Κινήσεις που καταδεικνύουν τη διάχυση της αντιπαράθεσης Ιταλίας – Τουρκίας στις σχέσεις της Ρώμης με την Τρίπολη εξελίσσονται τις τελευταίες ημέρες, φτάνοντας στα όρια της στρατιωτικοποίησης της έντασης. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται το επεισόδιο μεταξύ της λιβικής ακτοφυλακής και ενός ιταλικού γρι-γρι, που είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό του καπετάνιου.
Αν και σε πρώτη ανάγνωση το συμβάν φαντάζει πραγματικά κρίσιμο, μια πιο ενδελεχής ανάλυση των συγκυριών αναδεικνύει ότι επρόκειτο για επεισόδιο στημένο και πιθανώς καθοδηγούμενο. Οι κινήσεις της λιβικής ακτοφυλακής δεν φαίνεται να έχουν διαταχθεί κεντρικά. Αντιθέτως, η νέα μεταβατική κυβέρνηση μοιάζει να σύρεται πίσω από τα γεγονότα, τα οποία δείχνει να εντάσσονται σε “βεντέτα” η οποία θα μπορούσε να καθοδηγείται από τρίτη χώρα. Το σενάριο αυτό, μάλιστα, ισχυροποιείται, αν ιδωθεί υπό πρίσμα της κλιμάκωσης των ευρωποαϊκών πιέσεων στην Τουρκία για την αποχώρηση των δυνάμεών της.
Ιταλία και Λιβύη έχουν χρόνια αντιδικία για τον προσδιορισμό των χωρικών υδάτων τους και της υφαλοκρηπίδας. Η ένταση προκαλείται, μετά την ανάληψη της εξουσίας από τη μεταβατική κυβέρνηση και την επίσκεψη του Μάριο Ντράγκι.
Το παρασκήνιο
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δυνάμεις της λιβικής ακτοφυλακής που προκάλεσαν την αντιπαράθεση με την Ιταλία πρόσκεινται στις δυνάμεις που συντάσσονταν με την Τρίπολη, στην προγούμενη διάρθρωση και παραμένουν πιστές στον Σάρατζ. Επικεφαλής της συγκεκριμένης ομάδας ήταν ο συνταγματάρχης Μασούντ Αμπνταλμάματ. Η Ιταλία έναντι του συγκεκριμένου αξιωματικού έχει εκδώσει ένταλμα παρακολούθησης και καταγραφής τηλεφωνικών κλήσεων. Συνεπώς, φαίνεται ότι το σκηνικό που δημιουργήθηκε αποτελούσε μήνυμα που εστάλη μέσω πρόθυμου τοπικού πολέμαρχου.
Η ειρωνία είναι ότι η λιβική ακτοφυλακή έβαλε κατά των Ιταλών ψαράδων με σκάφος που της έχει παραχωρήσει η Ιταλία, στο πλαίσιο της συμφωνίας για ανάσχεση των προσφυγικών ρευμάτων.
Το τελευταίο 24ωρο, η ένταση φαίνεται να διαχέεται στο προσφυγικό, καθώς οι ροές μεταναστών από τη Λιβύη προς την Ιταλία έχουν αυξηθεί, υπερβαίνοντας τα 1000 άτομα.
Αντίκτυπος
Σειρά συμβάντων που έχουν μεσολαβήσει, σκιαγραφούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο εξελίσσονται οι σχέσεις Ιταλίας – Λιβύης, αναδεικνύοντας την επιρροή της Τουρκίας σε επίπεδο που δεν ήταν αρχικά ορατό. Κατ επέκταση, φαίνεται ότι είναι αναγκαίο να επανεκτιμηθούν οι σχέσεις Ελλάδας – Λιβύης και οι προοπτικές τους, στο φως των δεδομένων που αποκαλύπτονται από στη σκιά της αντιπαράθεσης Ρώμης – Τρίπολης – Άγκυρας.
Μετά τα γεγονότα της προηγούμενης εβδομάδας, η Ιταλία έχει στείλει πολεμικό πλοίο για την προάσπιση των αλλιευτικών σκαφών της.
Όλων αυτών προηγήθηκε η επικοινωνία Μέρκελ – Ερντογάν κατά την οποία η Γερμανίδα καγκελάριος έθεσε επιτακτικά το θέμα της αποχώρησης των τουρκικών δυνάμεων από τη Συρία. Νωρίτερα, τη σύγκρουση με τον Τούρκο πρόεδρο είχε επιλέγει ο νεοδιορισθείς πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μάριο Ντράγκι, ο οποίος χαρακτήρισε τον Ταγίπ Ερντογάν δικτάτορα.
Σε αυτό το κλίμα και με την Ευρώπη να πιέζει πολύπλευρα την Τουρκία, ενώ η Ελλάδα επιχειρεί να εδραιώσει παρουσία και να καλλιεργήσει ερείσματα στο κοινοβούλιο και τη νέα κυβέρνηση της Λιβύης, εξάρσεις όπως αυτή με τους πυροβολισμούς είναι εν πολλοίς αναμενόμενες.
Το περιστατικό
Ένας ιταλός ψαράς τραυματίστηκε όταν το τράτα του πυροβόλησε με μηχανή από την ακτοφυλακή της Λιβύης, πυροβολήθηκε από ένα σκάφος που παρέχεται από την κυβέρνηση της Ιταλίας για να βοηθήσει την Τρίπολη να ελέγξει τη ροή των μεταναστών.
Οι αρχές της Λιβύης υποστηρίζουν ότι το πλοίο ακτοφυλακής έριξε προειδοποιητικά πυρά στον αέρα,
καθώς τρία ιταλικά αλιευτικά σκάφη είχαν εισέλθει στα χωρικά ύδατα της χώρας χωρίς άδεια. Η υπόθεση εστιάζεται γύρω από μια μακρόχρονη αντιπαράθεση για την αλιεία γαρίδας από ιταλούς ψαράδες με έδρα τη Σικελία και ειδικότερα το λιμάνι Mazara del Vallo.
Οι ψαράδες ελευθερώθηκαν μετά την παρέμβαση του ιταλικού πολεμικού ναυτικού.
Το ιταλικό ναυτικό επιβεβαίωσε το περιπολικό σκάφος που πυροβόλησε τους πυροβολισμούς ήταν το πρώην ιταλικό περιπολικό ακτοφυλακό 660, με το παρατσούκλι Ubari, το οποίο δόθηκε στους Λιβύους το Νοέμβριο του 2018 για να παρακολουθήσουν τους μετανάστες που διασχίζουν τη Μεσόγειο. Ακολούθησε τη συμφωνία του 2017 που υπεγράφη από τον πρώην υπουργό Εσωτερικών της Ιταλίας, Μάρκο Μινίτη και τον ηγέτη της κυβέρνησης της Λιβύης που ήταν αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ, Φαγιέζ αλ Σάρατζ, για την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό της ακτοφυλακής της.