Η συνέντευξη του Αντώνη Σαμαρά στην Καθημερινή ξεσήκωσε πολιτική θύελλα εντός της Ελλάδας. Είναι όμως ο διεθνής αντίκτυπος που θα κρίνει τους στόχους και το βάθος της, καθώς και η στάση του πρώην πρωθυπουργού και τον ακολούθων του στα βουλευτικά έδρανα.
Η αντιπολίτευση έσπευσε να εντοπίσει -για ακόμη μια φορά- τα εσωκομματικά της ΝΔ ως τροχοπέδη για τις εξελίξεις στην εξωτερική πολιτική. Από την άλλη πλευρά, τα στρατόπεδα κεντροδεξιάς-ακροδεξιάς επιχειρούν να μετρήσουν τις δυνάμεις τους.
Οι αντιδράσεις αυτές όμως μεταφράζονται, αποδίδονται και ερμηνεύονται διαφορετικά από απόσταση και με διαφορετικά φίλτρα. Τα μηνύματα που θα λάβει το Βερολίνο δεν είναι αυτά που “διαβάζουν” τα ελληνικά ΜΜΕ. Το μέσο που επελέγη, ο χρονισμός και η ένταση είναι προσδιοριστικά του μηνύματος που επιχειρείται να σταλεί. Το είδος, ύφος και η χροιά της παρέμβασης έχουν επίσης τη δική τους σημειολογία.
Background
Ο Αντώνης Σαμαράς, που αποχώρησε από την πρωθυπουργία κάνοντας αυτό που για το οποίο ο Τραμπ κατακρίθηκε παγκοσμίως, έρχεται τώρα να δηλώσει παρών. Ο πρώην πρωθυπουργός επιχειρεί να εκφράσει άποψη επί των εθνικών θεμάτων, αντιτιθέμενος στους χειρισμούς του Κυριάκου Μητσοτάκη με την Τουρκία και διαχωρίζοντας τη θέση του στα Μνημόνια με τη Βόρεια Μακεδονία.
Ο Αντώνης Σαμαράς ξεκαθαρίζει ότι οι διερευνητικές επαφές με την Τουρκία είναι λάθος, γιατί ακυρώνουν την προοπτική επιβολής ευρωπαϊκών κυρώσεων. Παράλληλα, ο πρώην πρωθυπουργός προωθεί τη συγκρουσιακή πολιτική στα εθνικά θέματα, αντιδρώντας και στα μνημόνια συνεργασίας με τη Βόρεια Μακεδονία.
Η κατάσταση όμως είναι κρίσιμη. Ο χρόνος για τις διερευνητικές επαφές με την Τουρκία μετράει αντίστροφα. Η κυβέρνηση, βρίσκεται σε δύσκολη θέση καθώς καλείται να ανταπεξέλθει σε πανδημία και οικονομία. Με τους εμβολιασμούς να καθυστερούν, την οικονομία να παραπαίει και τις προοπτικές να είναι δυσοίωνες, τέτοιες παρεμβάσεις φέρουν σίγουρα πολιτικά μηνύματα. Η ερμηνεία τους όμως δεν είναι μονοδιάστατη, ενώ ο αντίκτυπός μένει να προσδιοριστεί στο πεδίο.
Η πρώτη ανάλυση
Σε πρώτη ανάγνωση η συνέντευξη του Αντώνη Σαμαρά φαίνεται ως προσπάθεια αναβίωσης του εσωκομματικού ακροδεξιού πόλου, ο οποίος φάνηκε να αποδυναμώνεται ως απόρροια της αναβάθμισης του Μάκη Βορίδη, του Θανάση Πλεύρη και άλλων λιγότερο προβεβλημένων στελεχών. Υπ’αυτό το πρίσμα, ο πρώην πρωθυπουργός νιώθει αδύναμος, επιχειρεί να επαναβεβαιώσει την εμπιστοσύνη της ακροδεξιάς βάσης στο πρόσωπό του και να στείλει μήνυμα στον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά και τους άλλοτε προστατευόμενούς του.
Μια πιο ενδελεχής ανάλυση όμως του χρονισμού, της συγκυρίας, του μέσου που επελέγη και δυναμικής των δηλώσεων, προσφέρει διαφορετικές ερμηνείες. Ειδικότερα, η παρέμβαση του Αντώνη Σαμαρά έρχεται μέσω της “Καθημερινής”, με συνέντευξη και όχι με άρθρο. Ήτοι, ο πρώην πρωθυπουργός παρεμβαίνει μέσα από ένα εγνωσμένου κύρους μέσο, με γνωστές κεντροδεξιές τάσεις, διεθνή επιρροή και διευθυντή με αυξημένο ειδικό βάρος.
The contrarian view
Συνεπώς, ο πρώην πρωθυπουργός μοιάζει να επιδιώκει αντίκτυπο που δεν θα περιοριστεί στα όρια της ελληνικής επικράτειας και στο εγχώριο πολιτικό σύστημα. Έρχεται μερικές ώρες πριν την άφιξη της Γαλλίδας υπουργού Ενόπλων Δυνάμεων Φλοράνς Παρλί.
Παράλληλα, ο Αντώνης Σαμαράς αναγκάζει τον ΣΥΡΙΖΑ να υπερασπιστεί την κυβερνητική πολιτική προσέγγισης με την Τουρκία. Έτσι, φαίνεται ότι όχι μόνο δεν ενοχλεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά δίνει στίγμα πολιτικής σύμπνοιας τόσο προς την Τουρκία όσο και προς τους εταίρους, αναλαμβάνοντας αυτοβούλως ο Αντώνης Σαμαράς το ρόλο του κοινού εχθρού, που επιτρέπει τη συμπόρευση του πολιτικού συστήματος. Με τον τρόπο αυτό οι Ευρωπαίοι και η Τουρκία νιώθουν ασφαλείς για την εμπέδωση των λύσεων που ενδεχομένως να προκύψουν.
Ταυτόχρονα, συσπειρώνοντας το ακροδεξιό κομμάτι, ενόψει των διερευνητικών επαφών, ο Αντώνης Σαμαράς, θα μπορούσε να διευκολύνει τις εξελίξεις περιορίζοντας τις αντιδράσεις, αφού ο ίδιος αναδεικνύεται σε ρόλο αξιόπιστου ρυθμιστή, που με βάση την ιστορία και την υστεροφημία του θα μπορούσε να τινάξει μια κακή συμφωνία στον αέρα. Συνεπώς, αν δεν το πράξει, θα έχει λόγο.
Η “Λυδία λίθος”
Οι προθέσεις και ο αντίκτυπος της συνέντευξης που παραχώρησε ο Αντώνης Σαμαράς στην Καθημερινή αναμένεται να καταγραφούν τις προσεχείς ημέρες και εβδομάδες, με χρόνο t+10, περίπου όπως και τα κρούσματα του κορονοϊού.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ο Αντώνης Σαμαράς θα κληθεί με τη στάση του να πιστοποιήσει την πολιτική του βούληση. Αν θα βρει ακολούθους από την Κ.Ο της Νέας Δημοκρατίας στις αποφάσεις του εντός Βουλής, τότε η αρχική πολιτική ανάλυση θα είναι η σωστή.
Σε διαφορετική περίπτωση, αν διαφωνώντας απομονωθεί, η πιο πιθανή εξήγηση θα είναι η δεύτερη, ήτοι της εξυπηρέτησης της ανάγκης συσπείρωσης. Αν τελικά ο Σαμαράς δεν απομονωθεί, τότε η προσφυγή σε πρόωρες εκλογές θα είναι μονόδρομος για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, προκειμένου να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται εσωκομματικά.
Τα μηνύματα του Βερολίνου
Αμέσως μετά την εκλογική επικράτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, το Politico και ο Economist καλούσαν τον νεοεκλεγέντα τότε πρωθυπουργό να “κάψει” πολιτικό κεφάλαιο αντιμετωπίζοντας την εσωκομματική διαφθορά, τις εμπεδωμένες και αντιδραστικές δομές. Ωστόσο, μέχρι στιγμής ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται επίμονος θιασώτης του δόγματος της αμφίπλευρης διεύρυνσης, εστιάζοντας όμως κυρίως στην ενδυνάμωση του ρόλου της ακροδεξιάς, στο κόμμα αρχικά και τώρα στην κυβέρνηση.
Αν λοιπόν τώρα δεν αντιδράσει το Βερολίνο, πιθανότερο είναι η παρέμβαση Σαμαρά να ερμηνευτεί ως μικροπολιτική. Αν όμως εμφανιστούν διαρροές σε media που θα υπενθυμίζουν το πρόβλημα της ακροδεξιάς στη ΝΔ, ή που θα εγκαλούν την κυβέρνηση -ακόμα και για φαινομενικά άσχετα θέματα-, τότε πιθανό είναι οι δηλώσεις Σαμαρά να εντάσσονται στο πλαίσιο ενιαίας διαπραγματευτικής προσπάθειας.
Το πολιτικό σκηνικό
Σήμερα είμαστε μόλις λίγες εβδομάδες μετά τον ανασχηματισμό με την αναβάθμιση ακροδεξιών θυλάκων και τη διάψευση των σεναρίων για πρόωρες εκλογές από τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αμέσως μετά τη Δημοσκόπηση που βρίσκει την κοινή γνώμη δυσαρεστημένη από την κυβέρνηση στο μέτωπο των εμβολιασμών και πριν καταγραφεί ο αντίκτυπος της σταδιακής επαναλειτουργίας κοινωνίας και οικονομίας επιδημιολογικά και δημοσκοπικά.
Μέσα σε αυτή τη συγκυρία η παρέμβαση Σαμαρά έρχεται να αναδείξει εκ νέου έναν πόλο. Η συσπείρωση που θα μπορέσει να επιτύχει στο πρόσωπό του, εσωκομματικά, αναμένεται σύντομα να καταγραφεί.
Γεωπολιτικά
Τη Δευτέρα η ελληνική κυβέρνηση υποδέχεται τη Γαλλίδα υπουργό Άμυνας Φλοράνς Παρλί για την υπογραφή της σύμβασης 2,32 δισ. ευρώ για την προμήθεια των 12+6 Rafale. Στην ίδια συνάντηση θα συζητηθεί νέα πρόταση για την αγορά γαλλικών φρεγατών και την συμμετοχή της Ελλάδας στη στρατιωτική αποστολή στο Μάλι της Αφρικής.
Παράλληλα, στις Βρυξέλλες για το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ μεταβαίνει ο Νίκος Δένδιας. Προηγουμένως, όμως, θα έχει επιστρέψει στην Τουρκία ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου. Ο Τούρκος ΥΠΕΞ κατά την επίσκεψή του στην πρωτεύουσα της ΕΕ, επιχείρησε να αναδείξει την Ελλάδα ως προβοκάτορα, που στήνει κρίσεις για να δυναμιτίσει τον διάλογο, επειδή τον φοβάται.
Σήμερα, Δευτέρα 25 Ιανουαρίου, ξεκινούν οι διερευνητικές επαφές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στην Κωνταντινούπολη, με ατζέντα που δεν δημοσιοποιείται και χωρίς πρακτικά, όπως παγίως συμβαίνει σε αυτού του είδους τις επαφές. Παράλληλα, επαφές βρίσκονται σε εξέλιξη, μέσω της γραμματείας, στο NATO, για την εμπέδωση του μηχανισμού πρόληψης και αποκλιμάκωσης κρίσεων.
Η εβδομάδα αυτή θα είναι γεμάτη διπλωματικές επαφές τόσο σε επίπεδο υπουργού Εξωτερικών, όσο και σε κατώτερο πολιτικό αλλά και σε ανώτατο διπλωματικό επίπεδο.
Δεν μπορεί βέβαια να παραλειφθεί η επικοινωνία του Νίκου Δένδια με τον τέως υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο.
Τέλος πρέπει να σημειωθεί η δυναμική επαναπροσέγγισης Μακρόν – Ερντογάν, όπως και η συμπεριφορά του Μεβλούτ Τσαβούσογλου ενώπιον του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών, Χάικο Μάας.