Σε συμφωνία για τη φορολόγηση των πολεθνικών τόσο σε επίπεδο τζίρου όσο και στα κέρδη κατέληξαν οι G 7, σε μια εξέλιξη που αναμένεται να δρομολογήσει εξελίξεις παγκοσμίως. Αν και ακόμα δεν υπάρχουν δεσμευτικές αποφάσεις και η συμφωνία των μεγάλων δεν υποχρεώνει τους μικρότερους να ακολουθήσουν. Πρόκειται, όμως, για μια κίνηση που εκτιμάται ότι θα συμβάλλει στην αύξηση των κρατικών εσόδων για μικρότερες χώρες και στον περιορισμό της φοροαποφυγής των πολυεθνικών.
Οι επτά πλέον ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου, μεταξύ των οποίων ΗΠΑ, Βρετανία και άλλες κορυφαίες χώρες κατέληξαν σήμερα σε συμφωνία-ορόσημο για την επιδίωξη υψηλότερης παγκόσμιας φορολόγησης πολυεθνικών εταιρειών όπως οι Google, η Apple και η Amazon.
Η ομάδα των επτά ισχυρότερων οικονομιών του κόσμου (G7) συμφώνησε να στηρίξει έναν ελάχιστο παγκόσμιο εταιρικό φορολογικό συντελεστή τουλάχιστον 15% και επίσης οι εταιρίες να πληρώνουν περισσότερο φόρο στις αγορές όπου πωλούν αγαθά και υπηρεσίες.
Η σημερινή συμφωνία των υπουργών Οικονομικών της G7, των επτά πιο αναπτυγμένων βιομηχανικά χωρών, να δεσμευτούν στην επιβολή παγκόσμιου ελάχιστου εταιρικού φόρου 15% ανά χώρα θα δημιουργήσει ίσους όρους ανταγωνισμού για τις εταιρείες ανά τον κόσμο, δήλωσε ο βρετανός υπουργός Οικονομικών Ρίσι Σούνακ και πρόσθεσε ότι η αναγκαιότητα εθνικών φόρων ψηφιακών υπηρεσιών θα παραμεριστεί μόλις εφαρμοστεί η παγκόσμια αυτή λύση.
Ωστόσο, θεωρείται εαιρετικά δύσκολο να προβλεφθεί η απόδοση της συμφωνίας, καθώς απαιτούνται περαιτέρω συνομιλίες στη Σύνοδο Κορυφής των G20.
Τα προβλήματα
Η όποια οριστική συμφωνία για την μεταρρύθμιση των διεθνών κανονισμών εταιρικής φορολόγησης θα πρέπει να ικανοποιεί τις ανάγκες τόσο των μικρών όσο και των μεγάλων χωρών, σχολίασε ο υπουργός Οικονομικών της Ιρλανδίας.
Για την ώρα, το προίμιο συμφωνίας στο οποίο κατέληξαν οι G7 έρχεται να τερματίσει την αντιδικία ΗΠΑ – Γαλλίας για την επιβολή εταιρικού φόρου στα dot.coms και στο ηλεκτρονικό εμπόριο, ενώ δίνει λύση και στην εσωτερική συζήτηση στην ΕΕ για την επιβολή φόρου ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Ωστόσο, ενδεχόμενες καθυστερήσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναζωπύρωση της αντιπαράθεσης. Καθώς οι χώρες θα εξέρχονται της κρίσης Covid-19 με αυξημένα ελλείμματα και δημόσιο χρέος, η πίεση θα αυξάνεται. Όταν οι κεντρικές τράπεζες θα αρχίσουν να αποσύρουν τα μέτρα στήριξης και οι αγορές θα αποτιμήσουν τη νέα κατάταση, τα κόστη δανεισμού των χωρών θα αυξηθούν. Τότε η ανάγκη έρευσης περισσότερων πηγών εσόδων θα είναι επιτακτική.
Η πρώτη αντίδραση των Amazon, Google και Facebook
Σε μια πρώτη αντίδρασή τους, οι εκπρόσωποι τριών αμερικανικών τεχνολογικών κολοσσών ανέφεραν πως οι εταιρείες τους στηρίζουν την αναβάθμιση των διεθνών φορολογικών κανόνων.
«Πιστεύουμε πως μια διαδικασία της οποίας θα ηγείται ο ΟΟΣΑ και η οποία δημιουργεί μια πολυμερή λύση θα βοηθήσει ώστε να φέρει σταθερότητα στο διεθνές φορολογικό σύστημα» ανέφερε εκπρόσωπος της Amazon, συμπληρώνοντας πως «η συμφωνία των G7 σηματοδοτεί ένα καλοδεχούμενο βήμα προόδου στην προσπάθεια για επίτευξη του στόχου αυτού». «Ελπίζουμε να δούμε τις συζητήσεις να συνεχίσουν να προοδεύουν και στην ευρύτερη συμμαχία των G20».
Από την πλευρά του, εκπρόσωπος της Google είπε πως η εταιρεία του στηρίζει σθεναρά το έργο που γίνεται για την αναβάθμιση των διεθνών φορολογικών κανόνων και πως ελπίζει ότι οι χώρες μπορούν να οριστικοποιήσουν σύντομα μια «ισορροπημένη και διαρκή συμφωνία».
Εκπρόσωπος της Facebook είπε πως η εταιρεία καιρό τώρα ζητά μεταρρύθμιση των παγκόσμιων φορολογικών κανόνων και πως χαιρετίζει την σημαντική πρόοδο που σημειώθηκε στους G7. Η σημερινή συμφωνία είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα προς την βεβαιότητα για τις επιχειρήσεις και προς την ενίσχυση της δημόσιας εμπιστοσύνης στο παγκόσμιο φορολογικό σύστημα, ανέφερε. Συμπλήρωσε πως θέλουμε η διαδικασία της διεθνούς φορολογικής μεταρρύθμισης να επιτύχει και αναγνωρίζουμε πως αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι η Facebook θα πληρώσει περισσότερους φόρους και σε διαφορετικά μέρη.