Μείζον θέμα για την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων και τη διαφύλαξή τους από τις Χρηματιστηριακές εταιρίες γεννά νέα προσπάθεια της Alpha Bank να αποκτήσει πρόσβαση σε στοιχεία για τα χαρτοφυλάκια πελατών της που τηρούνται σε ΕΠΕΥ.
Πάει για δεύτερη φορά να υφαρπάξει στοιχεία για τα χαρτοφυλάκια πελατών
Να αποκτήσει πρόσβαση στην εικόνα χαρτοφυλακίων που τηρούν πελάτες της σε χρηματιστηριακές εταιρίες επιχειρεί για δεύτερη φορά η Alpha Bank. Η τράπεζα κινείται τώρα μέσω της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς με στόχο να παρακάμψει τον σκόπελο του GDPR.
Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής στοιχεία, το θέμα δεν έχει απασχολήσει την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών, τουλάχιστον όχι σε υψηλό επίπεδο. Επίσης πρέπει να σημειωθεί ότι η Εθνική Τράπεζα και η Τράπεζα Πειραιώς δεν έχουν επιλέξει τη διόδο αυτή, μέχρι τώρα, ενώ η Eurobank που είχε κινηθεί μαζί με την Alpha Bank το 2017, τώρα παρέμεινε εκτός.
Προσπάθεια να αποσπάσει στοιχεία για τα χαρτοφυλάκια που διαθέτουν πελάτες της στο Χρηματιστήριο Αθηνών (σε μετοχές και παράγωγα) κάνει για δεύτερη φορά η Alpha Bank αποστέλλοντας επιστολή στις ΕΠΕΥ, μέσω της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Η Alpha Bank, μαζί με τη Eurobank είχαν ζητήσει από τις ΕΠΕΥ στοιχεία χαρτοφυλακίου πελατών και το 2017, το αίτημά τους ωστόσο αντέκρουσε τότε ο ΣΜΕΧΑ.
Τέτοιες κινήσεις υπονομεύουν την εμπιστοσύνη στην αγορά. Παράλληλα, εγείρονται ερωτηματικά για την ουσιαστική ισχύ των νόμων που διέπουν τόσο το απόρρητο όσο και την κεφαλαιαγορά, σε μια εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο.
Η παράκαμψη
Ωστόσο, τον Δεκέμβριο του 2020 η Alpha Bank επιχείρησε να παίξει εκ νέου το ίδιο χαρτί, αυτή τη φορά μέσω της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Αν και η επιστολή επικαλείται την αναγκαιότητα των στοιχείων για τον υπολογισμό εισφορών στο ΤΕΚΕ, στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο δεν υφίσταται. Η Alpha Bank είχε προσπαθήσει να περάσει και σχετική πρόβλεψη ως προϋπόθεση για την λήψη ενίσχυσης ΤΕΚΕ, προσπάθεια που έπεσε στο κενό.
Τώρα, η Alpha Bank, επιχειρεί να επαναφέρει το ζήτημα, ζητώντας με νέα επιστολή που έστειλε προς τις ΕΠΕΥ την παροχή στοιχείων χαρτοφυλακίου πελατών τους. Αυτή τη φορά η τράπεζα προσπαθεί να βάλει μπροστά την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ώστε να πειθαναγκάσει τις ΕΠΕΥ να δώσουν στοιχεία, καλυπτόμενη από το νομικό πλαίσιο που επιτάσσει τη χορήγηση στοιχείων στην εποπτεύουσα αρχή.
Ευαίσθητα στοιχεία στον… αέρα
Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες κάποιες ΕΠΕΥ έχουν στείλει στοιχεία πελατών σε τράπεζες όταν αυτές τα αιτήθηκαν ή ακόμα και σε περιοδική βάση. Αυτός όμως δεν είναι ο κανόνας. Με δεδομένο, μάλιστα ότι πολλές χρηματιστηριακές εταιρίες βασίζονται στις τράπεζες για τη ρευστότητα, τα margin και ιδιαίτερα στην Alpha Bank για την εκκαθάριση συναλλαγών, τότε είναι σαφές ότι η πίεση που δέχονται δεν είναι πάντα εμφανής.
Ο ΣΜΕΧΑ είχε στο παρελθόν αντικρούσει τις προσπάθειες των τραπεζών, αποδεχόμενος να χορηγήσει μεν στοιχεία, αλλά μόνο στις αρμόδιες αρχές, εφόσον το αιτηθούν.
Σε κάθε περίπτωση, οι ΕΠΕΥ και οι χρηματιστηριακές εταιρίες εν γένει είναι υποχρεωμένες να υποβάλλουν συγκεκριμένα στοιχεία στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Το είδος και η σκοπιμότητα χορήγησης των στοιχείων ελέγχεται. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, όμως, είναι υποχρεωμένη να διαφυλάσσει την ιδιωτικότητα των στοιχείων.
Η διαφύλαξη της ιδιωτικότητας των στοιχείων πελατών βαραίνει και τις ΕΠΕΥ οι οποίες δεσμεύονται από το πλαίσιο του GDPR και τις άδειες που έχουν λάβει στα έντυπα συναίνεσης, τόσο για τη διατήρηση και επεξεργασία των στοιχείων, όσο και για τη δυνατότητα και τους όρους διαμοιρασμού τους. Ενδεχόμενη υπαναχώρηση από το πλαίσιο αυτό θα μπορούσε να καταστήσει τις ΕΠΕΥ υπόλογες έναντι των πελατών τους. Ιδιαίτερα μετά την ενεργοποίηση του κανονισμού GDPR, η διαχείριση των προσωπικών δεδομένων είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη υπόθεση και οι παραβάσεις επισείουν βαριά πρόστιμα.
Που χρησιμεύουν
Η επαναφορά του αιτήματος τώρα, μόνο από την Alpha Bank αι μέσω της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, καταμαρτυρεί μια αγωνιώδη προσπάθεια, η οποία εντάσσεται σε ευρύτερο πλαίσιο, το οποίο δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ασφάλεια από τα διαθέσιμά δεδομένα. Βέβαια, η παροχή περισσότερων στοιχείων που σχετίζονται με την οικονομική επιφάνεια πελατών θα προσέφερε στην εκάστοτε τράπεζα τη δυνατότητα να προσδιορίσει την πιστωτική εικόνα τους με μεγαλύτερη ευκρίνεια. Ταυτόχρονα όμως δημιουργεί τεράστιες επιπλοκές και οδηγεί σε ρήξη εμπιστοσύνης.
Έχοντας περισσότερα στοιχεία για την οικονομική εικόνα των πελατών της, η εκάστοτε τράσπεζα θα μπορούσε να αποτιμήσει καλύτερα τα NPL’s που διαθέτει. Από τη στιγμή όμως που προσωπικά δεδομένα διαβιβάζονται σε έναν ενδιαφερόμενο, δεν υπάρχει τρόπος να παρεμποδιστεί ή να ελεγχθεί η διοχέτευσή τους σε τρίτο. Αν μάλιστα κάτι τέτοιο συμβεί στο πλαίσιο μιας τιτλοποίησης, τότε, ο εκάστοτε πωλητής κερδίζει εκμεταλλευόμενος προσωπικά δεδομένα που θα έπρεπε να είναι απόρρητα.