Αντιμέτωπη με την κίνηση της διαδικασίας επί παραβάσει, παραπομπή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και πρόστιμα βρίσκεται η Ελλάδα, καθώς η Κομισιόν δίνει διορία δύο μηνών στην ελληνική κυβέρνηση να αιτιολογήσει την πολιτική voucher και την απαγόρευση επιστροφής χρημάτων που εφάρμοσε, κατά παρέκκλιση της κοινοτικής κατεύθυνσης και πρακτικής.
Ειδικότερα, Κομισιόν ανακοίνωσε πως κίνησε διαδικασία επί παραβάσει με την αποστολή προειδοποιητικών επιστολών στην Ελλάδα και την Ιταλία, επειδή παραβιάζουν τους ενωσιακούς κανόνες για την προστασία των δικαιωμάτων των επιβατών. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Ιταλία έχουν λάβει μέτρα που δεν συμμορφώνονται με τους ενωσιακούς κανόνες για τα δικαιώματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004] και πλωτών μεταφορών [κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1177/2010].
Όπως σημειώνει η Κομισιόν, λόγω της πανδημίας κορονοϊού, πολλές εταιρίες στον τομέα των μεταφορών αντιμετωπίζουν μη βιώσιμες καταστάσεις όσον αφορά τις ταμειακές ροές και τα έσοδα. Καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης, η Επιτροπή κατέστησε συστηματικά σαφές ότι τα δικαιώματα των επιβατών εξακολουθούν να είναι σημαντικά στην τρέχουσα πρωτόγνωρη συγκυρία και ότι τα εθνικά μέτρα για τη στήριξη του συγκεκριμένου τομέα δεν πρέπει να υποβαθμίζουν τα δικαιώματα αυτά.
Στην πραγματικότητα, η Κομισιόν κατηγορεί την ελληνική και την ιταλική κυβέρνηση για την προτεραιοποίηση των αεροπορικών εταιριών, έναντι των επιβατών τους, καθώς δίνουν στις αεροπορικές εταιρίες δικαίωμα να μην προσφέρουν επιλογή αποζημίωσης, αλλά να επιβάλλουν στους πελάτες που ακύρωσαν ταξίδια, εξαιτίας του κορονοϊού, αποζημίωση με τη μορφή voucher.
Καταλήγοντας, η Κομισιόν υπογραμμίζει πως οι δύο χώρες έχουν προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσουν στις αιτιάσεις της Επιτροπής, διαφορετικά, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραπομπή τους.
Στην Ελλάδα, η υπόθεση αυτή, θα μπορούσε να έχει ευρύτερες επιπλοκές, καθώς η ελληνική κυβέρνηση έχει επιλέξει να στηρίξει την Aegean -πάλι- με τρόπο που δεν ακολουθεί τις ευρωπαϊκές και βέλτιστες πρακτικές, αλλά επιχειρεί να περάσει “κάτω από το ραντάρ” της DG Comp.