Ακόμα και ο αστυνομικός όμως, στη δίκη αναίρεσε την κατάθεσή του, ουσιαστικά απαλλάσσοντάς τους από τα κακουργήματα.
Εν τέλει, το δικαστήριο κατά περίπτωση καταδίκασε έναν πρόσφυγα για φθορά ξένης περιουσίας, ακόμα ένας κρίθηκε ένοχος για οπλοκατοχή, ενώ ακόμα οχτώ άτομα κρίθηκαν ένοχοι κατά περίπτωση για αντίσταση κατά αστυνομικών και διατάραξη κοινής ειρήνης, όλοι σε βαθμό πλημμελήματος. Επίσης, ένας εκ των κατηγορουμένων κρίθηκε ένοχος για το αδίκημα της οπλοκατοχής.
Οι ποινές που επιβλήθηκαν για τα πλημμελήματα σε όσους κρίθηκαν ένοχοι είναι 3 χρόνια και 6 μήνες στους επτά από αυτούς και 3 χρόνια και 8 μήνες στον καταδικασθέντα για οπλοκατοχή, καθώς και στον δεύτερο για τη φθορά ξένης περιουσίας.
Επίσης, το δικαστήριο ανέστειλε τις ποινές, αφού στο σύνολό τους έχουν ήδη εκτίσει ποινή φυλάκισης 14 μηνών, οπότε διέταξε την απελευθέρωσή τους. Τέλος, επέβαλε στους καταδικασθέντες και χρηματικό πρόστιμο 625 ευρώ, το οποίο υποχρεούνται να πληρώσουν σε δύο δόσεις.