Μπορεί τις τελευταίες εβδομάδες το θέμα της πολιτικής για τον εμπρηστικό λόγο και την προώθηση απόψεων και θεμάτων που υποκινούν βία από το Facebook να έχει βρεθεί στο επίκεντρο, καθώς το Twitter διαφοροποιεί τη στάση του και μπλοκάρει tweets του Ντόναλντ Τραμπ, εν τούτοις -όπως αποκαλύπτει η Washington Post, οι σχέσεις Ζάκερμπεργκ-Τραμπ και η διάθεση του πρώτου να αλλάζει τους κανόνες, ξεκινούν από το 2015…
Το ρεπορτάζ της Washington Post, σκιαγραφεί το βάθος, εύρος και πρακτικές που ακολουθήθηκαν για την άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ, καταδεικνύει τον ρόλο των social media και στρέφει τους προβολείς στους decision makers Με τον τρόπο αυτό δεν εντείνεται απλά η πόλωση, αλλά χρησιμοποιείται η στρατηγική του blame and shame, με στόχο την ενεργοποίηση κοινωνικών αντανακλαστικών.
Ο Ζάκερμπερκ, σύμφωνα με το δημοσίευμα, ήταν έτοιμος να κατεβάσει εμπρηστικό post του Τραμπ, το 2015, αλλά αντ’ αυτό αποφάσισε να αλλάξει τους κανόνες για να διατηρήσει την ακραία άποψη του μετέπειτα προέδρου των ΗΠΑ, στο όνομα της “ελευθερίας του πολιτικού λόγου”.
Η Washington Post αποκαλύπτει, ότι το 2015 ένα video-post του Τραμπ για την απαγόρευση εισόδου μουσουλμάνων στις ΗΠΑ, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από κορυφαία στελέχη του Facebook, συμπεριλαμβανομένου του Zuckerberg, οι οποίοι αρχικά ήθελαν να καταργηθεί. Ωστόσο, μια άλλη ομάδα στελεχών, με επικεφαλής τον Τζόελ Κάπλαν, μετέπεισαν τον ιδρυτή του κοινωνικού δικτύου. Ο Κάπλαν, εκτός από αντιπρόεδρος παγκόσμιας πολιτικής του Facebook είναι και προβεβλημένο στέλεχος των Ρεπουμπλικανών, καταδεικνύοντας έτσι την προσπάθεια του Ζούκερμπεργκ να διατηρήσει ανοιχτούς και λειτουργικούς διαύλους με τον Τραμπ, από τότε.
Ο Κάπλαν, μάλιστα, πρωταγωνίστησε στη δημιουργίας νέας πολιτικής για την ανοχή στον αμφιλεγόμενη πολιτική συζήτηση, που αποτέλεσε το πλαίσιο για να επιτραπούν τέτοιες τοποθετήσεις.
Μεταξύ των θεμάτων που συζητήθηκαν κατά τη διάρκεια συζητήσεων σχετικά με τις δημοσιεύσεις ήταν «κίνδυνοι δημοσίων σχέσεων», ανέφερε η δημοσίευση.
Εν συνεχεία, το 2016, η εφημερίδα αναφέρει, ότι ο Ζούκερμπεργκ, υπαναχώρησε από την απόφασή του να γράψει post που καταδίκαζε την πολιτική Τραμπ για την οικοδόμηση τείχους με το Μεξικό, καθώς η ομάδα δημοσίων σχέσεων υποστήριξε ότι κάτι τέτοιο θα φαινόταν μεροληπτικό.
Πολιτικά, όμως, η ανοχή των κοινωνικών δικτύων και ιδιαίτερα του Facebook, στη ρητορική μίσους, αποκλεισμών και στα εμπρηστικά σχόλια, ήταν αυτή που έστρωσε τον δρόμο για την άνοδο του Τραμπ, του Μπολσονάρου και άλλων ακραίων ηγετών, παγκοσμίως.
Βέβαια, στο δημοσίευμα της Washington Post αναφέρεται επίσης, ότι το Facebook αντιμετωπίζει την αυξανόμενη δυσαρέσκεια στελεχών του, που σε πολλές περιπτώσεις έχουν φτάσει και σε παραίτηση, εξαιτίας της προσπάθειας του Ζούκερμπεργκ να μην “τα σπάσει” με τον Τραμπ, επιλέγοντας τη χαλάρωση και διασταλτική ερμηνεία των κανόνων.
Στο μεταξύ, δυναμική και διαστάσεις αποκτά και το κίνημα #StopHateforProfit, το οποίο οδήγησε εταιρίας μεγαθήρια όπως το Viber, η Unilever, τα Starbucks και η Coca Cola να διακόψουν τη συνεργασία τους με το Facebook. Στο ίδιο κίνημα συμμετέχει σιωπηρά και η Pepsico, σύμφωνα με το Foxnews.
Τα έσοδα του Facebook βασίζονται σχεδόν αποκλειστικά στη διαφήμιση, που συνεπάγεται ότι οι αποφάσεις των επιχειρηματικών κολοσσών ασκούν άμεση πίεση στα θεμελιώδη της εταιρίας. Έτσι, δικαιολογείται και η βουτιά της τάξης του 8,5% που σημείωσε η μετοχή του Facebook στην συνεδρίαση της Παρασκευής αφαιρώντας 48 δισ. από την κεφαλαιοποίηση της εταιρίας, ήτοι περί τα 7 δισ. από την τσέπη του Μαρκ Ζούκερμπεργκ.