Σαφείς είναι πλέον οι ενδείξεις προσέγγισης Ελλάδας-Τουρκίας, παρά τις διαρκείς προκλήσεις -όπως διερμηνεύονται από τα ελληνικά media- κινήσεις της Άγκυρας. Πριν από λίγο μάλιστα ανακοινώθηκε συνάντηση σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, με τον Νίκο Δένδια να ταξιδεύει στις 14 Απριλίου στην Άγκυρα όπου θα συναντήσει τον ΜΕβλούτ Τσαβούσογλου.
Μια ημέρα μετά τον 62ο κύκλο των διερευνητικών επαφών που διεξήχθη -σε καλό κλίμα- στην Αθήνα, οι γενικοί γραμματείς των υπουργείων Εξωτερικών, που είχαν ξέχωρη συνάντηση συμφώνησαν σε οδικό χάρτη και συνάντηση των πολιτικών τους προϊσταμένων σε περίπου ένα μήνα, στις 14 Απριλίου στην Άγκυρα.
Ειδικότερα, όπως αναφέρουν διπλωματικές πηγές, στο πλαίσιο των πολιτικών διαβουλεύσεων μεταξύ του Ελληνικού και του Τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών που διεξήχθησαν σήμερα στην Αθήνα, εξετάστηκε μεταξύ άλλων, η προοπτική συνάντησης των δύο υπουργών στο προσεχές μέλλον.
Ειδικότερα, σήμερα συναντήθηκαν ο υπηρεσιακός Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εξωτερικών Πρέσβης Θεμιστοκλής Δεμίρης και ο μόνιμος Τούρκος υφυπουργός Εξωτερικών, Πρέσβης Σεντάτ Ονάλ. Στη συνάντηση αυτή, έγινε γνωστό ότι ο Νίκος Δένδιας έκανε δεκτή, καταρχήν, την πρόσκληση του Τούρκου ομολόγου του Μεβλούτ Τσαβούσογλου να μεταβεί στην Άγκυρα στις 14 Απριλίου.
Διατυπώσεις και… μεθοδεύσεις
Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί ότι στις διατυπώσεις της επιστολής αποδοχής, περιλαμβάνεται η φράση “εφόσον, όμως, επικρατούν οι κατάλληλες συνθήκες”. Με τον τρόπο αυτό ο Νίκος Δένδιας επιχειρεί να θέσει ως προαπαιτούμενο τον οδικό χάρτη αποκλιμάκωσης των προκλήσεων.
Η κίνηση αυτή παράλληλα καταδεικνύει την πολιτική ισχύ που θεωρεί η Αθήνα ότι έχει. Η ισχύς αυτή θα έχει εμπεδωθεί μόνο εάν μέχρι τη συνάντηση η Άγκυρα κατεβάσει τους τόνους σε επίπεδο που οι τουρκικές προκλήσεις θα πάψουν να απασχολούν τα media και να παράγουν πολιτικό κόστος για την ελληνική κυβέρνηση.
Η Τουρκία, από την άλλη πλευρά, επιτυγχάνει με τον τρόπο αυτό να προλειάνει το έδαφος ενόψει της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ. ΟΙ ηγέτες των 27 συνεδριάζουν την 25η Μαρτίου, ημέρα εορτασμού των 200 ετών από κήρυξη της ελληνικής επανάστασης το 1821. Με τις μεθοδεύσεις αυτές η Άγκυρα δείχνει ότι συνεργάζεται και η πρόοδος στις διμερείς σχέσεις καθίσταται πλέον απτή. Όπερ σημαίνει ότι το ενδεχόμενο επιβολής πρόσθετων κυρώσεων στην Τουρκία είναι πλέον εκτός ημερήσιας διάταξης.
Ο αντίκτυπος
Η Τουρκία εισέρχεται πλέον σε τροχιά επαναπροσδιορισμού των σχέσεων με ΗΠΑ και ΕΕ. Οι κινήσεις αυτές οδηγούν αναπόφευκτα σε επανακαθορισμό ισορροπιών στον τουρκο-ρωσικό άξονα. Η Άγκυρα επιχειρεί μια συνολική προσέγγιση, με στόχο να της αναγνωριστεί ο ρόλος της περιφερειακής υπερδύναμης και να αποκτήσει τη δυνατότητα επιβολής των όρων της στους γείτονές της.
Από την άλλη πλευρά ΗΠΑ και ΕΕ φαίνεται ότι εξετάζουν τις σχέσεις σε ad hoc βάση, επιχειρώντας να θέσουν statndards και να περιορίσουν την αυτονομία της Τουρκίας σε μια σειρά από δράσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα επιζητά την κατοχύρωση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων και την επίλυση διαφορών, όσο ακόμα ο διεθνής παράγοντας συνεχίζει να ασκεί καταλυτική επιρροή στην ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή.
Συνολικά, διαμορφώνονται συνθήκες για την υποχώρηση του γεωπολιτικού ρίσκου. Ωστόσο, για να επέλθει αποκλιμάκωση απαιτείται η αποκατάσταση της οικονομικής και πολιτικής κανονικότητας. Σε πρώτη φάση και όσο διαρκεί η περίοδος αναδιάταξης δυνάμεων το ρίσκο πρόσκαιρων εξάρσεων παραμένει υψηλό ή ακόμα και αυξάνεται.