Σαφές και σκληρό μήνυμα στον Ντόναλντ Τραμπ έστειλε η Άγκελα Μέρκελ με τη δημόσια άρνσησή της να συμμετάσχει στη σύνοδο των G7 που διοργανώνει ο πρόεδρος των ΗΠΑ στην Ουάσισγκτον στα τέλη Ιουνίου, ως ορόσημο για την επιστροφή την κανονικότητα.
Η Γερμανίδα καγκελάριος, βέβαια, είναι αντίθετη στην αυτοπροσώπως συμμετοχή τόσο στη συνεδρίαση των G7 όσο και στη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών στις 19 Ιουνίου εκφράζοντας την άποψη ότι οι συνομιλίες πρόσωπο με πρόσωπο δεν πρέπει να γίνουν πριν τον Ιούλιο.
Ο εκπρόσωπος της καγκελαρίας, Στέφεν Ζάιμπερτ φέρεται να δήλωσε ότι:
«Η ομοσπονδιακή καγκελάριος ευχαριστεί τον πρόεδρο Τραμπ για την πρόσκλησή του στη σύνοδο της G7 στα τέλη του Ιουνίου στην Ουάσινγκτον. Ως σήμερα, λαμβάνοντας υπόψη τη συνολική κατάσταση ως προς την πανδημία, δεν μπορεί να δεχθεί την προσωπική της συμμετοχή σε ένα ταξίδι στην Ουάσινγκτον»,
Η δημόσια άρνηση της Μέρκελ αποτελεί μια ακόμη ένδειξη των δύσκολων διμερών σχέσεων, αλλά και κλιμάκωση της αντιπαράθεσης.
Μάλιστα, σε πρόσφατη τηλεφωνική τους επικοινωνία οι δύο ηγέτες διαφώνησαν σε σειρά ζητημάτων, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου του NATO, τις σχέσεις με την Κίνα, τον Nord Stream 2 και την κλιματική αλλαγή.
Αξιωματούχοι που γνωρίζουν τις διατλαντικές συζητήσεις υποστήριξαν ότι ο Τραμπ ήταν εξοργισμένος με την απροθυμία της Μέρκελ να παρευρεθεί στη σύνοδο και την Πέμπτη τηλεφώνησε στον Γάλλο Πρόεδρο για να συζητήσουν, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, την πρόοδο στην αντιμετώπιση του νέου κορονοϊού και την επανέναρξη της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά και τη σημασία διεξαγωγής της συνεδρίασης των G7 διά ζώσης.
Η στάση της Άγκελα Μέρκελ, πάντως, καταδεικνύει με σαφήνεια το χάσμα μεταξύ Ουάσιγκτον και Βερολίνου, αλλά και τις διαφορές στον χειρισμό ζητημάτων, καθώς ο Τραμπ επιμένει στην επικοινωνία, υποβαθμίζοντας τον πολιτικό ρεαλισμό, ενώ η Γερμανίδα καγκελάριος επιχειρεί να συμβαδίζουν δηλώσεις και δράσεις.