Την απαλλαγή του Ντόναλντ Τραμπ από τις κατηγορίες για την εισβολή στο Καπιτώλιο και την υποκίνηση βίας, αποφάσισε η αμερικανική Γερουσία. Οι Ρεπουμπλικάνοι ήταν εξ αρχής απρόθυμοι για ολική ρήξη με τον Τραμπ, προτιμώντας έτσι ένα μικρότερο ρήγμα με τους προοδευτικούς τους κόμματός τους που συντάχθηκαν με τους Δημοκρατικούς στη διαδικασία.
Όπως ήταν αναμενόμενο, δεν κατάφεραν να αναμενόμενο, ο Ντόναλντ Τραμπ αθωώθηκε από τις κατηγορίες για υποκίνηση βίας και την 6η Φεβρουαρίου, που οδήγησε στην εισβολή διαδηλωτών στο Καπιτώλιο.
Αν και επτά Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές ψήφισαν υπέρ της καταδίκης του Ντόναλντ Τραμπ, δεν συγκεντρώθηκε –όπως αναμενόταν- πλειοψηφία των δύο τρίτων.
Συνολικά 57 γερουσιαστές τάχθηκαν υπέρ της καταδίκης του Ντόναλντ Τραμπ (10 λιγότερες ψήφοι από τις 67 που απαιτούνταν για την καταδίκη), ενώ 43 καταψήφισαν.
Η καταδίκη του Τραμπ ήταν εξ αρχής απίθανη, καθώς τουλάχιστον 17 Ρεπουμπλικάνοι σε σύνολο 100 γερουσιαστών έπρεπε να συνταχθούν με τους 50 Δημοκρατικούς προκειμένου να κρίνουν ένοχο τον τέως πρόεδρο. Όπως είχε γίνει γνωστό, ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία Μιτς Μακόνελ θα ψήφιζε υπέρ της αθώωσης του Τραμπ.
Οι Ρεπουμπλικάνοι αν και θέλουν σε όλα τα επίπεδα να αποστασιοποιηθούν από τον Ντόναλντ Τραμπ, εν τούτοις δεν το πράττουν ενεργά, αλλά παθητικά. Ο Τραμπ είχε διαμηνύσει στους αντιπάλους του να θυμούνται την ημέρα εισβολής στο Καπιτώλιο. Οι διαδηλώσεις και στις 50 πολιτείες και η ανάγκη μεγάλης κινητοποίησης των ομοσπονδιακών αρχών για την αποτροπή εκτροπής αποτέλεσαν σαφή ένδειξη του διχασμού στις ΗΠΑ και ιδιαίτερα στους Ρεπουμπλικάνους.
Παρασκήνια
Νωρίτερα, οι Δημοκρατικοί και οι Ρεπουμπλικάνοι στη Γερουσία των ΗΠΑ συμφώνησαν να κατατεθούν ως αποδεικτικά στοιχεία στη δίκη του Ντόναλντ Τραμπ λεπτομέρειες από σχόλια του πρώην προέδρου σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με έναν κορυφαίο Ρεπουμπλικάνο στη διάρκεια των φονικών ταραχών στο Καπιτώλιο.
Η συμφωνία ακολούθησε μια χαοτική ψηφοφορία για να επιτραπεί η κλήση μαρτύρων, η οποία θα μπορούσε να καθυστερήσει τα συμπεράσματά της για εβδομάδες, επέτεινε τις διαιρέσεις και εμπόδισε τις προσπάθειες του προέδρου Τζο Μπάιντεν να προχωρήσει πέρα από τις αντιπαραθέσεις του προκατόχου του.
Η Γερουσία, οι δικηγόροι του Τραμπ, και οι βουλευτές της Βουλής των Αντιπροσώπων που λειτουργούν ως εισαγγελείς συμφώνησαν αργότερα πως μια δήλωση της βουλευτού των Ρεπουμπλικάνων Τζέιμι Χερέρα Μπάτλερ για μια τηλεφωνική επικοινωνία ανάμεσα στον Τραμπ και τον επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων στη Βουλή των Αντιπροσώπων, Κέβιν Μακάρθι, μπορεί να γίνει δεκτή ως αποδεικτικό στοιχείο.
«Ε λοιπόν, Κέβιν, φαντάζομαι ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι πιο οργισμένοι από εσάς σε ό,τι αφορά τις εκλογές», φέρεται να είπε ο Τραμπ εν μέσω της επίθεσης σύμφωνα με την Μπάτλερ.
Η Μπάτλερ ήταν μία από τους 10 βουλευτές του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που τον περασμένο μήνα ψήφισαν υπέρ της παραπομπής του Τραμπ σε δίκη από τη Γερουσία, του πρώτου προέδρου των ΗΠΑ που παραπέμπεται για δίκη στη Γερουσία δύο φορές.
Η παράθεση των καταληκτικών επιχειρημάτων ξεκίνησε αφού ελήφθη η απόφαση με ψήφους 55-45 υπέρ της κλήσης μαρτύρων η οποία προκάλεσε αναστάτωση σε μέλη της Γερουσίας.