Η Κομισιόν τα κατάφερε, τουλάχιστον επικοινωνιακά και πολιτικά, να δώσει την απαραίτητη ώθηση στην κατεύθυνση της αλλαγής κλίματος και να υπερκοντίσει αντί να υπονομεύσει το γαλλογερμανικό σχέδιο, με την συνδυαστική πρόταση που κατέθεσε, κερδίζοντας διθυραμβικά πρωτοσέλιδα στα media, που θα εξασφαλίσουν τον απαραίτητο χρόνο για διαπραγματεύσεις έτσι ώστε το υπερ-φιλόδοξο σχέδιο ανάκαμψης των 2,4 τρισ., στο οποίο περιλαμβάνεται και το Ταμείο των 750 δισ. να μπορέσει να ενεργοποιηθεί.
Οι αγορές, σε πρώτη φάση, θα λατρέψουν και θα πανηγυρίσουν το σχέδιο, το οποίο όμως απέχει πολύ από την ολοκλήρωσή του. Η πρόταση της Κομισιόν δίνει ανάσα στις κυβερνήσεις και συμβάλλει ενεργά στην κάμψη του ρίσκου και της αβεβαιότητας στην ΕΕ, καθώς δίδεται το μήνυμα της ισχυρής απάντησης.
Σύμφωνα με το σχέδιο της Κομισιόν, που πλειοδοτεί έναντι του αρχικού γαλλο-γερμανικού, το Ταμείο Ανάκαμψης θα διαθέτει συνολικά κεφάλαια 750 δισ., εκ των οποίων τα 500 δισ. θα είναι επιχορηγήσεις και τα 250 δισ. δάνεια.
Οι χώρες θα λαμβάνουν αναλογική στήριξη ταυτόχρονα και από τις δύο γραμμές, υποχρεωτικά. Αυτή είναι η γέφυρα μεταξύ του γαλλογερμανιού σχεδίου και της πρότασης των τεσσάρων αντιδραστικών χωρών. Παράλληλα, τίθενται, όροι προαπαιτούμενα και υποχρεώσεις με τη λήψη των κεφαλαίων, ώστε να διασφαλιστεί η ορθή χρήση και η χρηστή διαχείριση, καθώς παράλληλα και η σταδιακή επανάκαμψη στην κανονικότητα του Συμφώνου Σταθερότητας.
- Ταμείο Ανάκαμψης 750 δισ.
- ESM 500 δισ.
- Πρόγραμμα SURE 100 δισ.
- Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων 200 δισ.
- EKT-Emergence Purchase Programme 750 δισ.+120 δισ.
Επιπλέον, η ΕΚΤ είναι έτοιμη να διαθέσει περί τα 3 τρισ. σε επείγουσα ρευστότητα στο σύστημα, καθώς 120 δισ. επιπλέον δάνεια προς τις τράπεζες. Σε αντίθεση με τη Fed η ΕΚΤ δεν ανοίγει τα προγράμματα προς τις μεσαίες επιχειρήσεις, αλλά δημιουργεί το λεγόμενο spillover effect στοχεύοντας στη διάχυση του χρήματος μέσα από το τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα, καθώς και στη σταθεροποίηση των αγορών.
Το πρόγραμμα της Κομισιόν
Ελλάδα και Ιταλία είναι οι πλέον ωφελημένες χώρες από το πακέτο που προτείνει η Κομισιόν, καθώς θα λάβουν από κοινού το 20% των 750 δισ., εξέλιξη που παράλληλα καταδεικνύει το μέγεθος του πλήγματος που έχουν δεχθεί και το οποίο δεν είναι ακόμα αντιληπτό στις πραγματικές του διαστάσεις στην οικονομία και τον κοινωνικό ιστό.
Η Αθήνα θα μπορεί να πάρει 22,5 δισ. ευρώ σε δωρεάν επιδοτήσεις και άλλα 9,5 δισ. σε δάνεια – ποσά, που αντιστοιχούν στο 12% του ΑΕΠ της χώρας.
Η Ρώμη να έχει τη δυνατότητα άντλησης έως 81,8 δισ και η Μαδρίτη 77,3 δισ.
Πέραν των δύο μεγάλων οικονομιών του Νότου, μόνον άλλες τρεις χώρες της ΕΕ προβλέπεται να πάρουν μεγαλύτερα ποσά από την Ελλάδα σε επιδοτήσεις και πρόκειται για τις Γαλλία, Πολωνία και Γερμανία. Σε ό,τι αφορά όμως ειδικά τη Γερμανία το ποσό των επιχορηγήσεων που της αναλογεί, τα 28 δισ. ευρώ, θα είναι πολύ μικρότερο από τη συμμετοχή της στη χρηματοδότηση του πακέτου καθώς αυτή καθορίζεται με βάση τη συνεισφορά της στον κοινοτικό προϋπολογισμό.
Η Ελλάδα είναι ίσως η χώρα που πληρώνει ήδη, αναλογικά, το υψηλότερο τίμημα εξαιτίας του lockdown, λόγω της υψηλής εξάρτησής της από τον τουρισμό, αλλά και της μικροεπιχειρηματικότητας.
Στην ανάλυση της Κομισιόν που συνοδεύει την πρόταση για το Ταμείο Ανάκαμψης εκτιμάται ότι η πτώση της τουριστικής δραστηριότητας στη χώρα μας στο δεύτερο τρίμηνο της χρονιάς θα είναι μεγαλύτερη από 70% σε σχέση με τα περσινά επίπεδα. Επισημαίνεται ακόμη πως το πλήγμα από την κρίση της πανδημίας θα είναι δυσανάλογα υψηλότερο για τις χώρες εκείνες που έχουν μεγάλο αριθμό μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, το νέο πρόγραμμα της Κομισιόν δεν στοχεύει στην αναλογική, βάσει συνεισφοράς στον προϋπολογισμό, κατανομή των επιχορηγήσεων και των δανείων, αλλά με βάση το πλήγμα που δέχθηκαν οι οικονομίες. Πρόκειται για μια νέα εκδοχή της αρχής της αναλογικότητας που είναι υποχρεωμένη να τηρεί η ΕΕ και η οποία θα αξιολογηθεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Με το προηγούμενο της απόφασης του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου, της Καρλσρούης, για το πρόγραμμα της ΕΚΤ, υπάρχει το ενδεχόμενο και ο φόβος για μια ακόμη παράσταση ισχύος…
Ένα ακόμη ζήτημα, είναι ο χρονισμός της ενεργοποίησης, λειτουργίας και κλεισίματος του κύκλου του νέου Ταμείου. Για την ώρα, η Κομισιόν σκοπεύει να καταστήσει διαθέσιμα για το τρέχον έτος μόλις 21 δισ., που σημαίνει ότι το πακέτο δεν θα συμβάλλει στην ταχεία επανεκκίνηση αλλά στη δεύτερη ή και τρίτη φάση.
Οι ρήτρες
«Κλειδί» για τον συμβιβασμό είναι δύο υπό συζήτηση ρήτρες: Η πρώτη προβλέπει πως η πρόσβαση στα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης θα συνδέεται με «συνετές οικονομικές πολιτικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα πρέπει να κινούνται στην κατεύθυνση των βασικών προτεραιοτήτων της ΕΕ, όπως είναι η πράσινη μετάβαση και ο ψηφιακός μετασχηματισμός.
Η δεύτερη εισάγει νέες δικλείδες ασφαλείας, καθώς προκρίνει μοντέλο διπλής έγκρισης για την εκταμίευση από την Κομισιόν και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Το σίγουρο είναι ότι ο ESM μένει έξω από το νέο πακέτο, ο ρόλος του περιορίζεται στο δικό πρόγραμμα και το ζήτημα εκταμίευσης και διευθέτησης των όρων καθίσταται εξόχως πολιτικό. Πρόκειται στην ουσία για προοίμιο αλλαγής της της δομής οικονομικής εξουσίας στην ΕΕ και τη μεταφορά της από τον εξωθεσμικό μηχανισμό του ESM και το ανεπίσημο Eurogroup στην Κομισιόν και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Βέβαια, η πραγματική, η “αδάμαστη” οικονομική ισχύς παραμένει στην ΕΚΤ.
Οι παγίδες και το πρόβλημα
Τα προβλήματα που φέρνει η νέα πρόταση δεν είναι εύκολα αντιληπτά δια γυμνού οφθαλμού μιας και άπαντες εστιάζουν στο μέγεθος του πακέτου, τη διάρθρωσή και τις ρήτρες και όχι στον τελικό αντίκτυπο που θα έχει στις οικονομίες που θα λάβουν τη στήριξη και στο δημοσιονομικό του κόστος.
Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, το μεσοσταθμικό κόστος για την Ελλάδα θα ήταν 2,3%, που σημαίνει ότι οι τόκοι για την Ελλάδα θα ανέρχονταν στα 800 εκατ. ετησίως, με μια κανονικοποιημένη καμπύλη αποπληρωμής, σε βάθος 10ετίας το κόστος δανεισμού θα μπορούσε να προσεγγίσει τα 5,5 δισ. Το ποσό αυτό, μαζί με το κεφάλαιο, την απώλεια ΑΕΠ, την πλήρη αναδιάταξη των πηγών εσόδων του Δημοσίου και τη νέα κουλτούρα πληρωμών, οδηγούν σε εκ βάθρων αναθεώρηση του Debt Service Analysis, το οποίο διέπει τη σχέση της Ελλάδας με τον ESM.
Αντιθέτως, η γραμμή του ESM. όπως έχει δηλώσει ο επικεφαλής του, Κλάους Ρέγκλινγκ, είναι φθηνότερη καθώς έχει τόκο 1,5%, προσφέροντας μεσοσταθμικό όφελος της τάξης του 1 δισ. έναντι του σχεδίου της Κομισιόν.
Η αξιολόγηση των δύο επιλογών βέβαια, έγκειται στις λεπτεμέρειες των προγραμμάτων, δεσμεύσεων και προαπαιτούμενων. Από καθαρά οικονομική σκοπιά βέβαια ο ESM είναι συμφερότερος. Πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι αντίστοιχο εργαλείο αντιμετώπισης της κρίσης που έχει δημιουργήσει ο ESM στοχεύει στην υποστήριξη των χωρών για την αντιμετώπιση του Covid-19.
Η ΕΕ, ενεργοποιώντας όλα αυτά τα εργαλεία θα καταστήσει διαθέσιμα μια τεράστια δεξαμενή κεφαλαίων. Η πρόσβαση όμως σε αυτή τη δεξαμενή κρύβει παγίδες και ως εκ τούτου καθιστά τη χρηματοδότηση πρόκληση και εισάγει τις χώρες σε ένα νέο σύστημα πολιτικο-οικονομικών ισορροπιών, στο οποίο καλούνται να διαλέξουν μεταξύ της πλειοψηφικής δομής του ESM ή της ισότιμης αλλά πολύπλοκης διάρθρωσης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.