Προβληματισμό και ανησυχία δημιουργούν τα στοιχεία για την ελληνική οικονομία που δημοσίευσε η ΕΛ.ΣΤΑΤ, καθώς μετά τους πανηγυρισμούς για μικρότερη της αναμενόμενης ύφεση στο πρώτο τρίμηνο, μια πιο ενδελεχής παρατήρηση των επί μέρους δεικτών καταδεικνύει αντίδραση χωρίς στήριξη και υπόβαθρο.
Η ύφεση σε ετήσια βάση στο πρώτο τρίμηνο του έτους διαμορφώθηκε στο 2,3% , έναντι της πρόβλεψης του προϋπολογισμού για -11,3. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι για την ίδια περίοδο η Ιρλανδία έγραψε ανάπτυξη 11,8%(!)…
Τα ελληνικά media -στην πλειονότητά τους- συνέκριναν την πραγματική ύφεση με τις προσδοκίες της κυβέρνησης -που αστόχησε- αλλά αποφεύγουν οποιεσδήποτε ουσιαστικές συγκρίσεις και αναλυτικές προσεγγίσεις. Το Crisis Monitor επιχειρεί μια λίγο πιο προσεκτική -επιδερμική πάλι- προσέγγιση, η οποία αναδεικνύει μια εντελώς διαφορετική εικόνα. Η αντίφαση όμως αυτή αποτελεί αρνητικό στοιχείο για έναν ακόμη λόγο: Την ελευθερία και ανεξαρτησία του Τύπου. Τέτοιες απεικονίσεις, σε συνδυασμό με τις αυξημένες κυβερνητικές δαπάνες για τα media, σκιαγραφούν ένα ιδιαίτερα προβληματικό περιβάλλον.
Η ακτινογραφία
Η γενική παραδοχή είναι ότι οι οικονομίες υπεραπέδωσαν έναντι των προβλέψεων στο πρώτο τρίμηνο του έτους. Η ανάκαμψη αυτή, στην Ευρωζώνη, οφείλεται κυρίως στην αναθέρμανση της εξωτερικής ζήτησης και στις κρατικές δαπάνες. Αντιθέτως, η κατανάλωση στο εσωτερικό των περισσοτέρων χωρών μειώθηκε.
Με βάση τα στοιχεία που έχουν δημοσιευτεί έως τώρα από τη Eurostat, η ευρωζώνη το πρώτο τρίμηνο γνώρισε συρρίκνωση ΑΕΠ κατά 1,8%. Η μεγαλύτερη πτώση καταγράφεται στην Πορτογαλία (-5,4% του ΑΕΠ) και στην Ισπανία (-4,3%). Υφεση 3% είχε η Γερμανία και 1,4% η Ιταλία. Αντίθετα, Γαλλία και Λιθουανία κατέγραψαν θετικό πρόσημο, πάντα σε ετήσια βάση. Ακόμα και σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα υποαποδίδει του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, πάντως, έχει η περαιτέρω επιβράδυνση των δημοσίων δαπανών, για δεύτερο συνεχές τρίμηνο και ενώ η οικονομία παρέμενε σε καθεστώς lockdown.
Η εξέλιξη του ΑΕΠ σε τριμηνιαία βάση
Το ΑΕΠ σε ετήσια βάση
Τα θετικά
Για την ελληνική οικονομία δύο είναι καταλύτες της αντιστροφής της τάσης:
- Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 3% σε σχέση με το 4o
τρίμηνο του 2020 (σε τριμηνιαία βάση) - Oι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 4% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2020. Οι εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 0,5%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 6,2% (σε τριμηνιαία βάση).
Τα αρνητικά
- Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη μειώθηκε κατά 0,6% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2020.
- Οι δημόσιες δαπάνες συνέχισαν να επιβραδύνουν, υποχωρώντας σε τριμηνιαία βάση, έναντι 1,9% το τελευταίο τρίμηνο του 2020
Τριμηνιαίες μεταβολές
- Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη μειώθηκε κατά 0,6% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2020.
- Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 3,0% σε σχέση με το 4o
τρίμηνο του 2020. - Oι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 4,0% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2020. Οι εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 0,5%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 6,2%.
- Οι εισαγωγές αγαθών και υπΕλλάδα: Η άγρια ύφεση και τα ωραία δημοσιεύματαηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 2,0% σε σχέση με το 4ο τρίμηνο του 2020. Οι εισαγωγές αγαθών παρέμειναν αμετάβλητες, ενώ οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 16,3%.
Ετήσιες μεταβολές
- Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη παρουσίασε μείωση κατά 2,4% σε σχέση με το 1o τρίμηνο του 2020.
- Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 8,6% σε σχέση με το 1o τρίμηνο του 2020.
- Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση κατά 13,4% σε σχέση με το 1o τρίμηνο του 2020. Οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 8,2%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 38,7%.
- Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση κατά 5,0% σε σχέση με το 1o τρίμηνο του 2020. Οι εισαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 3,0% και οι εισαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 9,2%.