Σε καθεστώς ασφυκτικού pressing από τους συμμάχους και τους ευρωπαίους εταίρους στην ελληνική πλευρά και πρόδηλη την αναβάθμιση του ρόλου και διεύρυνση του εκτοπίσματος της Τουρκίας πραγματοποιήθηκε η συνάντηση Ερντογάν – Μητσοτάκη στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του NATO. Τα όσα συμφωνήθηκαν παραμένουν επτασφράγιστο μυστικό, εφόσον όμως τηρηθούν θα υποχωρήσει η ένταση στο Αιγαίο.
Τα ελληνικά media που κρατούσαν εξ αρχής επιφυλακτική στάση αναμεταδίδοντας μόνο τις επίσημες διαρροές αναγκάστηκαν σήμερα να αλλάξουν το βασικό αφήγημα, ακόμα και για το format της συνάντησης. Οι κινήσεις αυτές προδίδουν αλλαγή στάσης και ρητορικής που απορρέει από από τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Κατ επέκταση, η νέα ελαφρώς διαφοροποιημένη εκδοχή της συνάντησης που προβάλλεται από την ελληνική πλευρά αποτελεί μέρος της ατζέντας των όσων συμφωνήθηκαν στη συνάντηση Ερντογάν – Μητσοτάκη.
Η πίεση που δέχθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης καταγράφεται στην αδυναμία του να πραγματοποιήσει κατ ιδίαν συναντήσεις με άλλους ηγέτες παρά τα επίμονα αιτήματα από το διπλωματικό του γραφείο. Η μόνιμη επωδός είναι ότι δεν έχει προετοιμαστεί το έδαφος για επαφές στο ανώτατο επίπεδο και ότι οι άλλοι ηγέτες θα είναι διαθέσιμοι στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ στα τέλη του μήνα. Αντιθέτως, ο Ταγίπ Ερντογάν είχε γεμάτο πρόγραμμα, συναντώντας τον Εμάνουελ Μακρόν, τον Μπόρις Τζόνσον την Άγκελα Μέρκελ, τον γενικό γραμματέα του NATO Γενς Στόλτενμπεγκ και εν τέλει τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν.
Μια φωτογραφία
Η διαφορά αντιμετώπισης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στο πλαίσιο της συμμαχίας ήταν προφανής και σε άλλα επίπεδα. Ο Γενς Στόλτενμπεργκ επανέλαβε την σπουδαιότητα της Τουρκίας για τη Συμμαχία, ενώ ο Τζο Μπάιντεν έφυγε από τη συνάντηση με τον Ταγίπ Ερντογάν πεπεισμένος ότι οι σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας θα βελτιωθούν. Θετικός ήταν στα σχόλιά του -και θερμός στις φωτογραφίες- και ο Γάλλος πρόεδρος, Εμάνουελ Μακρόν. Ο Γάλλος, που είχε κι αυτός γεμάτο πρόγραμμα δεν πραγματοποίησε ούτε εθιμοτυπική συνάντηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει μόλις αγοράσει τα Rafale και συνεχίζει να συζητά για την αγορά γαλλικών φρεγατών.
Το κλίμα αποτυπώθηκε και στην οικογενειακή φωτογραφία του NATO με τον Έλληνα πρωθυπουργό να τοποθετείται στη… βάση της πυραμίδας και τον Τούρκο στην κορυφή.
Η σημειολογία και η ατζέντα της συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν
Υπάρχουν όμως και σημεία που δεν έχουν επισημανθεί: με μείζον τις δηλώσεις των ηγετών μετά τη συνάντηση. Πρώτα έκανε δηλώσεις ο Τούρκος πρόεδρος στους δημοσιογράφους που τον συνόδευαν και εν συνεχεία η ελληνική πλευρά μίλησε με… non paper και επίσημες διαρροές σε στενή ομάδα δημοσιογράφων.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν μίλησε δημοσίως ή απευθείας σε δημοσιογράφους για τη συνάντησή του με τον Ταγίπ Ερντογάν. Ο Τούρκος πρόεδρος, από την άλλη πλευρά, μίλησε ανοιχτά. Η ελληνική πλευρά δεν διέψευσε, ούτε διαφοροποίησε καμία από τις δηλώσεις της τουρκικής, που συνεπάγεται σιωπηρή αποδοχή τους.
Ο Ταγίπ Ερντογάν ζήτησε:
- Κόκκινο τηλέφωνο μεταξύ των δύο ηγετών
- διμερείς συνομιλίες για τα ελληνοτουρκικά
- περιορισμό των smearing campaings (ήτοι των επιχειρήσεων λάσπης και παραπληροφόρησης) με στόχο την απαξίωση του προσώπου των ηγετών και των κοινωνικών τους ερεισμάτων
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε:
- Ήρεμο καλοκαίρι και διαδικασία παρατεταμένης ύφεσης εντάσεων ως
- προαπαιτούμενο για την έναρξη διεξοδικών διαβουλεύσεων σε διμερές επίπεδο
- επί της ατζέντας του Βερολίνου
- Επαναπροώθηση μεταναστών
Η ελληνική πλευρά, επίσης, προσέφερε στήριξη επί της θετικής ατζέντας τόσο σε διμερές επίπεδο, όσο και στο πλαίσιο των σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας. Δεν είναι σαφές αν συμφωνήθηκε οδικός χάρτης για την εξέλιξη των επαφών και τη σύνδεσή τους με τη θετική ατζέντα.
Εκτός συζήτησης παρέμεινε το Κυπριακό, καθώς και το τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Οι επίσημες διαρροές
«Η συνάντηση ανάμεσα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Ταγίπ Ερντογάν αποτέλεσε ένα βήμα προς ένα πιο ήσυχο καλοκαίρι», τόνιζαν κυβερνητικές πηγές. Οι διπλωματικές διατυπώσεις αποτυπώνουν με σαφήνεια την πραγματικότητα και δεν επιτρέπουν παρανοήσεις. «Βήμα» για «ένα πιο ήσυχο καλοκαίρι» χαρακτηρίζεται η συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ταγίπ Ερντογάν από συνεργάτες του πρωθυπουργού. Με απλά λόγια δεν υπάρχει συμφωνία ούτε καν για μια κατάσταση που θα παραπέμπει σε «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Παρά μόνο η προσδοκία πως η ελληνοτουρκική συνάντηση σε επίπεδο κορυφής μπορεί να οδηγήσει όχι σε ένα ήσυχο αλλά σε ένα πιο ήσυχο καλοκαίρι, προφανώς σε σχέση με τη θερινή περίοδο του 2020 που η Αθήνα και η Άγκυρα έβγαλαν δυο φορές το σύνολο του στόλου τους σε διάταξη μάχης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σύμφωνα με τους ίδιους συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη, η συνάντηση πραγματοποιήθηκε «σε καλό κλίμα και υπήρξε μία συμφωνία αμοιβαίας κατανόησης ότι η ένταση του 2020 δεν μπορεί να επαναληφθεί, ως εκ τούτου, θα πρέπει να γίνει μία προσπάθεια να αποφευχθούν οι προκλήσεις, που ενδέχεται να οδηγήσουν σε δύσκολα διαχειρίσιμες καταστάσεις».
Κυβερνητικές πηγές από τις Βρυξέλλες επισήμαναν πως
«εξακολουθούν να υπάρχουν πολύ μεγάλες διαφορές σε μία σειρά ζητημάτων με κυριότερο αυτό της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, όμως αυτές θα πρέπει να αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου και στο πλαίσιο συζητήσεων, όπως οι διερευνητικές επαφές, τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και οι πολιτικές διαβουλεύσεις, ως το πλαίσιο συνεννόησης, που μπορεί να οδηγήσει στην εκτόνωση της έντασης».
Τα θέματα
Στενοί συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη ανέφεραν επίσης ότι η συνομιλία του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο της Τουρκίας περιστράφηκε και γύρω από το προσφυγικό- μεταναστευτικό. «Σταθερή θέση μας είναι πως μπορούμε να συνεργαστούμε με την Τουρκία στο συγκεκριμένο θέμα, αρκεί να αποφεύγονται οι προκλήσεις, όπως αυτές, που βιώσαμε τον Μάρτιο του 2020» ανέφεραν, σημειώνοντας ότι ο πρωθυπουργός κατέστησε σαφές ότι θα ήταν μία κίνηση καλής θέλησης, να δεχθεί η Τουρκία να πάρει πίσω τους 1.450, των οποίων η αίτηση ασύλου έχει απορριφθεί τελεσίδικα.
Ο πρωθυπουργός, κατά τις ίδιες πληροφορίες, τάχθηκε υπέρ της προώθησης της θετικής ατζέντας στις ελληνοτουρκικές, όπως αυτή έχει αποτυπωθεί στη συμφωνία που επετεύχθη στις 29 Μαϊου στην Καβάλα ανάμεσα στον Έλληνα υφυπουργό Εξωτερικών Κώστα Φραγκογιάννη και τον Τούρκο ομόλογό του Σεντάτ Ονάλ.
Η μόνη δήλωση Μητσοτάκη
«Αν και παραμένουν οι διαφορές μεταξύ των δύο χωρών μας, η Ελλάδα και η Τουρκία είναι γείτονες και η συνεργασία σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος είναι προς όφελος όλων. Συνεπώς, ο διάλογος είναι πάντα σημαντικός»
έγραψε στο τουίτερ ο Κυριάκος Μητσοτάκης για τη συνάντησή του με τον Ταγίπ Ερντογάν.
Η παρουσία Σουρανή και Καλίν
Όπως επισήμανε εξ αρχής το Crisis Monitor η διάρθρωση της συνάντησης άλλαξε δύο φορές. Αρχικά, η τουρκική πλευρά ζήτησε να είναι τετ-α-τετ, θέλοντας να διαμορφώσει προσωπική σχέση. Εν συνεχεία, η ελληνική πλευρά αντιπρότεινε αντί για διερμηνείς να παραστούν οι σύμβουλοι των δύο ηγετών, Ελένη Σουρανή και Ιμπραχίμ Καλίν. Το αίτημα αυτό, ωστόσο, ετέθη αρχικά διερευνητικά, στη βάση συζήτησης για την αποτελεσματικότερη διερμηνεία και την εξαγωγή σαφών συμπερασμάτων με ορθή διπλωματική γλώσσα.
Από ελληνικής πλευράς, όμως, διαρρέεται ότι την αλλαγή format από διερμηνείς σε συμβούλους ζήτησε η τουρκική προεδρία, κάτι που ουδείς ασχολείται να σχολιάσει.
Οι λεπτομέρειες αυτές μοιάζουν ασήμαντες, δεν είναι όμως. Το διπλωματικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διεξάγονται οι επαφές είναι κρίσιμο και δείχνει το επίπεδο της εμπιστοσύνης και την αποτελεσματικότητα των διαύλων επικοινωνίας.
Από διπλωματικής σκοπιάς, η παρουσία των Ιμπραχίμ και Σουρανή στέλνει μήνυμα εμπέδωσης της ατζέντας που συμφωνήθηκε στο Βερολίνο, που συνεπάγεται ότι αμφότερες οι πλευρές κινούνται εντός πλαισίου και παραμένουν αξιόπιστες ως προς της δεσμεύσεις τους.
Από ελληνικής πλευράς μάλιστα αναφέρεται ότι:
“η κυρία Σουρανή και ο κ. Καλίν ήταν τα δύο πρόσωπα που είχαν συναντηθεί και το καλοκαίρι του 2020 έπειτα από γερμανική διαμεσολάβηση, συμφωνώντας το χρονοδιάγραμμα για την επανέναρξη του ελληνοτουρκικού διαλόγου. Οι συζητήσεις πέρσι το καλοκαίρι ανάμεσα στην Αθήνα και την Άγκυρα είχαν ακυρωθεί, αφού η τουρκική πλευρά είχε βρει αφορμή από την συμφωνία μερικής οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μεταξύ της Ελλάδας και της Αιγύπτου για να υπαναχωρήσει, ξεκινώντας παραλλήλως προκλητικές έρευνες από το Oruc Reis”.