Καταιγιστικές είναι οι εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά και την ανατολική Μεσόγειο, καθώς οι ένοπλες δυνάμεις Ελλάδας και Τουρκίας παραμένουν σε υψηλή ετοιμότητα και ανεπτυγμένες σε ευαίσθητες περιοχές, αυξάνοντας τον γεωπολιτικό κίνδυνο.
Έτσι, μετά τις επικοινωνίες της Άγκελα Μέρκελ με τους ηγέτες Ελλάδας και Τουρκίας, τη συνάντηση του προέδρου της Κύπρου Νίκου Αναστασιάδη με τον Γάλλο πρόεδρο Εμάνουελ Μακρόν και τις επακόλουθες δηλώσεις, την επικοινωνία του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Αιγύπτιο πρόεδρο Αλ Σίσι, πρωτοβουλία ανέλαβε και ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Γιοζίπ Μπορέλ, ο οποίος συνομίλησε με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου.
Όπως ανακοίνωσε ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ, μέσω Twitter, συμφώνησε με τον Τούρκο ΥΠΕΞ για την ανάγκη αποκλιμάκωσης της έντασης στην ευρύτερη περιοχή. Η νέα αυτή επικοινωνία, που ακολουθεί την παρέμβαση Μέρκελ, από ευρωπαϊκής πλευράς, τα αλλεπάλληλα μηνύματα του State Department, καταδεικνύοντας τη συνεχιζόμενη, αν όχι κλιμακούμενη ένταση και την εντεινόμενη ανησυχία, διεθνώς, για το ενδεχόμενο πρόκλησης θερμού επεισοδίου.
Επιπλέον, Μπορέλ και Τσαβούσογλου συμφώνησαν να συνεργαστούν για την κατάπαυση του πυρός στη Λιβύη.
Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι η σημερινή ημέρα αρκετά φορτισμένη καθώς συγκεντρώνει αρκετούς συμβολισμούς, μεταξύ των οποίων και η προσευχή στην Αγιά Σοφιά, μετά τη μετατροπή της σε τζαμί.
Σε ανάρτησή του στο Twitter, ο Ζοζέπ Μπορέλ έγραψε:
«Σε συνέχεια της συζήτησης στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων (ΣΕΥ) για την Τουρκία και την περαιτέρω αύξηση των εντάσεων στην ανατολική Μεσόγειο, συνομίλησα με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου και συμφωνήσαμε σχετικά με την ανάγκη να αποκλιμακωθεί η ένταση και να συναντηθούμε πριν από το άτυπο Συμβούλιο Gymnich. Συμφωνήσαμε επίσης να συνεργαστούμε για την κατάπαυση του πυρός στη Λιβύη στο πλαίσιο της διαδικασίας του Βερολίνου».
Following FAC discussion on Turkey and further rise of tensions in East Med, I spoke with @MevlutCavusoglu. We agreed on need to de-escalate tensions and meet ahead of informal Gymnich Council. We also agreed to work together on cease fire in Libya in framework of Berlin process
— Josep Borrell Fontelles (@JosepBorrellF) July 23, 2020
Νωρίτερα ο Γιοζέπ Μπορέλ είχε επικοινία με τον πρωθυπουργό της Λιβύης, Φαγιέζ Αλ Σάραζ, καταλόγοντας στα ίδια συμπεράσματα. Η ροή των γεγονότων δείχνει ότι η ΕΕ επιχείρησε να ασκήσει ταυτόχρονα πιέσεις σε Άγκυρα και Τρίπολη.
Spoke with Libyan PM #Serraj. De-escalation around Sirte/Jufra, agreement on credible ceasefire, urgent resumption of oil production remain common priorities. We must work together within Berlin process to end conflict with genuine commitment from all sides to save unity of Libya
— Josep Borrell Fontelles (@JosepBorrellF) July 23, 2020
Οι εντάσεις που ήταν υψηλές για καιρό, κορυφώθηκαν μετά την έκδοση NAVTEX από την Τουρκία για έρευνες σε περιοχή εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, προκαλώντας την άμεση και καταιγιστική αντίδραση του ελληνικού στόλου, που με μεγάλες δυνάμεις κάλυψε την περιοχή, σε μια κίνηση πρόληψης, ώστε να μην μπορέσουν τουρκικά σκάφη να εισέλθουν και να δημιουργήσουν τετελεσμένα.
Η Τουρκία, δια στόματος του συμβούλου και εκπροσώπου του Ταγίπ Ερντογάν, Ιμπραχίμ Καλίν, υποστήριξε ότι η κινητοποίηση της Ελλάδας ήταν υπερβολική και αντίστοιχη αυτής που θα ανέμενε κανείς σε πολεμική εμπλοκή. Ο Ιμπραχίμ Καλίμ, παραδοασικά, θεωρείται ρεαλιστής, δεν ανεβάζει τόνους και αποφεύγει τις υπερβολές, γεγονός που καθιστά τη δήλωσή του, την πλέον ψύχραιμη τουρκική προσέγγιση στις εξελίξεις. Γι΄αυτό το λόγο, άλλωστε, από τουρκικής πλευράς δεν υπήρξαν άλλες τοποθετήσεις για την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί πέριξ του Καστελόριζου.
Το θέμα ανέβηκε πολύ, πρώτα στα ελληνικά media, λαμβάνοντας διαστάσει οιονεί θερμού επεισοδίου, ενώ τα τουρκικά Μέσα Ενημέρωσης “μπήκαν στο χωρό” μόλις χθες, λαμβάνοντας μάλιστα θέση αμυνόμενου και αναφερόμενα σε κινήσεις αμυντικής θωράκισης των παραλίων απέναντι σε ενδεχόμενη ελληνική επιθετικότητα!
Συνεπώς, είναι προφανές ότι η αντίδραση της Ελλάδας, στην υποβόσκουσα, αναδυόμενη και αναπτυσσόμενη τουρκική προκλητικότητα, εξέτρεψε τους σχεδιασμούς της Άγκυρας, επισπεύδοντας τις διεθνείς παρεμβάσεις, πριν την πλήρη ανάπτυξη της τουρκικής στρατηγικής.
Τώρα, το βάρος πέφτει στο διπλωματικό σκέλος, όπου η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί και να επιβάλλει όρους αποκλιμάκωσης.